“Κατάλαβα, έπειτα από τις εμπειρίες της τελευταίας εικοσαετίας, ότι ο ταξικός αγώνας και ο αγώνας των γυναικών είναι δύο πράγματα διαφορετικά. Γι` αυτό έγινα στρατευμένη φεμινίστρια. Υπάρχει μια πάλη καθαρά γυναικεία εναντίον των πατριαρχικών αξιών, που διαιωνίζονται σε όλα τα σημερινά κοινωνικά συστήματα. Και η πάλη αυτή δεν μπορεί παρά να διεξαχθεί μόνο από τις γυναίκες. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που θεωρώ το Κίνημα για την Απελευθέρωση των Γυναικών απαραίτητο στη σημερινή κοινωνία”.
Ενδιαφέρεται για την φυσική ισότητα και αντιτίθεται στους στερεοτυπικούς ρόλους των φύλων και στις διακρίσεις εναντίον των γυναικών που βασίζονται σε υποθέσεις πως οι γυναίκες πρέπει να είναι, να δείχνουν ή να συμπεριφέρονται ως παθητικές, αδύναμες και σωματικά αβοήθητες.
Απορρίπτει την ιδέα πως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ή ενδιαφέροντα είναι έμφυτα αρσενικά (ή θηλυκά), και υποστηρίζει και εξερευνά μια εικόνα ηρωϊκής γυναικείας φύσης. Υποστηρίζει και εξυμνεί γυναίκες που επιτυγχάνουν και εκφράζουν διανοητική και φυσική δύναμη, για παράδειγμα γυναίκες αθλήτριες δύναμης, πολεμικές καλλιτέχνες, γυναίκες στρατιώτες/ή γυναίκες σε μάχη, πυροσβέστες, ξυλοκόπους, αστροναύτες, αρσιβαρίστριες, παλεστές, μποξέρ, κ.α.
Αυτός ο κλάδος αποτελεί στην πραγματικότητα κοινωνικά συνειδητοποιημένη οικολογία με μια μικρή γνώση παρατήρησης ριζοσπαστικού και πολιτισμικού φεμινισμού ότι η εκμετάλλευση των γυναικών και η εκμετάλλευση της γης έχουν μερικούς εκπληκτικούς παραλληλισμούς. Η βάση του οικο-φεμινισμού δείχνει να είναι μια ποικιλία του σοσιαλισμού. Το κίνημα των Πρασίνων στην Ευρώπη έχει κάνει καλή δουλειά στη δόμηση (αν όχι στην εφαρμογή) ενός οικολογικά ευαισθητοποιημένου φεμινισμού και ενώ κανονικά δεν συμπεριλαμβάνεται στον οικο-φεμινισμό, τώρα πια αποτελεί βασική του συνιστώσα.
Πνευματικός Φεμινισμός
Ο Πνευματικός φεμινισμός είναι κλάδος του φεμινισμού που εστιάζεται στα ακόλουθα ζητήματα:
Θεά, ή το Θείο Θηλυκό θρησκείες των γυναικών γυναίκες σε θρησκευτικές ηγεσίες θρησκευτικές σκέψεις από μια φεμινιστική προοπτική θρησκευτικές και πνευματικές ανάγκες των γυναικών
Αυτή η περίοδος (αρχές δεκαετίας `80) των έντονων αντιπαραθέσεων μεταξύ των σεξουαλικά φιλελεύθερων φεμινιστριών και των φεμινιστριών που τάσσονταν κατά της πορνογραφίας είναι γνωστή ως «Φεμινιστικός Σεξουαλικός Πόλεμος».
Άλλες, λιγότερο ακαδημαϊκές σεξουαλικά φιλελεύθερες φεμινίστριες δεν έρχονται σε αντιπαράθεση με άλλες φεμινίστριες αλλά κατευθείαν με οτιδήποτε εκείνες θεωρούν ως πατριαρχικό έλεγχο της σεξουαλικότητας.
