ΑΣΤΥΝΟΜΕΥΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ «ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΩΝ», ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΜΕΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ
Nicolas Richen et Lola
Με τη συνεργασία: Γεώργιος Βοντίτσος
Διερμηνεία συνέντευξης από Ελληνικά στα Γαλλικά: Elisabetta Garieri
Μετάφραση: Τάσος Σαγρής / Κενό Δίκτυο / http://voidnetwork.gr
ΑΙΣΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΣΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΧΩΡΟ
Ένας ελεύθερος, ανοιχτός χώρος, πράσινος και ευνοϊκός για δραστηριότητες αυτοδιαχείρισης. Ένας καθημερινός χώρος που αποκρυσταλλώνει όμως και φόβους, είτε είναι αποδεδειγμένοι είτε όχι. Ένας χώρος για να αναπνεύσεις, μερικές φορές για να κρυφτείς και άλλες για να ξεκουραστείς. Ένας πράσινος πνεύμονας σε μια αποπνικτική, τσιμεντένια, θορυβώδη πόλη. Με αυτό τον τρόπο συχνά περιγράφουν οι Αθηναίοι το Πεδίον του Άρεως, το μεγαλύτερο πάρκο στο κέντρο της πόλης, το οποίο διαχειρίζεται η Περιφέρεια Αττικής. Αυτό το πάρκο περπατάμε σε καθημερινή βάση και σε αυτό το πλαίσιο ξεκίνησε ο προβληματισμός* μας. Τον Ιούνιο του 2022 έφτασε στο Πεδίον του Άρεως η έκθεση σύγχρονης τέχνης “Πλάσματα”. Για άλλη μια φορά, ο διοργανωτής του, το Ίδρυμα Ωνάση, κατέλαβε και οργάνωσε τον χώρο, κάνοντας ολοένα και πιο δύσκολες τις άτυπες χρήσεις και δραστηριότητες. Με αφορμή την καραντίνα της πανδημίας και το κλείσιμο των δημόσιων χώρων το καλοκαίρι του 2021, το Ίδρυμα Ωνάση διοργάνωσε στο ίδιο πάρκο, την έκθεση You and AI: Through the Algorithmic Lens (Εσύ και η Τεχνητή Νοημοσύνη- Μέσα από την Οπτική του Αλγόριθμου). Και πάλι, στο πάρκο, οθόνες με πολλά μέτρα ύψος και πλάτος μας κατακλύζουν, τα soundtrack εμποτίζουν το ηχητικό τοπίο, οι υπάλληλοι (σίγουρα επισφαλείς εργάτες) που βρίσκονταν σε κάθε εγκατάσταση διασφάλιζαν με την παρουσία τους την ασφάλεια.
Είχαμε την αίσθηση ότι μια σημαντική αλλαγή συνέβαινε στο πάρκο: ένα αίσθημα ανησυχίας, συμβολικής βίας και ασυμφωνίας είχε εγκατασταθεί. Αυτή η αίσθηση είναι η αφετηρία αυτού του άρθρου. Είναι μια αντανάκλαση εγγενώς ρατσιστικών πολιτικών, αλλά και χωροταξικής πάλης και επομένως, αναπόφευκτα, ενός ολοένα και πιο βίαιου κοινωνικού- ταξικού πολέμου στο κέντρο της Αθήνας. Στη συνέχεια θέλαμε να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς εξουσίας στο πάρκο για να κατανοήσουμε ένα πιο παγκόσμιο φαινόμενο που καταβροχθίζει την πόλη: τον φιλανθρωπικό καπιταλισμό.
Σιγά σιγά καταλάβαμε ότι το Πεδίον του Άρεως ήταν στην πραγματικότητα ένας ακόμη ελεύθερος και πράσινος χώρος που θα τυποποιηθεί από τον Δήμο Αθηναίων, την Περιφέρεια Αττικής και μια ολόκληρη σειρά ιδιωτικών παραγόντων, όπως και οι λόφοι Φιλοπάππου και Στρέφη, η Πλατεία Εξαρχείων ή τα πάρκα Ακαδημίας Πλάτωνος, Κύπρου και Πατησίων, Δρακοπούλου, για να αναφέρουμε μόνο μερικά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μιλάμε για χώρους πρασίνου, όχι όμως με τον τρόπο που τους αντιμετωπίζει η πολιτιστική ελίτ που απαρτίζει το Ίδρυμα Ωνάση – ως υγειονομικά προσεγμένα «περιβάλλοντα», με σκοπό να βελτιστοποιηθεί η χρήση, δηλαδή να γίνουν «ελκυστικοί». Όχι, αυτό που θέλουμε είναι να εστιάσουμε περισσότερο στην οικολογία της τάξης των αποκλεισμένων. Αυτός είναι ένας συνεχής αγώνας ανάμεσα σε δύο πολύ διαφορετικές μορφές πρακτικών: μια πλειάδα από άτυπες και αυτοοργανωμένες μορφές (από τη κοινωνική βάση) που έρχονται αντιμέτωπες με μια άλλη, θεσμική, από τα πάνω μορφή, η οποία εισβάλλει στον κόσμο με σκοπό να μονοπωλήσει τα κοινά αγαθά για χάρη ιδιωτικών και εμπορικών συμφερόντων.
