Αφιέρωμα: 4 Πεζά | Νάνσυ Αγγελή

November 2, 2019

Ένα κείμενο για το τέλος της μέρας που, συχνά, μοιάζει με το τέλος του αιώνα, το τέλος του κόσμου κ.ο.κ.

Fin de siècle

Οι χλωμές ακτίνες του ήλιου τρύπωναν δειλά ανάμεσα στα πυκνά φυλλώματα κι ύστερα σκορπίζονταν γοργά προς όλες τις κατευθύνσεις, αφήνοντας στο πέρασμά τους φευγαλέα πέπλα που εξατμίζονταν στον αέρα κι έπεφταν νωχελικά στο χώμα σαν αόρατη απαλή βροχή. Τα λεπτοδουλεμένα αρτ ντεκό κάγκελα κατά μήκος του ποταμού, ελαφρώς σκουριασμένα, τα φθαρμένα απ’ την πατίνα του χρόνου ξύλινα παγκάκια, οι κομψοί φανοστάτες Παρισινού στυλ, σβηστοί τώρα, τα μαρμάρινα σιντριβάνια σε σχήμα κόμης λιονταριού ή γυμνών αγγέλων, οι ρωγμές, τα υγρά σπογγώδη βρύα, τα νούφαρα στην επιφάνεια του νερού, τα ξερά φύλλα που περιδινίζονταν ελαφρά στην άκρη των χωμάτινων μονοπατιών, τα παρτέρια σε σχήμα ομόκεντρων κύκλων και λίγο πιο μακριά το μαντεμένιο αίθριο, ο σιδερένιος ασημί τρούλος σαν την ουρά μιας γοργόνας, όλα είχαν αφεθεί εκείνη την ακριβή στιγμή που το βλέμμα μου τ’ αγκάλιασε στη ραστώνη μιας παρατεταμένης σιέστα, το πάρκο ολάκερο είχε τεθεί λες στην υπηρεσία εκείνου του φθινοπωρινού υπαινικτικού απογεύματος, μετέωρος ο χώρος στον χρόνο λικνίζονταν ληθαργικά πάνω σ’ ένα σύννεφο απόλυτης σιωπής. 

Ήταν, λες, σαν μακρινά κρινολίνο να μας τύλιγαν περιπαικτικά με την αύρα τους από λεπτεπίλεπτο ιστό αράχνης, εμάς, τους λιγοστούς και σιωπηλούς που βρισκόμασταν διάσπαρτοι, κρυμμένοι πίσω από θάμνους, χαμένοι μες στα ερείπια εκείνων των φυτικών λαβυρίνθων, όμηροι ενός απέραντου κενού που είχε το πλάτος ενός πεζοδρομίου: Μερικοί βρώμικοι στοχαστικοί γέροι, μια παρέα προβληματικών εφήβων, μια θλιμμένη γυναίκα, ένας αναμαλλιασμένος νέος άνδρας, ένα-δυο παράταιροι μετανάστες, ένας τρελός, ένας άνεργος, ένας μεθυσμένος, ένας άστεγος. Ένα μικρό πλήθος ταπεινών και περιθωριακών αργόσχολων, με άλλα λόγια, παρευρίσκονταν εκείνη την ακριβή στιγμή, ερήμην του, ή ίσως κι όχι, σε κάτι που αν και έμοιαζε ασήμαντο ήταν το τέλος εποχής, το τέλος του αιώνα ή απλώς το τέλος της μέρας. Το τέλος ακόμη μιας μέρας.         

