«Θα βρεθούμε ξανά»
Ήξερε
πως δεν απόμενε πολύς καιρός
ήξερε
πως έπρεπε να βιαστεί
μα όσο πίστευε πως ήξερε
τόσο περισσότερο έχανε το μυαλό του
τόσο έχανε
λέξεις
μνήμες
ήχους
όσο
νόμιζε πως ήξερε
δεν ήξερε τίποτα
κι όσο αγνοούσε την πεποίθηση της γνώσης
τόσο περισσότερο μάθαινε
και ήξερε
τότε ήξερε
πραγματικά
στην πηγή
της μη γνώσης
ξεπρόβαλε
η γνώση
«Τι να είναι άραγε
αυτό που τόσο καλά νομίζω ότι ξέρω;»
αναρωτήθηκε
όταν συνειδητοποίησε πως αυτό που πραγματικά ήθελε
ήταν
να μην γνωρίζει
τίποτα
πια.
Έπειτα από αυτή του τη σκέψη
κοίταξε γύρω του
και είδε
ότι τελικά
δεν ήξερε
αλλά
ήθελε.
«Σαν τα δέντρα που τα φυτεύουνε σε λάθος χώμα»
βρεθήκαμε
με τις ρίζες στον αέρα
να ψάχνουμε
να τις φυτέψουμε ξανά
μόνες
μας
να τις βρούμε
μα
δίχως νερό
πώς αυτές
να
βρεθούν κάπου ξανά
να
μπλεχτούν
σε νου
σώμα να βρουν
κάπου
μακριά από εμάς
κάτι υπάρχει
κάπου
μακριά από εμάς
κάτι υπάρχει
έλα
να ψάξουμε μαζί αυτό
που υπάρχει
βάλε
τα χέρια σου
βάλε
τα χέρια στο κεφάλι
μέσα
από εκεί
βγάλε
αυτό που σε κρατά
βάλε τα χέρια σου ξανά στο χώμα
βάλε
τα χέρια σου βαθιά
στο χώμα
να βρεθούμε εκεί
στο χώμα
ναι
έλα να βρεθούμε ξανά εκεί
στο χώμα
εκεί που οι ρίζες πάνε προς τα κάτω
μετά τις υψηλές του καλοκαιριού θερμοκρασίες
αφότου περάσουν κι οι παγωνιές
κι ύστερα
ψηλά
εκεί
που ανηφορίζουν
τ’ άνθη
στο νερό αφέσου
έλα
κύλα
μη φοβάσαι πια
αυτό που σε κρατά
όχι
μη φοβάσαι
αυτό που σου λέει «μη»
μη
φοβάσαι
αυτό που να κυριαρχήσει θέλει
μη
το «μη»
μη
τομή εκεί κάνε
διασχίζεις
τον ουρανό εκεί
μαζί σου έχεις
μαζί σου έχεις
εκεί
μαζί σου είναι
μαζί σου εδώ
είναι
βάλε τα χέρια σου βαθιά
τη γλώσσα τράβα
τη γλώσσα βγάλε
βγάλε τους τη γλώσσα
αφέσου εκεί
αφέσου εδώ
τώρα
εδώ
είναι ο τόπος
τώρα
εδώ είναι η χώρα
χώρα
εδώ
είναι
η ώρα
τώρα.
«Σαν το νερό που κυλάει»
Θα έρθουν οι μέρες που
θα μυρίζουμε το χώμα μετά τη βροχή
και θα είναι όμορφες οι σκέψεις μας
θα τρέχουμε με γυμνά πόδια
και δε θα μας πονάνε τα δάχτυλα
κανένα εμπόδιο πια
θα χτίσουμε το σπίτι μας δίπλα στο ποτάμι
και θα βουτάμε στα όνειρά μας με το κεφάλι
και το πρωί θα μας ξυπνάνε τα πουλιά
θα φέρνουν νότες στο τραπέζι και ψωμί
να τις τρώμε
και θα τις τρώμε
και δε θα βγαίνουν λέξεις από το στόμα μας πια
μα
μουσικές
μελωδίες
~ααα
αα
α
εε~
εε
ε
το φως που θα μπαίνει από το παράθυρο θα ζεσταίνει τις κρύες μύτες μας
και θα περπατάμε στο δάσος
και θα τρέχουμε
δε θα βιαζόμαστε, όμως, πια
και τα δέντρα θα σκεπάζουνε τους φόβους μας
οι μέλισσες θα έχουν κι αυτές σπίτι
τα ζώα δίπλα μας θα μιλούν στη δική τους γλώσσα
κι εμείς θα την κατανοούμε
κι εμείς θα κ α τ α ν ο ο ύ μ ε
θα μιλάμε μια άλλη γλώσσα
η γλώσσα των ονείρων μας
θα γίνει η γλώσσα μας
ρήματα όπως: ακούω, κατανοώ, αγαπώ, χαϊδεύω, αγκαλιάζω, μυρίζω
ουσιαστικά όπως: εμπιστοσύνη, κατανόηση, φροντίδα, πίστη, αφοσίωση, φως, ελπίδα, αγάπη
θα ξεχυθούν στο ποτάμι
θα πέφτουν τα φύλλα
θα ταξιδεύουμε μαζί τους
ο αέρας
θα χαϊδεύει
την πλάτη μας
οι ώμοι μας δε θα έχουν βάρος
οι αγκώνες μας δε θα κάνουν γωνίες
τα γόνατά μας δε θα τρέμουν πια
το σώμα μας
θα στρογγυλέψει
θα χωράει όλος ο κόσμος
θα έρθουν οι μέρες
που το σπίτι δίπλα στο ποτάμι
θα γίνει το σπίτι μας
η γλώσσα των ονείρων
θα γίνει η γλώσσα μας
δε θα μιλάμε πια με λέξεις
θα αγαπάμε
δίχως σκέψεις
δίχως όρια
θα αγαπάμε
δίχως όρια
θα αγαπάμε
δίχως όρια
θα
σε
ψάχνω
μέσα
μου
σαν
το
νερό
που
κυλάει.
______
Η ποιητική συλλογή της Brikena Gishto ” Πέρα από τους φράχτες” κυκλοφόρησε το 2022 από τις εκδόσεις Ιωλκός