Είναι ένας αγώνας για τον τόπο όπως τον περιγράφει ο M. Lussault, ένας αγώνας κοινωνικός και χωροταξικός. Όσο περισσότερο ερευνούσαμε τη διαδικασία, τόσο περισσότερο ανακαλύπταμε την μεγάλη έκταση της χωρικής εκκένωσης στην Αθήνα, και τον τρόπο με τον οποίο η τοπική άρχουσα τάξη συνεργάζεται με κεντρικούς παράγοντες του αχαλίνωτου φιλανθρωπικού καπιταλισμού στην Ελλάδα– ιδιαίτερα τα ιδρύματα Ωνάση και Σταύρου Νιάρχου. Σύντομα, είδαμε την εμφάνιση ενός εκτεινόμενου και επιταχυνόμενου φαινομένου στην πόλη, όπως αποδεικνύεται από τον πολλαπλασιασμό των δραστηριοτήτων του Ιδρύματος Ωνάση σε πολλές αθηναϊκές γειτονιές. Θα συζητήσουμε την περίπτωση αυτού του ιδρύματος στο Πεδίον του Άρεως για να δείξουμε μια διαδικασία που, όπως θα δούμε, απηχεί έναν τρόπο διακυβέρνησης που είναι γνωστός από καιρό στην Ελλάδα με την ονομασία “ευεργετισμός”.
Παρ’ όλα αυτά, η έρευνα μας, υπερασπίζεται την ιδέα ότι είναι δυνατό και επιθυμητό να ξεπεράσουμε αυτούς τους περιορισμούς που εφαρμόζονται στους κοινούς μας χώρους, τις ζωές μας και στους τρόπους με τους οποίους φτιάχνουμε την κοινωνία. Το φαινόμενο που πρόκειται να περιγράψουμε και να αναλύσουμε συναντά έμπρακτες αντιστάσεις στο φυσικό χώρο, συλλογικές αντιστάσεις ενάντια στην λήθη, μορφές αντίδρασης ενάντια σε ό,τι φθείρει το πάρκο. Οι αντιστάσεις αυτές εκδηλώνονται μέσω αυτού που ονομάζουμε “υπόγεια πόλη” – αντλώντας έμπνευση από την υπόγεια πολιτική (infra-politics) του James C. Scott ο οποίος μας θυμίζει την έννοια underground: την πόλη που δεν μπορούμε να δούμε όταν την κοιτάμε από ψηλά σαν αρχιτεκτονικό μοντέλο ή μέσα από την οπτική του εμπορεύματος και της “δημόσιας ασφάλειας” . Είναι η πόλη που ζούμε, όταν συναντιόμαστε στο δρόμο με όσους τα βγάζουν πέρα πολύ δύσκολα και με όσους συνωμοτούν τρόπους αντίστασης σε αυτές τις δυσκολίες, η πόλη όσων καταλαβαίνουμε τους κώδικες της επιβίωσης, των άτυπων κοινωνικών συσχετίσεων και της αυτοοργάνωσης.
Η κριτική μας βρίσκεται στο σταυροδρόμι των κοινωνικών επιστημών, της δημοσιογραφίας και της πολιτικής ανάλυσης ενώ στοχεύει ιδιαίτερα τους υπάρχοντες θεσμούς και την άρχουσα τάξη και όχι στους εργάτες ή τους καλλιτέχνες που ανήκουν στην εργατική τάξη. Η έρευνα μας εστιάζει στον ρόλο του κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος (ιδίως της “φιλανθρωπικής” του τάσης) καταδεικνύοντας πρακτικές εκτοπισμού από τις κεντρικές συνοικίες της Αθήνας ολόκληρων ομάδων πληθυσμού που θεωρούνται «ανεπιθύμητοι» ενώ συνάμα καταστούν εχθρικούς για αυτούς τους ανθρώπους, δημόσιους ή μέχρι πρόσφατα κοινόχρηστους χώρους. Η συγγραφή αυτού του άρθρου υποκινείται επίσης από τις δικές μας ριζοσπαστικές μαχητικές εμπειρίες στη Γαλλία και την Ελλάδα σε καταλήψεις, σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, κοινωνικές κουζίνες, δίκτυα αλληλοβοήθειας προσφύγων και το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων. Ευχαριστούμε πολύ τους αναγνώστες μας.
