Τη μέρα που τελικά δεν έκλαψα
πήρα ταξί με τα τελευταία ψιλά
κι από την εποχή που σου ζύγιζα το σνιφ
πεντεμιση ευρώ διαδρομή μετά
εμείς καθόμαστε σε κύκλο στη πλατεία
κι απέναντι
οι καλλιτέχνες φοράνε λευκές καρέκλες στα μαλλιά
όπως τα φέρετρα των ανυμφευτων
βάζουν τη ζωή σταυροποδι
Ε9 και τσάμπα κόκκινο κρασί
και τ’ αξηλωτα τούβλα που πατάνε
τα δηλωμένα εισοδήματα του τώρα
γιατί αν το καλοσκεφτεις
κι οι συγγραφείς
για ένα ISBN στο κατάλογο καίγονται
κι έτσι σπάσαμε
ο ένας με παγωμένα πόδια
το Κατερινιω με ένα παλτό δύο νούμερα πιο μεγάλο
κι εγώ τρομαγμένος ψάχνοντας κάτι να τραγουδάει στη τσέπη ακόμα.
Τη μέρα που δεν είχες κάτι για να κλαψεις
το αστείο σε βρίσκει
να μιλάνε στο Τσιν Τσιν για τον εμφύλιο και τον Ζαχαριάδη
χορεύοντας τη θλίψη τους οι μπρουκληδες New York New York
μια Τέταρτη, λυπημένων Χριστουγεννων 2017
και να χαμογελάς
γιατί αν αφήνεις κάτι
αυτό είναι μια φάρσα
όπως τα πενθήμερα πρωινά δρομολόγια που αποφεύγω
νομιζοντας πως κάνω τη διαφορά
πηγαίνοντας στη δουλειά με τα πόδια
το ψέμα που λέω όταν βγάζω τα καινούρια μου παπούτσια
κι όσο για τη παιδική χαρά που σού’ χα γράψει
αυτοί μου λέγαν μπράβο για τη βροχή
και πώς να σου πω όταν με ρώτησες τι σκέφτομαι
αφού δεν ξέρω από μουσική
μόνο κοροϊδεύω τον εαυτό μου
ρίχνοντας το φταίξιμο στη κβαντική
κι όπως έψαχνα τα κλειδιά μου
δύο συχνότητες πιο πέρα από τον κοσμο
εκείνος είπε σ αγαπώ
αυτή το ίδιο
μετά στη Θησέως πήρε ο καθένας αντίθετο ρεύμα
γιατί στο τέλος δεν μένει τίποτα
μόνο χρεωμενες κιλοβατωρες για τη παροχή εναλλασσομενου ρεύματος
και να κατουρας κλαίγοντας
τη τελευταία μέρα
που έψαξες κάτι αθώο πάνω σου
και χαμογελασες.
πήρα ταξί με τα τελευταία ψιλά
κι από την εποχή που σου ζύγιζα το σνιφ
πεντεμιση ευρώ διαδρομή μετά
εμείς καθόμαστε σε κύκλο στη πλατεία
κι απέναντι
οι καλλιτέχνες φοράνε λευκές καρέκλες στα μαλλιά
όπως τα φέρετρα των ανυμφευτων
βάζουν τη ζωή σταυροποδι
Ε9 και τσάμπα κόκκινο κρασί
και τ’ αξηλωτα τούβλα που πατάνε
τα δηλωμένα εισοδήματα του τώρα
γιατί αν το καλοσκεφτεις
κι οι συγγραφείς
για ένα ISBN στο κατάλογο καίγονται
κι έτσι σπάσαμε
ο ένας με παγωμένα πόδια
το Κατερινιω με ένα παλτό δύο νούμερα πιο μεγάλο
κι εγώ τρομαγμένος ψάχνοντας κάτι να τραγουδάει στη τσέπη ακόμα.
Τη μέρα που δεν είχες κάτι για να κλαψεις
το αστείο σε βρίσκει
να μιλάνε στο Τσιν Τσιν για τον εμφύλιο και τον Ζαχαριάδη
χορεύοντας τη θλίψη τους οι μπρουκληδες New York New York
μια Τέταρτη, λυπημένων Χριστουγεννων 2017
και να χαμογελάς
γιατί αν αφήνεις κάτι
αυτό είναι μια φάρσα
όπως τα πενθήμερα πρωινά δρομολόγια που αποφεύγω
νομιζοντας πως κάνω τη διαφορά
πηγαίνοντας στη δουλειά με τα πόδια
το ψέμα που λέω όταν βγάζω τα καινούρια μου παπούτσια
κι όσο για τη παιδική χαρά που σού’ χα γράψει
αυτοί μου λέγαν μπράβο για τη βροχή
και πώς να σου πω όταν με ρώτησες τι σκέφτομαι
αφού δεν ξέρω από μουσική
μόνο κοροϊδεύω τον εαυτό μου
ρίχνοντας το φταίξιμο στη κβαντική
κι όπως έψαχνα τα κλειδιά μου
δύο συχνότητες πιο πέρα από τον κοσμο
εκείνος είπε σ αγαπώ
αυτή το ίδιο
μετά στη Θησέως πήρε ο καθένας αντίθετο ρεύμα
γιατί στο τέλος δεν μένει τίποτα
μόνο χρεωμενες κιλοβατωρες για τη παροχή εναλλασσομενου ρεύματος
και να κατουρας κλαίγοντας
τη τελευταία μέρα
που έψαξες κάτι αθώο πάνω σου
και χαμογελασες.
| συγγνώμη για τους ξεχασμένους.
Καμιά φορά με πιάνει |