Η παράνομη διακίνηση μεταναστών αποτελεί μια σκληρή και εκμεταλλευτική πρακτική, εντούτοις συχνά είναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγει κανείς από τη φτώχεια ή τον πόλεμο. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος προϋποθέτει μια θεμελιακή επανεξέταση των καθεστώτων μετανάστευσης, περιλαμβανομένης και της πολιτικής για τους πρόσφυγες.
Για τα εκατομμύρια των ανθρώπων που επιθυμούν ή πρέπει να μεταναστεύσουν, οι επιλογές γίνονται σταδιακά όλο και πιο δύσκολες, επικίνδυνες και ακριβές. Η νόμιμη πρόσβαση στους προορισμούς που προτιμάν αποτελεί πια επιλογή μόνο για τους λίγους προνομιούχους. Οι υπόλοιποι ωθούνται στις ανοιχτές αγκαλιές αυτών που μπορούν να τους βοηθήσουν παρακάμπτοντας τα αυξανόμενα μέτρα ελέγχου και αποτροπής. Η παράνομη διακίνηση μεταναστών (η διασυνοριακή μεταφορά ανθρώπων με αντάλλαγμα το κέρδος) είναι, σύμφωνα με τις σχετικές εκθέσεις, μια από τις γρηγορότερα αναπτυσσόμενες και πιο επικερδείς μορφές οργανωμένου εγκλήματος. Είναι επίσης πολύ ευέλικτη, καθώς ανταποκρίνεται πολύ γρήγορα στις αλλαγές της ζήτησης, των κατασταλτικών και νομοθετικών πιέσεων. Για παράδειγμα, χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία, και όχι στη δράση των ανθρωπιστικών οργανώσεων, έγινε δυνατή η έξοδος εκατομμυρίων Σύριων από τη χώρα τους τα τελευταία χρόνια.
Πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως οι περισσότεροι μετανάστες που φεύγουν μη νόμιμα από τη χώρα τους χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες των παράνομων διακινητών σε κάποιο στάδιο του ταξιδιού τους: τα δυνητικά οφέλη υπερτερούν ξεκάθαρα του κόστους και των κινδύνων. Ειδικά για τους πρόσφυγες, οι παράνομοι διακινητές έχουν συχνά ζωτική σημασία, μια και οι νόμοι απόδοσης ασύλου απαιτούν από αυτούς που ζητούν προστασία να βρίσκονται εκτός της χώρας προέλευσής τους. Οι χώρες στις οποίες οι πρόσφυγες φτάνουν εύκολα είναι συνήθως ακατάλληλες ή απρόθυμες να τους προσφέρουν την προστασία και τη στήριξη που χρειάζονται. Οι παράνομοι διακινητές προσφέρουν στους πελάτες τους τη δυνατότητα να επηρεάσουν προς όφελός τους τις ελάχιστες πιθανότητες που σχεδόν πάντα έχουν ξεκινώντας το ταξίδι τους. Οι υπερασπιστές των προσφύγων το ξέρουν καλά αυτό, κι έτσι η υποστήριξή τους στον πόλεμο κατά της «διευκόλυνσης της παράτυπης μετανάστευσης» είναι πολύ διστακτική. Ο Τζέιμς Σ. Χάθαγουεϊ, ένας από τους κορυφαίους μελετητές του προσφυγικού δικαίου, έχει υποστηρίξει πως «οι παράνομοι διακινητές παίζουν έναν κρίσιμο ρόλο βοηθώντας τους πρόσφυγες να φτάσουν σε κάποιο ασφαλές μέρος». Απόψεις σαν του Χάθαγουεϊ μπορεί να διατυπώνονται σπάνια, αλλά δεν είναι ασυνήθεις.
Όταν κανείς βλέπει τόσο καταφανείς αδικίες σε τόσα μέρη του κόσμου, ίσως να μπει στον πειρασμό να ειδωλοποιήσει αυτούς που προσφέρουν μια έξοδο στους πληττόμενους πληθυσμούς. Αλλά μια τέτοια σκέψη θα ήταν συναισθηματική και αφελής. Ξέρουμε αρκετά πώς δουλεύει η παράνομη διακίνηση, για να συναισθανόμαστε πως δεν πρόκειται για κάποια σύγχρονη ανθρωπιστική επιχείρηση, μια εκδοχή της κινηματογραφικής «Λίστας του Σίντλερ». Πρόκειται, αντίθετα, για μια άθλια και ποταπή δραστηριότητα, με μοναδικό στόχο το χρηματικό κέρδος, ενώ συχνά βάζει σε σοβαρό κίνδυνο την ασφάλεια ή και τη ζωή όσων εμπλέκονται. Καθώς τα διακυβεύματα έχουν αυξηθεί, αναφέρονται ολοένα και συχνότερα περιστατικά βίας και κακοποίησης. Κάθε χρόνο, χιλιάδες μετανάστες πνίγονται προσπαθώντας να διασχίσουν τη Μεσόγειο για την Ευρώπη: παρατημένοι στα ανοιχτά πάνω σε αναξιόπλοα, και συχνά ανεπάνδρωτα σκάφη, παρότι έχουν πληρώσει πανάκριβα για το ταξίδι. Αντίστοιχες ιστορίες αφηγούνται και αυτοί που προσπαθούν να φτάσουν στην Αυστραλία από ενδιάμεσους σταθμούς στην Ινδονησία, όπως κι εκείνοι που προσπαθούν να μπουν στις ΗΠΑ διασχίζοντας το απέραντο και αφιλόξενο νότιο σύνορό τους.