ΜΙΑ ΑΝΤΙ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ
Προκειμένου να υπερβούμε τα δικά μας συναισθήματα, έχουμε πραγματοποιήσει άμεσες παρατηρήσεις και ανεπίσημες συζητήσεις με ανθρώπους που έρχονται τακτικά στο πάρκο αρκετά χρόνια ή κάποιοι από αυτούς εδώ και δεκαετίες. Θα βασιστούμε επίσης σε συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν με 3 άτομα από διαφορετικές διαδρομές της ζωής. Πρώτον, με τον Θοδωρή, 66 ετών, κάτοικο Εξαρχείων σε όλη την ζωή του. Συμμετείχε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε διάφορους αγώνες της γειτονιάς καθώς και στην επιτροπή υπεράσπισης του πάρκου “Εμείς στο Πεδίον του Άρεως”. Μετά συναντήσαμε τον Κώστα. Μεγάλωσε μακριά από το πάρκο, στη γειτονιά της Νέας Σμύρνης, αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 σύχναζε στο Πεδίον του Άρεως και μετά μετακόμισε σε ένα κοντινό διαμέρισμα το 2020. Τελικά, συναντήσαμε τον Mega, που έφτασε το 2019 στην Αθήνα ως Ιρανός Κούρδος πρόσφυγας. Μένει στον περιβάλλοντα χώρο του πάρκου, το οποίο ανακάλυψε μέσα από τα υποστηρικτικά δίκτυα των καταλήψεων. Στο Πεδίον του Άρεως και στα πλαίσια της συμμετοχής του σε μια τοπική συλλογικότητα μπόρεσε να προσφέρει τα πρώτα μαθήματα πολεμικών τεχνών, ανοιχτά σε όλους και δωρεάν.
Ακόμα κι αν αυτοί οι τρεις άνθρωποι συσχετίζονται με το πάρκο με διαφορετικούς τρόπους, όλοι το περιγράφουν ως έναν χώρο πράσινο και ελεύθερο. Σε αυτή την πυκνή και τσιμεντένια πόλη, η πρόσβαση στον χώρο, τη φύση και έναν πιο καθαρό αέρα είναι ανάγκη αλλά και σπανιότητα. Γι’ αυτό το Πεδίον του Άρεως είναι απαραίτητο για τους κοινωνικά αποκλεισμένους, πέρα από τις διαφορετικές τους διαδρομές. Είναι ένας χώρος χωρίς κατασκευές. Ο Θοδωρής μας υπενθυμίζει τη ζωτική σημασία της απουσίας κτιρίων σε χώρους στο κέντρο της πόλης όταν το 1981 και το 1999 οι σεισμοί έπληξαν την Αθήνα: « Οι άνθρωποι κατέφυγαν εκεί και κοιμήθηκαν ακόμη και για 2 μέρες. Εκείνες τις στιγμές αγωνίας, το πάρκο ήταν ένας πολύ σημαντικός χώρος κοινωνικότητας και αλληλοβοήθειας». Είναι επίσης ένας ελεύθερος χώρος, που αφήνει χώρο για τη φαντασία και τη λαϊκή επινοητικότητα. Το Πεδίον του Άρεως, όπως και άλλα πάρκα της Αθήνας και του εξωτερικού, είναι τόποι που καταφεύγουν οι άστεγοι. Τόποι απαραίτητοι για τους ανθρώπους που επιβιώνουν στους δρόμους, για τους οποίους η ελεύθερη πρόσβαση σε νερό, τουαλέτες και χώρο χωρίς επίβλεψη είναι πολύ δύσκολη και σπάνια. Επίσης το πάρκο είναι ένας χώρος για εκείνους που είναι στριμωγμένοι σε μικρά αβίωτα διαμερίσματα. Για αυτούς το πάρκο είναι μια επέκταση του σπιτιού τους, ένα μέρος για να γιορτάσουν τα γενέθλια, να καλέσουν φίλους για ένα καφέ, να μοιραστούν ένα παιχνίδι τάβλι ή να μείνουν για λίγο μόνοι τους ησυχάζοντας. Είναι επίσης ένα μέρος για συλλογικότητες ακτιβιστών που δεν έχουν δικούς τους χώρους, ένα μέρος για την κουλτούρα DIY, για αυτοοργανωμένες συναυλίες και φεστιβάλ. Ή ένας χώρος για άθληση και μαθήματα όπως μας λέει ο Mega: « Το πάρκο είναι ένα τεράστιο μέρος που μας επιτρέπει να κάνουμε πολλά πράγματα, είναι πολύ πράσινο, οπότε υπάρχει πάντα καθαρός αέρας. Είναι ένα πραγματικά μοναδικό πάρκο στο κέντρο της Αθήνας. Είναι επίσης ένα ασφαλές μέρος για γυναίκες και οικογένειες. Γι’ αυτό επιλέξαμε αυτό το μέρος για την προπόνησή μας». Μέσα από αυτά τα άλλα μάτια ήταν δυνατό να καταλάβουμε ότι αυτό το πάρκο μπορεί να είναι, από την μια μεριά, ένας χώρος χαλάρωσης και ελευθερίας, για άλλους όμως μπορεί να είναι ένας χώρος φόβων, μόνιμης επαγρύπνησης, επιβίωσης, ένας τόπος όπου κάποιος αναγκάζεται να παλέψει ακόμα και για να βρει την ηρεμία του.
