Το καλοκαίρι της δυσαρέσκειας, σε αναζήτηση μιας σπίθας
Οι λογαριασμοί ενέργειας έχουν πάρει φωτιά, το ίδιο και ο πλανήτης στην κυριολεξία. Οι εργαζόμενοι στα τρένα απεργούν ενώ όλοι περιμένουμε από τα 200.000 μέλη του Κόμματος των Συντηρητικών να μας πούνε ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός. Οι μέρες στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι εκτός από τις πιο περίεργες και οι πιο ζεστές όλων των εποχών. Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι κανένας από τους δύο υποψηφίους για την ηγεσία των Συντηρητικών δεν έχει αυτό που χρειάζεται για να λύσει τα προβλήματα της επόμενης μέρας. Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι κανένας από τους δύο δεν το θέλει στ’ αλήθεια.
Απεναντίας, πλασάρονται η μία μεν σαν την απαραίτητη αλλαγή σελίδας για το κόμμα, αλλά και συνεχίστρια της πολιτικής του προκατόχου, σαν το φάντασμα της Θάτσερ αλλά στο στυλ μόνο, χωρίς την ουσία, ο άλλος δε σαν την επιστροφή στις αρχές της Νέας Δεξιάς, αλλά με ενωτικό κεντρώο προφίλ. Αυτό που φαίνεται δεν είναι αυτό που θα πάρεις. Οι Συντηρητικοί συχνά επικρίνουν την αριστερά «ότι θέλει να πάει τη χώρα πίσω στη δεκαετία του 1970», αλλά υποφέρουν ξεκάθαρα και οι ίδιοι από έλλειψη προοδευτικής σκέψης.
Σε κάθε περίπτωση το φθινόπωρο της δυσαρέσκειας θα μπορούσε να είναι πολύ πιο θεαματικό από το καλοκαίρι. Η νέα κυβέρνηση θα γιορτάσει τη νίκη της με το δεξιό Τύπο να πανηγυρίζει ενώσω οι Εργατικοί θα χλευάζονται που εξακολουθούν να έχουν ηγέτη ανδρικού φύλου, και δικαίως. Το να ηττάται το κόμμα της ισότητας τρεις φορές σε αυτό το πεδίο θα είναι εξευτελιστικό. Αλλά ο μήνας του μέλιτος θα είναι σύντομος. Οι διαιρέσεις μέσα στο κόμμα των Συντηρητικών είναι έντονες. Η νέα πρωθυπουργός θα πρέπει να αρχίσει να υλοποιεί τις δεσμεύσεις που ανέλαβε στην προεκλογική της εκστρατεία. Εν τω μεταξύ, οι οικονομικές δυσκολίες που υφίστανται οι καθημερινοί άνθρωποι θα επιδεινώνονται μέρα με τη μέρα. Εκτός από τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν πρόσφατα, η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει από το 2019 να υλοποιήσει το προεκλογικό της μανιφέστο και αυτό θα στοιχειώσει την νέα κυβέρνηση, ιδιαίτερα όσων αφορά την πολιτική για την αναβάθμιση κάποιων τμημάτων της χώρας που βρίσκεται πίσω σε υποδομές.
Ο νέος προϋπολογισμός έχει προγραμματιστεί για τον Νοέμβριο, αλλά θα είναι ένας «προϋπολογισμός έκτακτης ανάγκης», καλός για να δείξουν ότι έχουν τον έλεγχο αλλά κακός στο να αφήσει να φαίνεται ότι υπάρχει σε εξέλιξη μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Τα μικροπολιτικά παιχνίδια που θα ακολουθήσουν θα αφήσουν και πάλι τις διαιρέσεις να φανούν ενώ το προγραμματισμένο κομματικό συνέδριο και οι αναπόφευκτες εκκλήσεις για γενικές εκλογές θα αποτελέσουν την πρόκληση για τη νέα ηγέτιδα να αποδείξει την αξία της στην κάλπη.