Οι σεξουαλικά φιλελεύθερες φεμινίστριες επικεντρώνονται στην ιδέα ότι η σεξουαλική απελευθέρωση είναι βασική συνιστώσα της γυναικείας απελευθέρωσης. Γι’ αυτό κι εναντιώνονται στις όποιες νομικές ή κοινωνικές ενέργειες για τον έλεγχο των σεξουαλικών δραστηριοτήτων μεταξύ συναινούντων ενηλίκων, όταν αυτές οι ενέργειες προέρχονται από την κυβέρνηση, άλλες φεμινίστριες, αντίπαλους του φεμινισμού ή από κάθε άλλο θεσμό.
Οι σεξουαλικά φιλελεύθερες φεμινίστριες αγκαλιάζουν τις ομάδες των σεξουαλικών μειονοτήτων υποστηρίζοντας την αξία της σύναψης συμμαχιών με μέλη ομάδων – στόχων όσων είναι σεξουαλικά αρνητικοί και συνδέονται με το σεξουαλικά θετικό κίνημα.
ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣΟ φεμινισμός εμφανίστηκε αρχικά στην Ευρώπη κατά τον 18ο αιώνα, την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης.
Το 1789, η Φελισιτέ ντε Κεραλιό παρουσίασε ένα Τετράδιο παραπόνων των γυναικών και ακολούθησε η Ολέμπ ντε Γκουζ το 1791 με μια Διακήρυξη των δικαιωμάτων των γυναικών στην οποία υποστηριζόταν το αίτημα όλων των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων και προβάλλονταν οι ιδεολογικοί λόγοι που βρίσκονταν στη βάση των διεκδικήσεων αυτών. Την περίοδο εκείνη εμφανίστηκαν στη Γαλλία πολλές γυναικείες λέσχες, οι οποίες αντιπροσώπευαν τις πρώτες τολμηρές εκδηλώσεις της φεμινιστικής ιδέας, που άρχιζε να επιβάλλεται ως κίνημα.
Στο μεταξύ, η φεμινιστική ιδέα άρχισε να κερδίζει έδαφος και στην Αγγλία: το 1792 η Μαίρη Ούλστονκραφτ έγραψε το βιβλίο «Διεκδίκηση των δικαιωμάτων των γυναικών». Οι ιδέες από τις οποίες εμπνεόταν η συγγραφέας υποστηρίχτηκαν ξανά και διαδόθηκαν, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα από τον Τζων Στούαρτ Μιλ.
Ο Τζων Στούαρτ Μιλ ήταν ο πρώτος Άγγλος βουλευτής που παρουσίασε στο Κοινοβούλιο (1866) ένα υπόμνημα μιας γυναικείας επιτροπής για την αναγνώριση του δικαιώματος της ψήφου στις γυναίκες. Από τότε η κατάκτηση του δικαιώματος της ψήφου άρχισε να θεωρείται ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός, η αφετηρία για άλλες κατακτήσεις. Ιδρύθηκαν πολλοί φεμινιστικοί σύλλογοι στο Λονδίνο, στο Μάντσεστερ, στο Μπρίστολ, κ.α. Επικεφαλής της γυναικείας κίνησης ήταν η Λυδία Μπέκερ.
Το 1903 σχηματίστηκε μια πραγματική οργάνωση, η WSPU (Women’s Sosial and Political Union) με πρωτοβουλία της Έμελιν Πάνκχερστ. Η γυναικεία αυτή εταιρεία – της οποίας τα μέλη ονομάστηκαν «σουφραζέτες» – υιοθέτησε ένα νέο σύστημα στην ιστορία του διεθνούς φεμινισμού: την πάλη. Άρχισε με τη διατάραξη των συνεδριάσεων των βουλευτών και κατάληξε στον εμπρησμό δημόσιων κτιρίων, σιδηροδρόμων, ταχυδρομικών γραφείων. Οι σουφραζέτες έγιναν πολλές φορές στόχος γελοιοποιήσεων, αλλά και φυλακίστηκαν και δημιούργησαν πολλές σοβαρές δυσκολίες στις κρατικές αρχές. Μόνο μετά τον Α` Παγκόσμιο πόλεμο (1918) οι Αγγλίδες απόκτησαν δικαίωμα ψήφου. Χρειάστηκαν αγώνες 50 ετών και 2584 υπομνήματα. Στο μεταξύ είχαν ήδη κερδίσει δικαίωμα ψήφου οι γυναίκες κάποιων σκανδιναβικών χωρών και της Ρωσίας. Μετά τις Αγγλίδες, πέτυχαν το δικαίωμα της ψήφου και οι Αμερικανίδες (1920). Ακολουθούν και οι γυναίκες άλλων χωρών.
