Η ιστορία της τετράχρονης
Μαρίας που βρέθηκε στο επίκεντρο του
ενδιαφέροντος όταν διαπιστώθηκε ότι
το ζευγάρι των Ρομά με τους οποίους
ζούσε δεν είναι οι βιολογικοί της γονείς
–χωρίς να έχουν διευκρινιστεί ως τώρα
οι συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε
υπό την κηδεμονία τους- έδωσε άλλη μια
φορά στα τηλεοπτικά κανάλια και τον
κίτρινο τύπο, έντυπο και ηλεκτρονικό,
τη χρυσή ευκαιρία να κάνουν εμπόριο
συναισθημάτων και φτηνής συγκίνησης.
Η ξαφνική ευαισθησία όμως που τους
κατέλαβε, μάλλον δεν έφτανε για να μην
αποδυθούν σε ένα ρατσιστικό παραλήρημα
που παρουσιάζει λίγο-πολύ την αρπαγή-απαγωγή
παιδιών ως μια «συνήθεια» όλων των Ρομά.
Είδαμε κρεμασμένο σε όλα τα περίπτερα
το πρωτοσέλιδο γνωστής κίτρινης φυλλάδας
με οκτάστηλο τίτλο: «ΡΟΜΑ αρπάζουν
μωράκια», ενώ ανάλογες διατυπώσεις
υπάρχουν και σε άλλες εφημερίδες, καθώς
και στο διαδίκτυο. Ακόμη και τα πιο
«ουδέτερα» ή «νηφάλια» σχετικά ρεπορτάζ
δεν παραλείπουν να αναφέρουν σε κάθε
αράδα τους το γεγονός ότι οι γονείς
είναι Ρομά.
ξαναδεί. Από τους «βρομοέλληνες»
μετανάστες στην Αμερική των αρχών του
20ου αιώνα που κατηγορούνταν συλλήβδην
για κάθε πιθανό ή απίθανο έγκλημα, μέχρι
τα πογκρόμ σε όλη την «πολιτισμένη»
Ευρώπη ενάντια στους «βρεφοφάγους»
Εβραίους που κορυφώθηκαν με το ναζιστικό
Ολοκαύτωμα, και από τους Αλβανούς
«δολοφόνους» της δεκαετίας του ’90 ως
τους «Γύφτους που κλέβουν μωρά» του
αιώνιου θαρρείς αστικού μύθου, ολόκληρες
εθνοτικές ή θρησκευτικές ομάδες μπαίνουν
στο στόχαστρο, με υποτιθέμενη αφορμή
τις υπαρκτές -ή ακόμη χειρότερα τις
ανύπαρκτες- παραβατικές συμπεριφορές
κάποιων μεμονωμένων ατόμων, αλλά στην
πραγματικότητα επειδή είναι διαφορετικοί,
φτωχοί κι εκμεταλλεύσιμοι.
το προαιώνιο πρόσχημα για τη στοχοποίηση
των Ρομά, η καταστολή της εγκληματικότητας,
γνωρίζει νέες δόξες. Από τα χρόνια της
Εσμεράλδας οι κοινότητες των Τσιγγάνων
αποτελούν τον αποδιοπομπαίο τράγο για
τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ανάμεσα στις
οποίες φυσικά και η ελληνική: θεωρούνται
μονίμως μιάσματα, ζούνε γενικά και
αόριστα σε «καταυλισμούς», κατηγορούνται
για όλων των ειδών τα εγκλήματα, η ύπαρξή
τους συνοδεύεται από ρατσιστικούς
μύθους και καταδιώκονται ομαδικά με
την πρώτη ευκαιρία. Άλλωστε ξεχωρίζουν
εύκολα από το χρώμα, την ενδυμασία, τον
τρόπο ζωής τους. Η κορύφωση των διωγμών
υπήρξε την περίοδο της ναζιστικής
κυριαρχίας, όταν χιλιάδες Ρομά και Σίντι
εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Αλλά οι διακρίσεις και οι διώξεις
συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι Ρομά
αντιμετωπίζονται από το ελληνικό κράτος
ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και
βιώνουν τον αποκλεισμό σε κάθε τους
βήμα –κι αντί να αναζητηθούν σε αυτά
οι λόγοι για τους οποίους κάποιοι από
αυτούς εξωθούνται σε παράνομες
δραστηριότητες και στο μικροέγκλημα,
βλέπουμε με κάθε αφορμή να ξεσπά ιερή
αγανάκτηση εναντίον τους στα ΜΜΕ και
στην ευυπόληπτη κοινωνία, τροφοδοτώντας
και υποστηρίζοντας νέες διώξεις, εναντίον
ολόκληρης φυσικά της κοινότητας των
Ρομά.
μαγισσών λοιπόν δεν πρόκειται για τίποτα
άλλο παρά για έναν ακόμη κρίκο στην
αλυσίδα του διάχυτου ρατσιστικού λόγου
και των φασιστικών πρακτικών του
ελληνικού κράτους: μετανάστες, οροθετικές,
lgbt κοινότητα, διεμφυλικά άτομα, πρόσφυγες,
μουσουλμάνοι, Ρομά, και άλλες κοινωνικές
ομάδες, αποτελούν τον τόσο βολικό για
την εξουσία -ιδίως σε περιόδους κρίσης-
εσωτερικό εχθρό και ως τέτοιοι
αντιμετωπίζονται. Με πρόσχημα -πάντα-
την “ασφάλεια των πολιτών” άνθρωποι
και ολόκληρες ομάδες διαπομπεύονται,
μαντρώνονται, διώκονται, στιγματίζονται,
αποκλείονται, αφήνονται να πεθάνουν.
δεν μπορούμε παρά να δείχνουμε την
αλληλεγγύη μας στους Ρομά και σε κάθε
κοινωνική ομάδα που στοχοποιείται λόγω
της διαφορετικότητάς της και να πολεμάμε
το ρατσισμό και το φασισμό “από όπου
κι αν προέρχονται.”