Από τις πρώτες στάσεις εργασίας και εξεγέρσεις των δούλων του 2ου πΧ αιώνα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στις εξεγέρσεις των δουλοπάροικων του Μεσαίωνα στην Αγγλία και στη Γερμανία του 15ου αιώνα, μέχρι τις πρώτες απεργιακές κινητοποιήσεις του 1886 στο Σικάγο και του 1888 απ’τους καπνεργάτες της Δράμας, παρατηρείται ένα πανανθρώπινο φαινόμενο στα πλαίσια της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Κάποιοι άνθρωποι να σταματούν για λίγο τη δουλειά τους, να σμίγουν μεταξύ τους και να οργανώνονται, για να διεκδικήσουν συνήθως πολύ βασικά πραγματάκια, όπως λιγότερες ώρες δουλειάς, λίγο καλύτερο φαγητό, λίγα περισσότερα λεφτά, λίγο μεγαλύτερο διάλειμμα για τουαλέτα και καφέ, λίγο καλύτερη μεταχείριση όταν πρόκειται να γεννήσουν και το κυριότερο το δικαίωμα να σμίγουν και να σταματούν τη δουλειά όποτε αυτοί κρίνουν, χωρίς τη συγκατάθεση του ηγεμόνα, του γαιοκτήμονα, του επισκόπου ή του τσιφλικά.
Από την άλλη πλευρά πάντοτε έρχονταν άνθρωποι ισχυροί, που καρπώνονταν τον ιδρώτα αυτών που δούλευαν, και με το πρόσχημα ότι διαταρασσόταν η “κανονική ροή” της ζωής, των υπολοίπων “κανονικών” ανθρώπων, είτε έσφαζαν τους εξεγερμένους, είτε τους κρεμούσαν, τους σταύρωναν, τους πυροβολούσαν, τους φυλάκιζαν, τους βασάνιζαν, προκειμένου να αποκαταστήσουν την “ομαλή ροή” των πραγμάτων στους κανονικούς της ρυθμούς.
Από τότε μέχρι σήμερα, από την εξέγερση του Τόμας Μύνστερ, στη γαλλική επανάσταση μέχρι και τη σφαγή των μεταλλωρύχων στην Σέριφο, ένα μόνο πράγμα έχει αλλάξει: η απεργία καθιερώθηκε μετά από τόνους αίματος ως δικαίωμα και οι ισχυροί αυτοί άνθρωποι δεν μπορούν πλέον απροκάλυπτα να σκοτώνουν ή να φυλακίζουν αυτούς που το ασκούν.
Οπότε αναγκάστηκαν να βρουν άλλους τρόπους για να περιορίσουν το δικαίωμα αυτό. Στηρίχθηκαν όπως και τότε, έτσι και τώρα, στην αδιαφορία των “κανονικών ανθρώπων”, αυτών που θέλουν “απλά να πάνε στη δουλειά τους” και με το πρόσχημα αυτό να στρέψουν τους “κανονικούς ανθρώπους” απέναντι σε αυτούς που ζητούν πέντε δέκα αυτονόητα πράγματα για να γίνει λίγο καλύτερη όχι μόνο η δική τους ζωή αλλά και η ζωή των “κανονικών” ανθρώπων.
Ο Μητσοτάκης σήμερα δεν είπε τίποτα περισσότερο από αυτό που πίστευε και πιστεύει η φάρα των ηγεμόνων, των φεουδαρχών, των επισκόπων, των βιομηχάνων όταν χαρακτήριζαν τους εξεγερμένους “ορδές από κλέφτες και δολοφόνους”. Ζήτησε να περιοριστεί ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, για χάρη των “κανονικών ανθρώπων”, με μοντέρνο περιτύλιγμα επειδή “αυτά αποτελούν παρελθόν”.
Μια ζωή όμως χωρίς απεργίες, χωρίς διεκδικήσεις και απολαύσεις, είναι μια ζωή βαρετή, μια ζωή νεκροταφείο, δηλαδή όπως ακριβώς την φαντάζονται ο Μητσοτάκης και όσοι τον στηρίζουν. Και αυτό είναι ένα γεγονός που υφίσταται σαν τους νόμους της φυσικής, αμετάβλητο στην διάρκεια του χρόνου, όσο και αν ελπίζουν κάποιοι να το υποτάξουν σε σχήματα παρόντος – παρελθόντος, μοντέρνου ή παλιού.
Όσες φορές λοιπόν οι εξεγερμένοι απέτυχαν, δεν απέτυχαν από τους Μητσοτάκηδες αυτού του κόσμου, αλλά από την υπάκουη συμμόρφωση των “κανονικών ανθρώπων” και των διαμεσολαβητών τους.
Αλληλεγγύη και στήριξη σε κάθε απεργό, σε δρόμους, φυλακές και λιμάνια.
________________