Στις Η.Π.Α. επίσης η πάλη για το δικαίωμα της ψήφου ήταν μακροχρόνια. Η γέννηση του φεμινιστικού κινήματος έγινε το 1848, όταν στην Νέα Υόρκη μια ομάδα γυναικών, με επικεφαλής τη Λουκριτία Μοτ και την Ελίζαμπεθ Κάντυ Στάντον, συγκάλεσαν το πρώτο συνέδριο στην ιστορία του φεμινιστικού κινήματος για να παρουσιάσουν μια Διακήρυξη Αισθημάτων (κατά το πρότυπο της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας), αληθινό πρόγραμμα του μελλοντικού φεμινιστικού κινήματος, στην οποία, εκτός από το αίτημα της πολιτικής ψήφου, παρουσιάζονταν οι περιορισμοί που επιβάλλονταν στις γυναίκες στις σπουδές, στην εργασία, στο γάμο κλπ.
Το 1869 η Ελίζαμπεθ Κάντυ Στάντον και η Σούζαν Άντονυ ίδρυσαν την «Εθνική Οργάνωση για τη γυναικεία ψήφο» που είχε σκοπό να πετύχει τροποποίηση του Ομοσπονδιακού Συντάγματος ώστε να εξασφαλίζει τη γυναικεία ψήφο. Συγχρόνως μια άλλη φεμινιστική ομάδα ίδρυσε την «Αμερικανική Οργάνωση για τη γυναικεία ψήφο», που επιδίωκε την κατάκτηση του δικαιώματος της ψήφου με τις τροποποιήσεις των συνταγμάτων των διαφόρων Πολιτειών.
Τον Αύγουστο του 1854 η Φρειδερίκη Μπρέμερ δημοσίευσε στους «Τάιμς» μια έκκληση για διεθνή συνεργασία των γυναικών. Έτσι, προετοιμάστηκε το πρώτο Διεθνές Συνέδριο Γυναικών στην Ουάσιγκτον, το 1888. Η Εκτελεστική Επιτροπή του έθεσε τις βάσεις της παραπέρα πορείας του διεθνούς φεμινιστικού κινήματος.
Η 8 του Μάρτη 1857 είναι μέρα – ορόσημο για το παγκόσμιο φεμινιστικό κίνημα. Την ημέρα εκείνη οι εργάτριες ιματισμού της Νέας Υόρκης ξεσηκώθηκαν για πρώτη φορά σαν εργαζόμενες γυναίκες, έκαναν απεργία και διαδήλωσαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενες για τους άθλιους όρους δουλειάς. Η αστυνομία τις χτύπησε.
Το 1910 η Γερμανίδα επαναστάτρια Κλάρα Τσέτκιν πρότεινε στο Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Κοπεγχάγης να κηρυχθεί η 8 του Μάρτη σαν παγκόσμια αγωνιστική μέρα της γυναίκας. Κι από τότε γιορτάζεται σ’ όλο τον κόσμο.
Στην Ευρώπη η είσοδος συνεχώς περισσότερων γυναικών στη βιομηχανία παρουσίασε έντονα το πρόβλημα της γυναικείας χειραφέτησης στα εργατικά κόμματα. Ο Καρλ Μαρξ και κυρίως αργότερα ο Μπέμπελ υποστήριζε την ανάγκη της αναγνώρισης των αστικών πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών, αν και έκφρασε την πεποίθηση ότι μόνο με τη δημιουργία της σοσιαλιστικής κοινωνίας θα ήταν δυνατή η απόλυτη χειραφέτησή τους. Παρόμοια, οι Γερμανίδες φεμινίστριες θεωρούσαν ότι μόνο ο σοσιαλισμός θα εξασφάλιζε τελικά τη γυναικεία χειραφέτηση και αγωνίστηκαν ενεργητικά για την επικράτησή του.