Η «διευκόλυνση» της μετανάστευσης πολύ συχνά μετατρέπεται σε ανήκουστη κακομεταχείριση και εκμετάλλευση. Πολλοί Σομαλοί και Αιθίοπες πρόσφυγες που διακινούνται μέσω του Κέρατος της Αφρικής πέφτουν θύματα σωματικής βίας, σεξουαλικών επιθέσεων, εκβιασμών, εμπορίας ανθρώπων και φυλακίσεων από εθνικές αρχές (goo.gl/MW4zUJ). Σε μια τραγωδία που έχει μείνει ντροπιαστικά εκτός επικαιρότητας, χιλιάδες γυναίκες μετανάστριες από την ίδια περιοχή απλώς εξαφανίστηκαν, πιθανότατα θύματα απαγωγής για εκμετάλλευση (goo.gl/NKd9tC). Η Μεξικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει διατυπώσει τον απίστευτο ισχυρισμό ότι περίπου 20.000 από τους μετανάστες που προσπαθούν να μπουν στις ΗΠΑ απάγονται κάθε χρόνο και ζητούνται λύτρα για την απελευθέρωσή τους (goo.gl/gmVEHO).
Η κοινή γνώμη, ήδη ανήσυχη για την παράτυπη μετανάστευση, μπορεί εύκολα να αποδεχτεί τη δράση ενάντια στους παράνομους διακινητές, καθώς μάλιστα δεν είναι τόσο μια επίθεση στους μετανάστες καθαυτούς όσο σε εκείνους που εκμεταλλεύονται την αδυναμία και την απελπισία τους. Υπογραμμίζοντας τη σύνδεση με το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, τα κράτη μπορούν πιο εύκολα να χαρακτηρίσουν την παράνομη διακίνηση μεταναστών απειλή για τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια. Αυτό με τη σειρά του βοηθά στη δικαιολόγηση της αυστηροποίησης των συνοριακών ελέγχων, καθώς και της εντεινόμενης στρατιωτικοποίησης όλων των επόψεών τους.
Παρά την αυξανόμενη ενημέρωση για την κλίμακα και τη σοβαρότητα της εκμετάλλευσης των μεταναστών, η διεθνής αντίδραση στην παράνομη διακίνησή τους είναι μέχρι στιγμής ασυντόνιστη και αντιφατική. Τα μέτρα προστασίας όσων υφίστανται ακραία εκμετάλλευση (π.χ. νόμοι κατά της εμπορίας ανθρώπων) σπάνια εφαρμόζονται όταν τα θύματα είναι παράτυποι μετανάστες. Το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ κατά της Παράνομης Διακίνησης Μεταναστώνυποχρεώνει τα κράτη να ποινικοποιούν αυτή τη δραστηριότητα. Ωστόσο, το εργαλείο αυτό ελάχιστα συνεισφέρει στη διάλυση της γενικευμένης πεποίθησης ότι η παράνομη διακίνηση είναι έγκλημα κατά του κράτους, και ότι οι παράτυποι μετανάστες είναι συνένοχοι στην ίδια τους την κακοτυχία, και όχι θύματα που δικαιούνται προστασία και στήριξη. Πολλά κράτη έχουν, ούτως ή άλλως, απορρίψει τη σχετικά μετριοπαθή προσέγγιση του Πρωτοκόλλου του ΟΗΕ. Και αγνοούν το γράμμα και το πνεύμα των διεθνών τους δεσμεύσεων, κλείνοντας μυστικές συμφωνίες και νομικά αμφιλεγόμενες επιχειρήσεις που στοχεύουν στην απώθηση των διακινητών και την αποτροπή των μεταναστών από τη χρήση των υπηρεσιών τους.