Τη δεκαετία του ’90, όπως μας λέει ο Κώστας « δεν ήταν πολύ σημαντικό πάρκο, […] ήταν περισσότερο ένα μέρος για τους κατοίκους της περιοχής, τους Εξαρχειώτες, να βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους και να κάνουν μια βόλτα με το ποδήλατο». Το πάρκο ήταν τότε επίσης δημοφιλές στα παιδιά που κάνανε skate όπως ο Billy Gee, ο οποίος μαρτυρεί την άγνωστη ιστορία του. Ως παιδί, άρχισε να πηγαίνει στο πάρκο το 1995 με μερικούς φίλους: «Κάναμε παρέα δίπλα στο άγαλμα της Αθηνάς, όπου μαζεύονταν τότε πολλοί skateboarders. Ήταν ένα υπέροχο συναίσθημα, ένα μικρό σύμπαν από πολλούς κόσμους. Ρώσοι και Αλβανοί μετανάστες θα συγκεντρώνονταν μπροστά στο άγαλμα του Κωνσταντίνου, ενώ οι πανκ θα μας κάνανε παρέα μπροστά στο άγαλμα της Αθηνάς» Για τον Billy Gee το Πεδίον του Άρεως έγινε δεύτερο σπίτι του μέχρι το 2008, όταν ξεκίνησαν οι εργασίες ανάπλασης. Αυτή η προσκόλληση στο πάρκο συνοδεύεται από μια αίσθηση ευθύνης για τη συντήρησή του, ενώ το προσωπικό του Δήμου Αθηναίων και της Περιφέρειας Αττικής είχε μειωθεί σταδιακά μεταξύ της δεκαετίας του 80 και το2004: «60 skateboarders, περνάγαμε όλο τον ελεύθερο χρόνο μας εκεί. Αγαπήσαμε και προσέξαμε το πάρκο. Κάθε εβδομάδα αγοράζαμε χλωρίνη και παίρναμε το λάστιχο από τα περίπτερα για να καθαρίσουμε αυτόν τον χώρο γιατί μαζεύονταν φύλλα και μούρα. Βγάζαμε χρήματα από τις τσέπες μας για να αγοράσουμε τσιμέντο και μπαλώναμε τις λακκούβες, κολλούσαμε τα κομμάτια μαρμάρου που έβγαιναν από τις πλάκες. Από καιρό σε καιρό, φροντίζαμε τα φυτά γύρω από το άγαλμα».
Σύμφωνα με τον Θοδωρή, η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του πάρκου προχωρά με αργούς ρυθμούς από τη δεκαετία του ’90, περίοδος των εργασιών επέκτασης των αθλητικών εγκαταστάσεων του Πανελλήνιου Γυμναστικού Συλλόγου. Ο σύλλογος αυτός υπάρχει σε ένα κομμάτι του πάρκου από το 1980. Το 1997 άλλαξε ο πρόεδρος. Από εδώ και στο εξής, ιδιοκτήτης είναι ο Μίνωας Κυριακού, ιδρυτής του ιδιωτικού τηλεοπτικού ομίλου Antenna. Υπό την προεδρία του, το 1998, η ένωση επεκτείνεται σε 1500m² και 3 ορόφους. Αυτά τα έργα παραβιάζουν τους όρους των δημόσιων αρχών σχετικά με την νομοθεσία «μη δόμησης» του πάρκου. Μοιάζει ανέκδοτο, αλλά ήταν η αρχή ενός αγώνα για την περιοχή, γιατί ο Θοδωρής μας λέει ότι φέτος «συστάθηκε μια επιτροπή κατοίκων για να καταγγείλει αυτές τις κατασκευές για τις οποίες τότε δεν αντέδρασε κανείς (σ.τ.μ. εκτός από τους Αναρχικούς της περιοχής)». Είναι κι αυτό μόνο ένα, από τα πολλά, παραδείγματα που μας δίνει ο Θοδωρής για να μιλήσουμε για τη διαπλοκή. Αυτός ο όρος αναφέρεται σε μια διαπλοκή των σχέσεων και των συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων (μέσα ενημέρωσης, πολιτικοί, επιχειρηματίες) που οργανώνονται από κοινού για να αποκτήσουν οφέλη, ειδικές συμβάσεις και υπηρεσίες εντός του νόμιμου ή και μη νόμιμου πλαισίου.
