H τέχνη για την τέχνη. Η πολιτική για την πολιτική. Η θεωρία για την θεωρία. Μια εξόχως βολική ταυτολογία που εντός της ευρείας κενότητας που αποπνέει, γεμίζει κατά καιρούς τις τσέπες αλλά όχι τα μυαλά των κατ’ ευφημισμόν διανοητών, που θέτουν την πεπερασμένη διανοητική τους επάρκεια, απόρροια του μικροαστικού περιβάλλοντός του οποίου αποτελούν ευτελές προϊόν, στην υπηρεσία διαιώνισης της υφιστάμενης πραγματικότητας εις το διηνεκές.
Με αυτόν τον τρόπο κατασκευάζεται μια τέχνη αποκομμένη από τις ανάγκες και τα αιτήματα της ανθρωπότητας αλλά άρρηκτα δεμένη με τις επιδιώξεις και τις επιθυμίες της αγοράς. Η πολιτική συνεπακόλουθα γίνεται προσοδοφόρα επαγγελματική δραστηριότητα για εντεταλμένους επαΐοντες εργοδηγούς της λειτουργίας του μηχανισμού του καθεστώτος. Η θεωρία τελικά, μετουσιώνεται σε αέναο αν και πομπώδη μηρυκασμό των όσων έχουν ήδη ειπωθεί, τα οποία αμπαλάρονται σε σχετικά καινοφανή συσκευασία ώστε να προσιδιάζουν προς τις ανάγκες τους καθεστώτος.
Σε αυτό το πεδίο αναφύεται και η εξόχως χαριτωμένη φιγούρα του μικροαστού διανοούμενου, με εξειδίκευση σε μια συγκεκριμένη θεματική που κινείται συνήθως άτσαλα και αποσπασματικά, στα υψίπεδα του αφαιρετικού, όσο πιο μακριά γίνεται δηλαδή, από την πραγματική ζωή των πραγματικών ανθρώπων, καθώς ο κίνδυνος να καταρρεύσει το θεωρητικό σχήμα από το βάρος της πραγματικότητας καραδοκεί, υπενθυμίζοντας τα πεπερασμένα όρια του θεωρητικού ανοσιουργήματος όπως και την κραυγάζουσα αν και σχετικά συμπαθή ανεπάρκεια του εκφωνητή αυτού.
Στην Ελλάδα η δεξαμενή της μικροαστικής διανόησης είναι αστείρευτη πηγή θεωρητικών φληναφημάτων που η χρησιμότητά τους εξαντλείται είτε στην συγκέντρωση σωρείας όμοιων δημοσιεύσεων που φιλοτεχνούν βαρετά όμοια, ακαδημαϊκά βιογραφικά, είτε με την κατάκτηση μιας θεσούλας επαγγελματία διανοούμενου στις παρυφές του καθεστώτος, αρκετά κοντά στις ποικίλες επιχορηγήσεις, ωστόσο αρκετά μακριά από το καθεστώς, για να μην θίγεται η περιβόητη ανεξαρτησία της «μαχόμενης» διανόησης. Με αυτόν τον τρόπο κατασκευάζεται ο κίβδηλος ιδεότυπος του προοδευτικού διανοούμενου που στις μέρες μας συναγελάζεται με την «πρώτη φορά αριστερά», τσαλαβουτάει βιαστικά στις ρήσεις του Χέγκελ, του Καντ, του Γκράμσι, του Φουκώ ή ακόμη και του Μαρξ, σταχυολογεί μια φράση που του φαντάζει δύσκολη και πνευματώδης, και εξαντλεί τα διανοητικά του όρια όπως και την υπομονή μας, επαναλαμβάνοντας τα ίδια συνεχώς, με ελαφρώς –πως αλλιώς- παραλλαγμένη φρασεολογία.
Οι θεματικές ενασχόλησης του εγχώριου μικροαστικού διανοητή που απαθανατίζει συγκινημένος με το smart phone ένα «ευφυές» σύνθημα στα Εξάρχεια, αλλά περνάει αδιάφορος δίπλα από τις εκατοντάδες αστέγων στο κέντρο της μητρόπολης χαμένος στις αφαιρετικές του σκέψεις, είναι με τέτοιο τρόπο δομημένες ώστε να αποσπάσουν μια ενδιαφέρουσα χορηγία από τα «Θεωρητικά ιδρύματα» της «πρώτης φοράς αριστεράς» με την αντίστοιχη μέριμνα ταυτόχρονα, να ακούγονται ευχάριστα στο έντεχνο κοινό της θεωρητικής αναζήτησης, που καταβροχθίζει με βουλιμία οτιδήποτε δεν ασχολείται με την δυσωδία του πραγματικού.
Ο εγχώριος μικροαστός διανοούμενος λοιπόν, είτε κινείται στα πλαίσια της τέχνης, της πολιτικής ή της πολιτικής φιλοσοφίας, είτε σε όλα αυτά μαζί, προκειμένου να διαστέλλεται και το κοινό απεύθυνσης του, δεν συνιστά παρά μια ιλαρή μαριονέτα που εκτιμά ψευδώς ότι κινείται με ρυθμούς φρενήρεις ενώ παραμένει πρόδηλα ακίνητος. Η ακινησία ωστόσο στον καπιταλισμό, όπως επίσης και η έωλη φλυαρία που δεν αμφισβητεί τα απαράβατα όρια του καθεστώτος, αμείβεται αδρά και επιβραβεύεται με μια θέση στην εγχώρια κακοφωτισμένη μαρκίζα της μικροαστικής διανόησης.
Πρόκειται ουσιαστικά για χάμστερ με λογοδιάρροια, που ταυτίζουν τον ενδεή κύκλο της διανοητικής τους αυτοεκπλήρωσης με την μακροημέρευση του «αριστερού» πολιτικού θιάσου που έλκει τους μικροαστικούς διανοούμενους της χώρας, όπως το φως τις πυγολαμπίδες. Όλα βαίνουν καλώς λοιπόν στην έρημο της εγχώριας μικροαστικής διανόησης. Όσο το αφόρητο της πραγματικότητας δεν μολύνει την θεωρία, για όσο η θεωρία θα παραμένει ατάκτως ειρημένες φράσεις σε διάρρηξη με αυτό που πραγματικά συμβαίνει, τόσο αυτό το μοντέλο διανόησης θα χαρίζει απείρου κάλλους στιγμές ηδονής και ευφορίας, στους έντεχνους χειροκροτητές του.
Καλώς ήρθατε στην εγχώρια έρημο του κανονικού. Εδώ η εργατική τάξη πεθαίνει δύο φορές. Πρώτα από ανία και μετά από φτώχεια. Αλλά μην ανησυχείτε. Η εγχώρια μικροαστική διανόηση θα είναι παρούσα για να καταγράψει ποσοτικά, όπως και να αναλύσει ποιοτικά το φαινόμενο.
Όλα βαίνουν καλώς λοιπόν, όταν τίποτε δεν κινείται, και όταν έχεις φροντίσει να βρίσκεσαι στην σωστή πλευρά της όχθης ώστε να ατενίζεις από απόστασης ασφαλείας την πραγματικότητα.
Η ανάθεση έγινε, η αμοιβή κατεβλήθη, η συγγραφή συνεχίζεται.
-Χρήστος Μιάμης
πηγή: Περιοδικό Κατιούσα