Βότκα φθηνή της Πολωνίας
ξέρασες στις ξέρες του μυαλού μου
κι εγώ την έγλυψα
πιστεύοντας αφέλειες ερωτικές
πως τάχα δήθεν αποσπώ κομμάτι
από το είναι σου
και γίνομαι μαζί σου κάτι
κάτι πιο πέρα
από μια παλιά ξεθωριασμένη φωτογραφία σου
μοναξιά στην παραλία η εικόνα
στο βάθος ο μόλος
και δεξιά της εικόνας τα υπαρξιακά κενά σου
αριστερά της εσύ αν και λίγο φλατ
και μου υποσχέθηκες αργότερα
-όταν ξεπέρασα τον εμετό της βότκας-
πίθηκους γυμνούς να με υπηρετούνε
να διώχνουνε τους ιστούς από τα ράφια μου
από τα ράφια της ζωής μου
με τα σάλια τους
να με βοηθάνε να ξεχνιέμαι στα γεράματα
οι καλύτεροι γελωτοποιοί οι μπαμπουίνοι
αν τους φερθείς καλά
και δεν τους μαστιγώσεις
πιάνουν μια αξία
καλύτερη από τη δική σου
έτσι εσύ αφήνεσαι να ζεις από πράγματα ανάξια
σαν τα σκουλήκια
σκουλήκια
σκουλήκια ξανά
κι εγώ λουσμένος από τα δίχτυα της αράχνης σου
να μου κατατρώς γλυκά τη σάρκα
και αβίαστα να ξεπουλάς μισό κιλό γαλήνη
τυφλός μαζί σου
πότης πουλημένος
ξόρκι της πλάκας
φυλάξου από μένα
φυλάξου