Μια δεκαετία αργότερα, μεταξύ του 2000 και του 2003, το Πεδίον του Άρεως εντάσσεται στο «πρόγραμμα αστικής ανάπλασης» που εκπόνησε το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Δημοσίων Έργων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, με την έγκριση της Νομαρχίας Αθηνών-Πειραιώς. Ο Θοδωρής, μας λέει ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000, «το πάρκο ήταν ανοιχτό, δεν υπήρχαν φράχτες, οριοθετούνταν μόνο από θάμνους». Οι πρώτες εργασίες περιλάμβαναν την τοποθέτηση φράχτη, την κοπή δέντρων, τη διαίρεση του πάρκου σε 4 μέρη και τη μείωση του αριθμού εισόδων από 16 σε 4: «Έγιναν διαδηλώσεις όχι μόνο από τους κατοίκους των γύρω συνοικιών αλλά επίσης ολόκληρης της πόλης. Επρόκειτο κυρίως για άτομα από τον αντιεξουσιαστικό και τον αριστερό χώρο. Είχαν ήδη βάλει περιφράξεις, αλλά μερικές από αυτές γκρεμίστηκαν». Ο Θοδωρής θυμάται ένα «μαζικό» κίνημα. «Υπήρχαν 500 άτομα που παρακολουθούσαν και 500 γκρέμιζαν τις περιφράξεις». Αν το αρχικό έργο ανάπλασης και η δραστική μείωση των εισόδων του Πάρκου δεν είδαν το φως της δημοσιότητας, οι φράχτες κατέληξαν ωστόσο να επιβληθούν και μαζί τους και ο έλεγχος του ωραρίου λειτουργίας του πάρκου. Αυτή η αλλαγή σηματοδοτεί μια καμπή για τους άστεγους που ζούσαν μέσα στο πάρκο, οι οποίοι τώρα είτε είναι κλεισμένοι μέσα κατά την διάρκεια της νύχτας είτε αναγκάζονται να μετακινούνται σε παρακείμενους δρόμους κάθε βράδυ και να επιστρέφουν το πρωί.
Στο ίδιο μήκος κύματος, μεταξύ 2008 και 2010 το πάρκο αποτέλεσε αντικείμενο σχεδίου ανακαίνισης που χρηματοδοτήθηκε από ευρωπαϊκά κονδύλια και ελληνικά δημόσια ταμεία ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ. Ο εργολάβος τελικά χρεοκόπησε και ολοκληρώθηκε μόνο το 70% των εργασιών. Για τον Κώστα, αυτή είναι η αρχή μιας διαδικασίας “απολύμανσης” του πάρκου: « Μετά την ανακαίνιση το 2010, ο χώρος δεν ήταν πλέον ανοιχτός, δημόσιος, αλλά ούτε και ιδιωτικός. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι αυτή η διαδικασία πηγαίνει 12 χρόνια πίσω και κάνει σιγά σιγά το πάρκο όλο και λιγότερο προσβάσιμο».
Το 2013, επί δημοτικής θητείας του Γεωργίου Καμίνη και του Νίκου Δένδια ως υπουργού «Πολιτικής Προστασίας», έλαβαν χώρα σε όλο το κέντρο της Αθήνας μια σειρά από αστυνομικές «επιχειρήσεις σκούπα» – κυριολεκτικά με την επονομασία «επιχειρήσεις σκούπα»- που αναφέρεται στην απέλαση, τον διωγμό, τον περιορισμό και την αστυνομική παρενόχληση υπόπτων «χωρίς χαρτιά». Ο Θοδωρής θυμάται ότι «οι αρχές υποστήριζαν μια “καθαρή Αθήνα” και σαν λύση επέλεξαν να μεταφερθούν οι πιάτσες των εθισμένων στο Πεδίο του Άρεως, γιατί εκεί δεν φαινόντουσαν. Μιλάμε για 200-250 τοξικομανείς από όλο το κέντρο της Αθήνας που μεταφέρθηκαν από την Αστυνομία στο Πεδίο του Άρεως. Εκεί θεώρησαν ότι θα τους έχουν κρυμμένους. Οι άνθρωποι, με την καθοδήγηση της Αστυνομίας, πήγαιναν εκεί για να αγοράσουν αλλά και να καταναλώσουν κυρίως ηρωίνη. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι, αλλά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης έγινε τεράστια ιστορία ότι στο Πεδίο του Άρεως, «θα καρφωνόντουσαν βελόνες πάνω σου αν περπατούσες». Οι Αθηναίοι έπαψαν να έρχονται, ενώ όσοι ήταν εθισμένοι καταλάμβαναν μια περιοχή όχι μεγαλύτερη από το 1/8 του συνολικού πάρκου. Έτσι κάποιοι Αθηναίοι, όχι πολλοί, εξακολουθούσαν να πηγαίνουν αλλά πολλοί έφυγαν, σταμάτησαν να έρχονται στο Πάρκο».