Πέρα από το δυτικό κόσμο, εμφανίζεται ο φεμινισμός και στην Κίνα. Η Κίου Τζιν που έζησε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, αναπτύσσει πλούσιο και πολύπλευρο έργο. Η τολμηρή Κινέζα απευθύνεται στις συμπατριώτισσές της δίνοντας εξαιρετική σημασία στην αλληλεγγύη μεταξύ των γυναικών σαν κινητήρια δύναμη της πάλης τους για τη χειραφέτηση. Χειραφέτηση που δεν πρόκειται ποτέ να τους την παραχωρήσουν οι άντρες, αν οι ίδιες δεν παλέψουν για να την επιβάλουν.
Από το 1900 ιδρύονται σ’ όλη την Κίνα σύλλογοι ενάντια στο δέσιμο των ποδιών, το έργο των οποίων προβάλλεται από τον προοδευτικό Τύπο που αφιερώνει όλο και περισσότερο χώρο στην ισότητα των φύλων. Την ίδια εποχή κάνει την πρώτη εμφάνισή του ο κινέζικος φεμινιστικός Τύπος και παράλληλα αναπτύσσεται μια στρατευμένη γυναικεία λογοτεχνία που βάζει σαν στόχο το ξύπνημα των συνειδήσεων.
Η Ελλάδα δεν έμεινε ανεπηρέαστη απ’ όλη αυτή την φεμινιστική κίνηση. Στις 8 του Μάρτη του 1887 κυκλοφόρησε το πρώτο φύλλο της «Εφημερίδος των Κυριών» από την Καλλιρρόη Παρρέν που υπήρξε και η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος. Το 1911 η Παρρέν πρωτοστάτησε στην ίδρυση του «Λυκείου των Ελληνίδων», που είναι και η πρώτη συστηματική προσπάθεια στην Ελλάδα γυναικείας δράσης και χειραφέτησης.
Ο οργανωμένος αγώνας για την πολιτική χειραφέτηση της Ελληνίδας άρχισε το 1920 με την ίδρυση του «Συνδέσμου για τα δικαιώματα της γυναικός», με αποκλειστικό σκοπό ν’ αγωνιστεί για την πολιτική, κοινωνική και οικονομική εξύψωση της γυναίκας με τον άντρα. Ο Σύνδεσμος ήταν τμήμα της μεγάλης διεθνούς οργάνωσης υπέρ της γυναικείας ψήφου «International Woman Suffrage Alliance». Πρόεδρος του Συνδέσμου εξελέγη η Μαρία Νεγρεπόντη και Αντιπρόεδρος η Αύρα Θεοδωροπούλου. Κάθε Δευτέρα συγκεντρώνονταν και έκαναν ομιλίες και συζητήσεις, στις οποίες έπαιρναν μέρος όχι μόνο γυναίκες αλλά και άντρες φεμινιστές.
Το 1924 κυκλοφόρησε ο «Αγώνας της Γυναίκας». Μηνιαίο δελτίο του Συνδέσμου Ελληνίδων υπέρ των δικαιωμάτων της Γυναικός. Στην πρώτη σελίδα του πρώτου φύλλου γράφει: «ΖΗΤΟΥΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ, ΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΙΣΑ ΚΑΙ ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ». Πρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου: Αύρα Θεοδωροπούλου.
Το 1926 ιδρύεται η «Σοσιαλιστική Οργάνωση Γυναικών», τμήμα του «Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ελλάδος» και του «Διεθνούς Συμβουλίου Σοσιαλιστριών». Απευθύνεται κυρίως στις εργαζόμενες γυναίκες και εκδίδει το περιοδικό «Σοσιαλιστική Ζωή».