Ο λαός παίζει ήδη πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλο αυτό το δράμα. Η πολιτική τάξη δεν έχει σαφώς την παραμικρή ιδέα για το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι. Η εκστρατεία Don’t Pay για τους λογαριασμούς ενέργειας έχει ανεβάσει ρυθμούς, οι απεργίες αυξάνονται όπως και οι εκκλήσεις για κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων και των εταιρειών ενέργειας. Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι άτολμη να δώσει μια απάντηση, ακολουθώντας πάντα την κοινή γνώμη χωρίς να μπορεί ποτέ να την καθοδηγήσει. Θα πρέπει να είμαστε ευγνώμονες διότι, αν τους δινόταν η ευκαιρία, θα μας οδηγούσαν με βεβαιότητα στον δρόμο του συμβιβασμού, αντί για αυτόν της εξέγερσης και της ελπίδας για νίκη. Ο ηγέτης των Εργατικών αποδεικνύει σε κάθε ευκαιρία ότι δεν είναι καν πραγματικός πολιτικός. Του λείπει το ένστικτο και συνεχώς διακηρύσσει βαρετές και ανούσιες κοινοτυπίες που φαίνεται να πιστεύει ότι είναι πολιτικές γραμμές. Η επιθυμία για οικονομική ανάπτυξη δεν είναι πολιτική. Το να είσαι ρεαλιστής απέναντι στις απεργίες επίσης δεν είναι πολιτική, και εξάλλου τι στο καλό σημαίνει αυτό;
Σε λίγες εβδομάδες, θα έχουμε στο Ηνωμένο Βασίλειο μια κυβέρνηση απρόθυμη να λύσει τα προβλήματα και μια αντιπολίτευση που δεν θα μπορεί να επωφεληθεί από αυτό. Θα εναπόκειται στους πολίτες να επιβάλουν τις εξελίξεις. Οικονομικοί σύμβουλοι προειδοποιούν εδώ και μήνες για το ενδεχόμενο πολιτικής ανυπακοής αναφερόμενοι ξεκάθαρα στην καμπάνια Don’t Pay. Ωστόσο, η πολιτική ανυπακοή μπορεί να προχωρήσει περισσότερο. Αν τα πράγματα δεν ζεσταθούν μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, τότε μήπως σίγουρα το φθινόπωρο;
Η αντίδραση των αφεντικών στο Don’t Pay εντείνεται
Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα της καμπάνιας Don’t Pay, που σχεδιάζει να πείσει ένα εκατομμύριο ανθρώπους να ακυρώσουν τις πάγιες εντολές πληρωμών στις τράπεζές τους την 1η Οκτωβρίου ως μοχλό πίεσης για μειώσεις των τιμών της ενέργειας, ήταν το πόσο γρήγορα το Κράτος, οι εταιρείες ενέργειας και πλέον και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις συσπειρώθηκαν όλοι πανικόβλητοι εναντίον του.
Η καμπάνια ξεκίνησε τον Ιούνιο και αν και καλύφθηκε από νωρίς από τον Guardian (εδώ από ελληνικό μέσο), πήρε πραγματικά μπρος στα μέσα του Ιουλίου μετά από άρθρο και συνέντευξη γνωστού οικονομικού συμβούλου. Οι εγγραφές εκτοξεύτηκαν (κοντά στις 100.000 αυτή τη στιγμή) καθώς άρθρα άρχισαν να ανεβαίνουν και σε άλλα μέσα – συμπεριλαμβανομένου του δεξιού Τύπου με τους Sun, Times, Telegraph και Daily Mail να το παρομοιάζουν με το ιστορικό ‘Poll Tax’, τον «κεφαλικό φόρο» σε μορφή δημοτικού τέλους που εισήγαγε η Θάτσερ και που προκάλεσε κύματα ταραχών που οδήγησαν στο τέλος της δεκαετούς θητείας της στο πρωθυπουργικό γραφείο, με την παραίτησή της στις 22 Νοεμβρίου 1990.
Αυτό το επίπεδο ενδιαφέροντος από τον δεξιό Τύπο είναι από μόνο του αποκαλυπτικό. Έχοντας πλήρη επίγνωση ότι από την εποχή της Θάτσερ είναι η πλευρά τους αυτή που καρπώνεται τα κέρδη, φοβούνται τις πιθανές συνέπειες εδώ και δεκαετίες, συχνά επιδεικνύοντας υποβόσκουσα παράνοια και πανικό, όπως κατά τη διάρκεια της εποχής του Κόρμπιν. Οι χρηματοδότες τους έχουν καταβροχθίσει ένα τεράστιο ποσοστό του διαθέσιμου πλούτου, αλλά δεν μπορούν απλώς να πάρουν τα κέρδη και να φύγουν – πρέπει να δουν πόσο περισσότερο μπορούν να συμπιέσουν την εργατική τάξη. Πόσο ακόμα αντέχει μέχρι να σταματήσει το πάρτι; Όπως και ο εθισμένος τζογαδόρος, οι πλούσιοι το ξέρουν ότι βρίσκονται μπροστά στο γκρεμό. Το ξέρουν ότι έχουν φτάσει τα πράγματα σε σημείο να κινδυνεύει η κοινωνική σταθερότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ενίσχυσαν αθόρυβα τις δυνάμεις τους κατά των διαμαρτυριών και απάντησαν με σκληρή καταστολή στις συγκρούσεις του Μπρίστολ του 2021.