Το καλοκαίρι του 2015, εν μέσω του καταστροφικού πολέμου στην Συρία, πολύ μεγάλος αριθμός προσφύγων φτάνουν στην Αθήνα ενώ πρώτα έχουν περάσει στην Ελλάδα από τα νησιά του Αιγαίου. Χωρίς επείγουσες λύσεις στέγασης, οι δημόσιες πλατείες όπως η Βικτώρια και το πάρκο του Πεδίου του Άρεως μετατρέπονται σε αυθόρμητες κατασκηνώσεις. Τόσο ο Θοδωρής όσο και ο Κώστας είχαν εμπλακεί στα δίκτυα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκαν εκεί. Μιλούν για ένα «θετικό» γεγονός παρά την επισφαλή κατάσταση. Μας περιγράφουν την ευαισθητοποίηση και την κινητοποίηση των κατοίκων της γειτονιάς στον αγώνα για τους πρόσφυγες. Ο Κώστας μας λέει ότι «δεν ήταν πια πάρκο, ήταν μάλλον χώρος έκτακτης ανάγκης. Παντού υπήρχαν σκηνές. Ήταν όμως κάτι απαραίτητο. Δεν μπορείς να πεις στους ανθρώπους «εντάξει, εδώ είναι το γρασίδι, δεν μπορείς να στήσεις τη σκηνή σου», όχι. Όλοι προσπαθούσαν να έχουν μια θέση για τον εαυτό τους, μια ελάχιστη ιδιωτικότητα. Δεν νομίζω ότι πολλοί το επέκριναν. Σας είπα, το Πεδίον την αμέσως προηγούμενη περίοδο πριν τον ερχομό των προσφύγων βρισκόταν σε μια ανάμικτη κατάσταση, δεν επισκεπτόντουσαν πολλοί άνθρωποι το Πάρκο». Αναλυτικά μας είπε, «Αρχικά οι άνθρωποι ήταν δύσπιστοι, αλλά είδαμε ότι όλοι προσπαθούσαν να κάνουν κάτι: οι βιβλιοθήκες προσπάθησαν να διδάξουν τα παιδιά, να τους δώσουν παιχνίδια, υπήρχαν μερικοί γιατροί, δικηγόροι και μια νομική ομάδα. Υπήρξε μεγάλη ανταπόκριση από την κοινότητα και κυρίως από ανθρώπους που προερχόντουσαν πολιτικά από αντικαθεστωτικούς χώρους, ας πούμε. Υπήρχε όμως και μεγάλη αστυνομική παρουσία. Θυμάμαι ότι έγιναν κάποιες φασιστικές επιθέσεις στη γειτονιά. Αλλά και πολύς κόσμος ήρθε (για να μας στηρίξει)». Εξάλλου, ο Θοδωρής θυμάται την κινητοποίηση των οπαδών του τοπικού συλλόγου του Παναθηναϊκού, όταν κυκλοφόρησε η είδηση ότι φασίστες επρόκειτο να επιτεθούν στους παρευρισκόμενους στο πάρκο. Οι οπαδοί οργάνωσαν ένα είδος «ομάδας προστασίας» για αρκετές ημέρες. Για τον Κώστα, αυτή η συνειδητοποίηση και η συγκρότηση νέων δικτύων αλληλεγγύης συνέβη επειδή για μια φορά όλοι αυτοί οι περιθωριοποιημένοι, αόρατοι και συνεχώς παραγκωνισμένοι άνθρωποι βρέθηκαν σε έναν χώρο που βρισκόταν στο κέντρο της Αθήνας, έτσι «πολλοί ντόπιοι που δεν γνώριζαν την κατάσταση των προσφύγων άρχισαν να εμπλέκονται άμεσα μαζί τους. Πριν, υπήρχε άρνηση: «Ω, όλα αυτά είναι μακριά από εμάς. Είναι στα νησιά». Και μετά έγινε στην Αθήνα. Νομίζω ότι πολλοί άνθρωποι συμμετείχαν με τον σωστό τρόπο. […] Πολύς κόσμος πήγαινε τότε στους πρόσφυγες για να τους βοηθήσει, να τους δώσει φαγητό κ.λπ. Γενικά, υπήρχε αλληλεγγύη από τους ανθρώπους της γειτονιάς» . Λίγες εβδομάδες αργότερα, τον Αύγουστο του 2015, οι άνθρωποι (περίπου 300) εκδιώχθηκαν από το πάρκο και μεταφέρθηκαν είτε στο στρατόπεδο του Ελαιώνα (που χτίστηκε σε 2 εβδομάδες, αρχικά για 700 άτομα, στα περίχωρα) είτε στην κοντινή πλατεία Βικτωρίας για όσους δεν ήθελαν να πάνε στον Ελαιώνα.
