Τί σημαίνουν για εμάς οι δηλώσεις του Δημήτρη Ινδαρέ μετά τον ξυλοδαρμό του;

December 24, 2019

Από ότι φαίνεται μέχρι να φτάσει το δικαστήριο ο Δ. Ινδαρές θα λέει πως τις έφαγε τελικά από ιπτάμενους αναρχικούς. Η ‘απόσταση’ από όσα έζησε που διατυμπανίζει κι οι εκφράσεις που χρησιμοποιεί, δείχνουν δυο πράγματα:

1) τη δύναμη της ιδεολογίας, όπως έχει τονιστεί και σ’ άλλα κείμενα των ημερών. Ο τύπος αυτός κι η οικογένειά του βίωσαν άγρια καταστολή απ’ την αστυνομία, διαπόμπευση απ’ το κράτος, τα μήντια και κυβερνητικούς φορείς, ενώ έπεται μια δικαστική συνέχεια όπου εγκαλείται ως κατηγορούμενος. Όλα χωρίς κανέναν προφανή λόγο, μιας όπως κι ο ίδιος δε βαριέται να λέει είναι ένας ‘νομιμόφρων, καλός πολίτης’. Απ’ την άλλη, η κατάληψη δεν του ‘χε δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα στα δύο χρόνια, ενώ όταν απειλούνταν η σωματική ακεραιότητα των μελών, αυτά σεβάστηκαν το αίτημα της οικογένειας και δεν πέρασαν απ’ την ταράτσά τους. Το βίωμα όμως δεν είναι αρκετό για να τον κάνει τώρα να μη γλείφει το κράτος που τον έδειρε και να χαρακτηρίζει τη γειτνίαση με την κατάληψη ‘δυσάρεστη’. Αυτό όμως μας πάει και σ’ ένα άλλο σκέλος, πέρα απ’ το πολιτικό.

2) Η ηθική ποιότητα των ‘μετριοπαθών’ πολιτών που κρατάνε “ίσες αποστάσεις” σαν τον Ινδαρέ είναι για τα σκουπίδια. Μιλάμε για ξεφτίλα, όχι μαλακίες. Τις έφαγε απ’ την αστυνομία, οι αναρχικοί κι αριστεροί είναι που τον στηρίζουν τόσες μέρες απέναντι σ’ όλη τη λάσπη που του πετάνε οι ‘δικοί του’, κι ο ίδιος προσπαθεί να βγει λάδι αναιρώντας το ίδιο του το βίωμα και τη στήριξη αυτή. Με μια απεγνωσμένη ιαχή λέει στους μπογδάνους ‘παιδιά, εγώ μαζί σας είμαι, μη βαράτε άλλο!’. Καμία αναφορά στις υπόλοιπες ‘αναίτιες’ περιπτώσεις βίας απ’ την αστυνομία, στην καταστολή γενικότερα ή έστω κάποιο κριτικό σχόλιο στο πόσο προβληματικό είναι όλο αυτό που του συνέβη. ‘Όλα θα πάρουν το δρόμο τους’, ‘όλα είναι καλά’ (διάβασε από πίσω ‘τα βρήκα εγώ με τους δικούς μου, θα κοπάσει όλο αυτό γιατί είμαι αυτός που είμαι’). Το όλο σκηνικό παρουσιάζεται σαν εξαίρεση στο κατά τ’ άλλα θεόπνευστο, ‘μετριοπαθές’ έργο της αστυνομίας. Δε χρειάζεται να υποθέσουμε τί θα γινόταν αν στη θέση του Ινδαρέ ήταν ένας μετανάστης, μια φοιτήτρια ή κάποιος ‘άλλων’ πεποιθήσεων, διαφορετικής ‘ταυτοποίησης’ και χωρίς ‘τόσο’ έργο.

Μιλάμε για λυπηρή κατάσταση. Πρόκειται γι’ αντανάκλαση του κοινωνικού διαχωρισμού, του πόση δηλαδή απόσταση έχουν πάρει τέτοιοι ‘φιλήσυχοι πολίτες’ απ’ την κοινωνία, το συλλογικό και γενικότερα απ’ τους υπόλοιπους ανθρώπους και τα προβλήματά τους. Ο τύπος αυτός ζει στον κόσμο του, σε μια τέλεια αφαίρεση απ’ την πραγματικότητα. Και βόμβες να πέσουν δίπλα του, όσο δεν χτυπάνε το σπίτι του θα βάζει το κεφάλι του στην άμμο και θα ‘κοιτάει τη δουλειά του’.

Προσωπικά μ’ απογοητεύει πολύ αυτό. Όχι γιατί δεν περίμενα τί πάνω-κάτω θα ‘χε στο κεφάλι του ένας μεσοαστός, δεξιός σκηνοθέτης. Αλλά γιατί δείχνει πόσο βαθιά οι άνθρωποι επιμένουν να επενδύουν στα μικροσυμφέροντά τους και πόσο επενδεδυμένοι είναι οι ίδιοι από την ιδεολογία. Δείχνει δηλαδή πόσο καλή δουλειά έχουν κάνει οι εξουσίες, πόσο βαθιά μας έχουν εμποτίσει. Απ’ την άλλη, η αριστερά με τις επιλεκτικές ευαισθησίες, τους λόγους και τις δράσεις της, φαίνεται πολύ λίγη για ν’ αντιμετωπίσει τόσο σοβαρές πολιτικές συνθήκες, πόσο μάλλον ν’ αντιπαρατεθεί σε μια τέτοια δόμηση του υποκειμένου μ’ έναν στείρο, ιδεολογικό λόγο. Μάλλον χειρότερα τα κάνει τα πράγματα.

Η ποινικοποίηση, η καταστολή και το κλείσιμο των καταλήψεων μετατρέπεται έτσι σ’ ένα γιγάντιο άλμα προς τη δυστοπία, στην αποστέρηση των μητροπολιτικών γειτονιών μας από κάποιους χώρους ελευθερίας, που, με τις επιτυχίες κι αποτυχίες τους, δείχνουν έμπρακτα ότι κάτι άλλο είναι δυνατό. Κάθε χαμένη κατάληψη είναι μια μεγάλη νίκη του κεφαλαίου, είναι πεδίο για παραπάνω καφετέριες κι εμπορικά, νεκρούς, ομοιογενείς χώρους όπου η ύπαρξή σου μετριέται μονάχα με το πορτοφόλι σου. Μ’ άλλα λόγια, ο δυστοπικός χώρος και χρόνος του απόλυτου καπιταλισμού είναι ακριβώς αυτό, η εμπορευματική συνθήκη κατεξοχήν: υπάρχεις μόνο αν δουλεύεις ή αν πληρώνεις. 24/7 παραγωγή και κατανάλωση. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Τίποτα παραπέρα.

κείμενο: Stavros Kapas

Previous Story

Σιωπή | Δημήτρης Καφετζής

Next Story

Raul Vaneigem: Here we are! At the beginning of everything!


Latest from Local movement

Go toTop