Από τη συλλογή διηγημάτων «Η νοητή ευθεία που ενώνει ένα σώμα μ’ ένα άλλο», εκδ. Σμίλη

Ένα κείμενο για όσα‒ απατηλά κι εφήμερα, αλίμονο!‒ μας σώζουν

Ιδιοκτησία

Ζούμε σε σπίτια που δεν είναι δικά μας. Αγαπιόμαστε σε δωμάτια που δεν είναι δικά μας. Κοιμόμαστε σε κρεβάτια που δεν είναι δικά μας. Ξυπνάμε απ’ το φως που μπαίνει από παράθυρα που δεν είναι δικά μας. Κλείνουμε κουρτίνες που δεν είναι δικές μας. Στολίζουμε τοίχους που δεν είναι δικοί μας. Καθόμαστε αγκαλιά σε καναπέδες που δεν είναι δικοί μας. Υποδεχόμαστε ανθρώπους ανοίγοντας πόρτες που δεν είναι δικές μας. Τα βήματά τους αντηχούν σε παρκέ που δεν είναι δικά μας. Τρώμε σε τραπέζια που δεν είναι δικά μας. Το κρέας κόβεται μέσα σε πιάτα που δεν είναι δικά μας ―ποτήρια τσουγκρίζονται, ελαφριά ραγίσματα στη γυαλιστερή επιφάνεια. Κι όταν το φαγοπότι τελειώσει, κλείνουμε φώτα που δεν είναι δικά μας. Το σκοτάδι μας τυλίγει κάθε βράδυ, κι είναι το μόνο που είναι δικό μας. 

Από τη συλλογή διηγημάτων «Η νοητή ευθεία που ενώνει ένα σώμα μ’ ένα άλλο», εκδ. Σμίλη

ελεγεία

Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να μην μεγαλώσουμε κι υπήρξαν στιγμές που ένιωθε κανείς πως τα είχαμε καταφέρει. Δοθήκαμε χωρίς τύψεις και δεύτερες σκέψεις στο παιχνίδι και τον έρωτα και μείναμε μωρά μέχρι πολύ μετά την ενηλικίωση μας. Ταξιδέψαμε και γνωρίσαμε άγνωστα μέρη, φτάσαμε μακριά, κάναμε νέους φίλους. Μπήκαμε σε Πανεπιστήμια, διαβάσαμε βιβλία, είδαμε ταινίες, επισκεφτήκαμε μουσεία, κάναμε σπουδές, σχέσεις, φωτογραφίες, ποιήματα, ενίοτε και παιδιά, δώσαμε όρκους, υποσχέσεις, φιλιά, πήγαμε βόλτες, εκδρομές, σε μασκέ πάρτυ, χαρήκαμε την νιότη, τον ήλιο, τις διακοπές, τις αργίες, τον καφέ και το τσιγάρο και γενικώς κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, η ζωή όμως, πέρασε μέσα απ’ τα χέρια μας.   

αγγελία

Ζητείται ορίζοντας. Κατά προτίμηση νέος.

H Νάνσυ Αγγελή γεννήθηκε στην Εύβοια το 1982. Σπούδασε δημοσιογραφία και από το 2008 ζει στην Ισπανία όπου ασχολείται με την λογοτεχνική μετάφραση και την διδασκαλία ξένων γλωσσών. Είναι τακτική συνεργάτης του ιστότοπου για το μικρό διήγημα «Πλανόδιον- Ιστορίες Μπονζάι». Διηγήματα και μεταφράσεις της συμπεριλαμβάνονται σε διάφορα περιοδικά του διαδικτύου καθώς και στα συλλογικά έργα «Ιστορίες Μπονζάι» (2014- 2016), εκδ. Γαβριηλίδης. Έχει εκδόσει δυο συλλογές διηγημάτων. Από τις εκδόσεις Σμίλη κυκλοφορεί η συλλογή μικρών πεζών «Η νοητή ευθεία που ενώνει ένα σώμα μ’ ένα άλλο».

Previous Story

SOLIDARITY DEMONSTRATION for migrants and spaces of struggle VICTORIA SQ. 2 Nov. 2019 Athens Greece

Next Story

The Ideology of Victimization – by Feral Faun


Latest from Poetry

Brikena Gishto- 3 ποιήματα

«Θα βρεθούμε ξανά» Ήξερε πως δεν απόμενε πολύς καιρός ήξερε πως έπρεπε να βιαστεί μα όσο πίστευε πως ήξερε τόσο περισσότερο έχανε το μυαλό
Go toTop