Για να ολοκληρώσουμε αυτή την ιστορία από τα κάτω, είναι απαραίτητο να θυμηθούμε τη σημασία του Indie Free Festival, ενός αυτοοργανωμένου και αντι-εμπορικού φεστιβάλ ανεξάρτητων συγκροτημάτων που διοργανώνεται από την αναρχική συλλογικότητα Κενό Δίκτυο. Το 2020 γιόρτασε 30 χρόνια συνεχούς διοργάνωσης στο Πεδίον του Άρεως, προσελκύοντας χιλιάδες κόσμο κάθε χρόνο. Δεν δηλώθηκε ποτέ στις αρχές, αυτή η εκδήλωση είχε στόχο να δημιουργήσει «Ουτοπικές Εφήμερες Ζώνες Αυτονομίας». Τον Ιούνιο του 2018, απαγορεύτηκε για πρώτη φορά από την περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου (ΣΥΡΙΖΑ), τον εισαγγελέα Ηλία Ζαγοραίο και την αστυνομία – αν και τελικά διοργανώθηκε κανονικά λίγους μήνες αργότερα. Κανένα αυτοοργανωμένο φεστιβάλ τέτοιου μεγέθους δεν έχει διοργανωθεί στο πάρκο από την καραντίνα του 2020-2021 και την κατάληψη του πάρκου από τον φιλανθρωπικό καπιταλισμού με τον ερχομό του Ιδρύματος Ωνάση.
Παράλληλα με τον αυξημένο έλεγχο που μας περιέγραψαν, συνεχίζουν να γίνονται αυτοοργανωμένες εκδηλώσεις και πάρτι στο πάρκο. Και από αυτή την άποψη, πρέπει να μιλήσουμε για την Πλατεία Πρωτομαγίας, όπου ιστορικά λαμβάνουν χώρα εκδηλώσεις του ΚΚΕ. Στη μέση του πάρκου, δίπλα σε ένα στρατιωτικό κτίριο, η πλατεία Πρωτομαγιάς είναι κεντρικό παράδειγμα για να μιλήσουμε για την άτυπη ζωή στο κέντρο της Αθήνας, μια ζωή που αποδοκιμάζουν ορισμένοι κάτοικοι όπως φαίνεται από την σελίδα “Πεδίον του Άρεως -το Πάρκο Μας”. Σαν να είναι αυτός ο χώρος προέκταση ενός σπιτιού (ανύπαρκτου ή συχνά πολύ περιορισμένου), οι συνταξιούχοι φέρνουν τραπέζια και καρέκλες για να παίξουν τάβλι. Νέοι από το Πακιστάν παίζουν κρίκετ, άλλοι συμμετέχουν σε μια πολιτική συζήτηση, σε ένα αντιφασιστικό τουρνουά ποδοσφαίρου ή σε ένα αυτοδιαχειριζόμενο παζάρι. Στην Πλατεία Πρωτομαγιάς συχνάζουν επίσης θαμώνες συναυλιών Do It Yourself (DIY), όπως ο Κώστας. Την εποχή της καραντίνας και των εγκλεισμών στα σπίτια που επέφερε η πανδημία του Covid 19, o Κώστας παρατήρησε τη μεγάλη αύξηση προσέλευσης κόσμου και τον πολλαπλασιασμό των αυτοοργανωμένων δραστηριοτήτων (2020-2021): « Η πλατεία Πρωτομαγιάς έχει γίνει πολύ πιο σημαντικός δημόσιος χώρος συνάθροισης από όσο ήταν στο παρελθόν. Για πολύ καιρό, ήταν ένα μέρος όπου οι άνθρωποι κάνουν παρέα, συγκεντρώνονται ή διοργανώνουν πάρτι, όπως techno party και φεστιβάλ hip-hop DIY». Λόγω της καταστολής των καταλήψεων στα πανεπιστήμια και των «επιχειρήσεων σκούπας» που έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, είναι κατανοητό γιατί αυτή η πλατεία έχει γίνει ένας εναλλακτικός χώρος για την οργάνωση, από τα κάτω, ελεύθερων και αλληλέγγυων δραστηριοτήτων. «Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, ήταν ένα μέρος όπου έρχονταν πολλοί άνθρωποι. Αντί να είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους, χωρίς να έχουν πού να πάνε, οι άνθρωποι προσπάθησαν να κοινωνικοποιηθούν λίγο περισσότερο από ό,τι επέτρεπε το κράτος, επειδή το είχαν ανάγκη. Ήταν ένας τρόπος να πεις, «βγαίνουμε από τα σπίτια μας. Το Πεδίον ήταν ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να βρουν αυτή την ηρεμία, αυτή τη ψυχική γαλήνη», καταλήγει ο Κώστας. Αλλά οι εγκλεισμοί είναι επίσης συνώνυμοι της αύξησης των αστυνομικών ελέγχων (2020-2021) στο πάρκο και στην πλατεία της Πρωτομαγιάς.