Έτσι, ενώ ο υποψήφιοι για την προεδρία των Συντηρητικών τσακώνονται για τις πολιτικές ταυτότητας και τις φορολογικές περικοπές, δεν φαίνεται να σταματούν. Μια ζαριά ακόμα. Μπορούμε άραγε να δώσουμε στους μετόχους απεριόριστα μερίσματα και στα στελέχη επιχειρήσεων αυξήσεις μισθών πάνω από τον πληθωρισμό, πείθοντας παράλληλα τους εργαζόμενους ότι πρέπει να δεχτούν συγκράτηση των μισθών για να «καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό»; Μπορούμε μήπως να πείσουμε ότι τα τεράστια κέρδη των ενεργειακών κολοσσών είναι αποδεκτά και την ίδια στιγμή να υποστηρίζουμε ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να τριπλασιάσουμε τους λογαριασμούς για τους καταναλωτές; Πόσο καιρό ακόμα μας παίρνει να αγνοούμε το χάος που έχει προκαλέσει η ιδεολογική ιδιωτικοποίηση και κατάρρευση του ΕΣΥ και της εκπαίδευσης; Θα παρατηρήσει ο κόσμος ότι η αύξηση των επιτοκίων και τα σχέδιά μας για μείωση του ΦΠΑ, είτε δεν επηρεάζουν καθόλου, είτε παρά ελάχιστα, την ικανότητα των βιοποριστών να αντέξουν τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, ενώ είναι χρήσιμα δωράκια για όσους έχουν το χρήμα;
Και αυτή δεν είναι καν η μεγάλη εικόνα, αυτές είναι μόνο μερικές από τις κρίσεις και σκάνδαλα που συμβαίνουν αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή σε κεντρικό επίπεδο. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αρχίζουν να ανεβάζουν τους τόνους και να αναζητούν τρόπους για να μετριάσουν τον αντίκτυπο της πρώτης καμπάνιας εδώ και χρόνια που αμφισβητεί σοβαρά όχι μόνο τις συνέπειες της διαφθοράς τους αλλά και τη νομιμότητά τους. Η ιδέα του Don’t Pay επιτίθεται άμεσα στην καρδιά της ιδεολογίας τους, ότι οι ιδιοκτήτες είναι οι μόνοι κατάλληλοι και μάλιστα ηθικά σωστοί που μπορούν να καθορίζουν τις τιμές, ακόμη και όταν αυτή τους η δύναμη βλάπτει εκατομμύρια ανθρώπους.
Αυτό όμως που ίσως να εξέπληξε κάποιους τις τελευταίες ημέρες ήταν ο ενθουσιασμός με τον οποίο οι δικοί μας υποτιθέμενοι φύλακες και προστάτες έσπευσαν να στρατευτούν με αυτή την αντίδραση. Ο επικεφαλής της Ofgem (Σημ. η αντίστοιχη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας στην Βρετανία) βγήκε στο ράδιο του BBC για να πει ότι «θα αυξηθεί το κόστος σε όλους τους τομείς … εάν αντιμετωπίζετε δυσκολίες στην πληρωμή του λογαριασμού σας, το καλύτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να έρθετε σε επαφή με τον πάροχό σας». Αυτό αναπαράχθηκε από την εταιρεία συμβουλών του καταναλωτή Citizens Advice η οποία πρότεινε ομοίως να πάρουμε τηλέφωνο τους παρόχους ενέργειας για να «έρθουμε σε συμφωνία μαζί τους».
Φυσικά, η Ofgem υποτίθεται ότι πρέπει να ρυθμίζει τη συμπεριφορά των εταιρειών ενέργειας, όχι των καταναλωτών. Αλλά ο επικεφαλής της, ένας έμπειρος δημόσιος υπάλληλος, φαίνεται να έχει γίνει ενθουσιώδης υπερασπιστής των ενεργειακών κολοσσών από τότε που ανέλαβε καθήκοντα το 2020. Αρνήθηκε να αφήσει τις μικρότερες εταιρείες να μειώσουν τις τιμές έπειτα από αντίστοιχες μειώσεις της χονδρικής και ήταν επί της θητείας του όταν κατέρρευσαν περισσότεροι από 30 ενεργειακοί πάροχοι από τις αρχές του 2021, μετατρέποντας αυτόματα μια χούφτα από μεγαλο-παρόχους σε καρτέλ που τώρα επωφελούνται σε μεγάλο βαθμό από το νέο καθεστώς.