Το δεύτερο κύμα του Φεμινισμού εμφανίζεται σε Αμερική και Ευρώπη τη δεκαετία του `60 (στην Ελλάδα το 1975). Οι γυναίκες ονόμασαν το δικό τους κίνημα «Κίνημα για την Απελευθέρωση των Γυναικών». Οι φεμινίστριες συγκροτούνται σε μικρές αυτόνομες ομάδες χωρίς ιεραρχία, αδέσμευτες από κάθε κομματικό έλεγχο και από πολιτική ή άλλη οργάνωση. Είναι ομάδες αυτοσυνείδησης, δράσης και θεωρίας που εμφανίζονται σε χώρους δουλειάς, στα Πανεπιστήμια, σε γειτονιές, σε πόλεις, σε σχολές. Ενώνονται με βάση ένα θέμα κοινού ενδιαφέροντος και διαλύουν την ομάδα όταν οι μεταξύ τους διαφωνίες είναι αγεφύρωτες – κι αυτό εξηγεί γιατί τόσες πολλές ομάδες ήταν τόσο βραχύβιες. Οι αναλύσεις τους βασίζονται στις εμπειρίες και τη γνώση και συνδέουν το ιδιωτικό με το δημόσιο. Οι γυναίκες και οι άντρες έχουν ένα προκαθορισμένο κοινωνικό ρόλο. Το κοινωνικό φύλο (gender) κατασκευάζεται από και με τις ιδιότητες που έχει το βιολογικό φύλο (sex): θηλυκό ή αρσενικό, οι οποίες και προσδιορίζουν τη θέση τους στην κοινωνία. Και αυτό είναι ακριβώς που προσπαθούν να ανατρέψουν οι φεμινίστριες. Έτσι, η καταπίεση των γυναικών μπορεί να ερμηνευθεί, ερευνηθεί, κατανοηθεί και αλλάξει μόνο μέσα από το αυτόνομο κίνημα των γυναικών.
Στην εποχή μας, το φεμινιστικό κίνημα έχει περάσει πλέον σε μια άλλη φάση. Βρισκόμαστε στην περίοδο των δικτύων, του Ίντερνετ και του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Το φεμινιστικό κίνημα αφού απομαζικοποιήθηκε, κυρίως στη δεκαετία του `90, προσπάθησε και συγκρότησε τις εναπομείνασες δυνάμεις του σε ευρύτερα δίκτυα, στις ακαδημαϊκές σπουδές και ως κομμάτι του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Ταυτόχρονα αναπτύχθηκαν φεμινιστικές κινήσεις και στις άλλες ηπείρους του πλανήτη μας πέρα από την Ευρώπη και την Αμερική. Σ’ αυτή την φάση το φεμινιστικό κίνημα εστιάζει στα ιδιαίτερα προβλήματα επιμέρους κατηγοριών και ομάδων γυναικών, που υφίστανται διπλή ή και τριπλή καταπίεση, όπως οι μετανάστριες, οι λεσβίες, οι άνεργες κλπ. Αυτό είναι το τρίτο κύμα του φεμινισμού.
Στην εποχή μας, αρχές του 21ου αιώνα, οι γυναίκες έχουν κατοχυρώσει θεσμικά τα δικαιώματά τους, στον δυτικό κόσμο. Αυτό που έχει τώρα σημασία είναι να περάσουμε τις θεσμικές κατακτήσεις και την ισότητα στην καθημερινή ζωή, στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην εργασία και στη νοοτροπία των ανθρώπων. Να εξαλείψουμε τους μικρούς και μεγάλους σεξισμούς στη ζωή μας και σ’ όλους τους θεσμούς. Επίσης, να εστιάσουμε τους αγώνες μας στην αντιμετώπιση του προβλήματος της σεξιστικής βίας και να σταθούμε αλληλέγγυες προς τις γυναίκες του τρίτου κόσμου, του αναπτυσσόμενου κόσμου, που υπολείπονται θεσμικών κατακτήσεων και συνεπακόλουθων δικαιωμάτων. Αυτά είναι και τα μεγάλα “στοιχήματα” του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος και το μέλλον θα δείξει αν και τι θα πετύχουμε όσον αφορά αυτούς τους στόχους μας.