Οπότε, τι μπορεί να γίνει; Δυστυχώς, όχι πολλά. Ο αριθμός των ανθρώπων που επιθυμούν –ή αναγκάζονται– να μετακινηθούν δεν δείχνει να μειώνεται· αντίθετα, πιθανότατα, θα αυξηθεί. Ακόμα και τα κράτη με τις καλύτερες προθέσεις θα αποδειχθούν ανίκανα να απορροφήσουν αυτές τις ροές χωρίς τεράστιο κόστος και σημαντική κοινωνική και πολιτική αναταραχή. Απούσης μιας γνήσιας συνεργασίας βασισμένης στην εμπιστοσύνη και σε μια αίσθηση μοιρασμένης ευθύνης, τα κίνητρα για κάποια αλλαγή είναι ελάχιστα: το κράτος που θα δείξει μεγαλύτερη προθυμία, για παράδειγμα διασώζοντας μετανάστες που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα, θα επωμισθεί αναπόφευκτα δυσανάλογο φορτίο.
Η παράτυπη, διευκολυνόμενη μετανάστευση είναι ένα έμπρακτο παράδειγμα αυτού που αποκαλείται «ανεπίλυτο πρόβλημα»: πρόβλημα που ανθίσταται στην επίλυσή του, συνήθως γιατί είναι μεταβλητό και ασαφές, και γιατί αποτελεί σύμπτωμα άλλων παραγόντων που με τη σειρά τους ανθίστανται στην αλλαγή. Στο περίπτωσή μας, αυτοί οι παράγοντες είναι, μεταξύ άλλων, αυτή καθαυτή η ύπαρξη των κρατών, οι μεγάλες ανισότητες μεταξύ τους, οι στρεβλώσεις της αγοράς που επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και αγαθών αλλά όχι και εργαζομένων, καθώς και ένα δυσλειτουργικό και στρεβλά εφαρμοζόμενο καθεστώς ασύλου που επιβραβεύει μονάχα όσους μετακινούνται. Η προκύπτουσα κατεύθυνση των πραγμάτων είναι στην ουσία απρόσβλητη σε οποιαδήποτε αντίδραση εκτός από την πιο δρακόντεια: η παράτυπη μετανάστευση μπορεί πιθανώς να επιβραδυνθεί μόνο μέσω της ανελέητης εκδήλωσης τεράστιας δύναμης και της παραβίασης των ατομικών δικαιωμάτων σε κλίμακα ασυνήθιστη και άβολη για τις σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες. Είναι δύσκολο να προβλεφθεί ποιος θα υποχωρήσει πρώτος στον σκληρό πόλεμο ανάμεσα στους μετανάστες και τους διακινητές τους απ’ τη μια, και τις χώρες-προτιμώμενους προορισμούς απ’ την άλλη. Πιθανότατα ο πόλεμος θα συνεχιστεί χωρίς ξεκάθαρους νικητές και ηττημένους, πάντως οι μετανάστες και η αφοσίωσή μας στα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια θα έχουν υποστεί σίγουρα τα σοβαρότερα πλήγματα.
Παρότι αποδεχόμαστε το αναπόφευκτο της παράτυπης μετανάστευσης, και άρα ότι η παράνομη διακίνηση μεταναστών δεν μπορεί να δαμαστεί, είναι αναγκαίο να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους απόδρασης από το τωρινό αδιέξοδο – ή, τουλάχιστον, εντοπισμού των μικρών ανοιγμάτων που ίσως αποτελούν τις απαρχές μιας αληθινής αλλαγής. Για παράδειγμα, πρέπει να απαιτήσουμε μεγαλύτερη διαφάνεια από τις κυβερνήσεις που εμπλέκονται σε δράσεις εναντίον της διακίνησης μεταναστών. Η τωρινή ατμόσφαιρα μυστικότητας (που τυπικά δικαιολογείται με όρους που θα ταίριαζαν περισσότερο σε αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις) είναι επικίνδυνη, αδικαιολόγητη και ανελεύθερη. Επίσης, πολλά περισσότερα θα μπορούσε και θα έπρεπε να γίνουν στο ευρύτερο ζήτημα των δικαιωμάτων των μεταναστών. Τα κράτη που καρπώνονται τα ανυπολόγιστα οφέλη του χαμηλού εργατικού κόστους των μεταναστών, τα οποία παράγουν τη ζήτηση στην οποία αυτοί απαντούν, δεν θα έπρεπε να τα συγχωρούμε τόσο εύκολα όταν υπερασπίζουν και συντηρούν ένα σύστημα που στερεί από τους μετανάστες ακόμα και την πιο στοιχειώδη νομική και κοινωνική προστασία.
μετάφραση: Δημήτρης Ιωάννου
πηγή: Ενθέματα https://enthemata.wordpress.com/2015/04/26/gallagher/