Η Citizens Advice, εν τω μεταξύ, είναι επίσης δυσκίνητη αν και για διαφορετικούς λόγους. Οι ΜΚΟ αυτού του είδους εμποδίζονται εδώ και πολλά χρόνια να διεξάγουν εκστρατείες σε πολιτική βάση και περιορίζονται σε μεγάλο βαθμό στο να κάνουν ό,τι μπορούν αρκεί να μην απειλείται το φιλανθρωπικό τους καθεστώς – καταρχήν δεν μπορούν να φανούν να υποστηρίζουν μια μαζική εκστρατεία στάσης πληρωμών. Ειδικά δεδομένου του πόσοι από τους μεγάλους υποστηρικτές τους αποτελούνται από τράπεζες και παρόχους ενέργειας. Η British Gas, η E.On, η SSE και η Shell τους συντηρούν για να παραμένουν τα γραφεία τους ανοιχτά. Αυτό δεν είναι φυσικά για να κατηγορήσουμε την ίδια την οργάνωση, πρέπει να πάρουν κι αυτοί τα χρήματά τους από κάπου για να καλύψουν έναν ζωτικό ρόλο που κανείς άλλος δεν επιτελεί, αλλά δεν μπορεί κανείς πραγματικά να αναμένει από αυτούς να αντιπαρατεθούν σε αυτήν την περίπτωση με τις πηγές του εισοδήματός τους.
Πράγματι και στις δύο περιπτώσεις μυρίζει έντονη χειραγώγηση, αν όχι έλλειψη φαντασίας, και στο λίγο λιγότερο από δύο μήνες που απομένουν πριν από την 1η Οκτωβρίου, μπορούμε να περιμένουμε πολύ περισσότερα από τα ίδια, ειδικά καθώς η καμπάνια Don’t Pay θα συνεχίζει να εντείνεται. Άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις και ιδρύματα θα κληθούν κι αυτές να δώσουν την επίσημη συμβουλή «να έρθετε σε επαφή με τον πάροχό σας» σαν να πρόκειται για ένα σύνηθες πρόβλημα έλλειψης χρημάτων. Εάν η καμπάνια τα πάει πολύ καλά, η κυβέρνηση μπορεί να αρχίσει να παρεμβαίνει άμεσα και οι πάροχοι θα επεξεργαστούν βρώμικα κόλπα – έχουν ήδη υπάρξει αναφορές για τετραψήφια «τέλη επανασύνδεσης» για όσους ζητούν να αντικαταστήσουν τους «έξυπνους» μετρητές τους με τους παλαιού τύπου που χρειάζεται να γίνει η μέτρηση και που δεν επιτρέπουν να γίνει η διακοπή ρεύματος με το πάτημα ενός κουμπιού.
Είναι σημαντικό να τα έχoυμε όλα αυτά κατά νου κατά τη διάρκεια της καμπάνιας. Οι πλούσιοι είναι νευρικοί καθώς ανησυχούν ότι μόλις οι άνθρωποι απορρίψουν την ιδέα ότι τα αφεντικά έχουν το δικαίωμα να κάνουν ό,τι θέλουν, δεν θα σταματήσουν στους λογαριασμούς φυσικού αερίου. Γι’ αυτό θα βάλουν τα μεγάλα μέσα, θα προσπαθήσουν να απονομιμοποιήσουν τους διοργανωτές, θα φέρουν αξιόπιστους «ανεξάρτητους» συμμάχους για να αρνηθούν την εκστρατεία, θα σπείρουν το φόβο και θα θυματοποιήσουν κάποιους για να δώσουν το παράδειγμα. Αλλά να θυμόμαστε ότι είναι νευρικοί για κάποιο λόγο. Είναι πολύ πιο αδύναμοι από ό,τι φαίνονται – ξέρουν ότι δεν έχουν τους πόρους για να ισοπεδώσουν ένα εκατομμύριο ανθρώπους ταυτόχρονα.
Το Don’t Pay έχει στρατηγική, έχει τις βασικές πληροφορίες για το πώς θα γίνει στην πράξη και για τεράστιο αριθμό ανθρώπων αυτοί οι λογαριασμοί δεν θα μπορέσουν να εξοφληθούν ούτως ή άλλως. Αυτή είναι μια ευκαιρία να ξεσηκωθούμε και να δώσουμε στα αρπαχτικά ένα καλό χτύπημα – πρέπει να την αρπάξουμε.
~Rr – Πηγή: Freedom News
Don’t Pay social media: Facebook | Twitter | Telegram |
Μετάφραση: Νίκος Γκατζίκης