Τέλος, αυτή η ιστορία του Πεδίου του Άρεως, από τα κάτω, είναι η ιστορία όλων εκείνων των διαφορετικών ζωών περιθωριοποιημένων ανθρώπων που καταστράφηκαν και σώθηκαν (άτομα με αναπηρίες, τοξικοεξαρτημένοι, μετανάστες, θύματα ρατσισμού, LGBTQIA+, φτωχοί, καταληψίες, σώματα που θεωρούνται «μη φυσιολογικά», «πλεόνασμα»), ειδικά επειδή το Πάρκο είναι ένας αστικός χώρος χωρίς κάμερες, όπου είναι δυνατόν να κρυφθείς. Όταν οι αρχές δεν είχαν σχέδιο για το Πάρκο και την «αξιοποίηση του χώρου», αυτοί οι άνθρωποι μεταφέρθηκαν εδώ από τις αρχές, για να τους κρύψουν, να τους κάνουν αόρατους στα μάτια των τουριστών, των πλουσίων. Μερικοί άνθρωποι βρίσκουν συντρόφους με τους οποίους μοιράζονται σεξουαλικές σχέσεις και στοργή, και άλλοι ζουν από τη σεξεργασία. Άλλοι πάλι έρχονται να πουλήσουν ή να αγοράσουν ναρκωτικά. Παρά τα κύματα εκδίωξης αυτών των «ανεπιθύμητων» τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν άφθονα στοιχεία ότι το 2022, νεαρές γυναίκες (συχνά με μικρά παιδιά) και άνδρες συνεχίζουν να επιβιώνουν μέσα και γύρω από το πάρκο. Μας το θύμισαν οι φωτιές του καλοκαιριού του 2021. Το πάρκο ήταν σε συναγερμό πυρκαγιάς, επομένως οι αρχές το «καθάρισαν» και το έκλεισαν. Ήταν εκείνη τη στιγμή που με μια ματιά γύρω από το πάρκο μπορούσαμε να καταλάβουμε πόσοι νεαροί άντρες ζούσαν σε αυτό, γιατί υπήρχαν μερικές δεκάδες από αυτούς που παρέμεναν κατά τη διάρκεια της ημέρας στις εισόδους των γύρω κτιρίων, ίσως περιμένοντας να μπορέσουν να επιστρέψουν στο Πάρκο το βράδυ.
Το Πεδίο του Άρεως είναι ένας σημαντικός δημόσιος χώρος με την έννοια ότι οι άνθρωποι που το χρησιμοποιούν του αποδίδουν διαφορετικές λειτουργίες και αναμνήσεις. Αυτή η αντι-ιστορία του πάρκου καταδεικνύει το γεγονός ότι αν και αυτός ο χώρος παραμελήθηκε από τις τοπικές αρχές για χρόνια, οι Αθηναίοι που γεννήθηκαν εδώ ή μετανάστευσαν στην πόλη, και ειδικότερα οι κάτοικοι των γύρω γειτονιών, τον έχουν χρησιμοποιήσει με πολλούς τρόπους σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες. Μέσα σε όλες αυτές τις μορφές δεν πρέπει να εξιδανικεύονται οι μάστορες της παρατυπίας, οι φτωχοδιάβολοι και οι πρακτικές τους, καθώς συχνά ανάμεσα τους εκδηλώνονται επίσης σχέσεις κυριαρχίας. Πρέπει όμως να μπορούμε να τους διακρίνουμε από τις κυριαρχικές και καταπιεστικές πρακτικές της κεντρικής εξουσίας.
Αυτή η ιστορία από τα κάτω που ιχνηλατούμε, εν μέρει, μας επιτρέπει να κατανοήσουμε την έκταση των αλλαγών στο πάρκο μέσα σε λίγα μόνο χρόνια. Το Πεδίον του Άρεως έχει γίνει εργαλείο μιας αστικής στρατηγικής ελέγχου και αστυνομικής παρενόχλησης των «ανεπιθύμητων»: σκοπός αυτής της στρατηγικής είναι να τους εκτοπίσει και να τους αφανίσει παρά να αντιμετωπίσει ριζικά τις κοινωνικές ανισότητες. Αυτό συνάδει με την πολιτική του δημάρχου Αθηναίων, Μπακογιάννη, να κάνει την πόλη ακόμα πιο «ελκυστική» για επενδυτές (Έλληνες ή ξένους) και τουρίστες. Σε αυτό το πολιτικό εγχείρημα, η Περιφέρεια Αττικής και το δημαρχείο Αθηνών έχουν βρει στο Ίδρυμα Ωνάση έναν ισχυρό σύμμαχο.
ΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΩΝΑΣΗ- ΕΝΑ ΠΑΡΑΠΕΤΑΣΜΑ ΚΑΠΝΟΥ. ΤΟ ΑΦΗΓΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Το Ίδρυμα Ωνάση δημιουργήθηκε το 1974 από έναν μεγιστάνα εφοπλιστή, τον Αριστοτέλη Ωνάση. Χτίστηκε γύρω από τον μύθο του: έναν αυτοδημιούργητο άνθρωπο που έκανε περιουσία στον κόσμο και παρέμεινε αφοσιωμένος στη χώρα του. Έτσι, το Ίδρυμα ιδρύθηκε σαν ένας φόρος τιμής στον αποθανόντα γιο του καθώς και ως μια «διαρροής» της περιουσίας του προς τον ελληνικό λαό. Το ίδρυμα μάλιστα χωρίζεται σε δύο τομείς: το Επιχειρηματικό Ίδρυμα και το Κοινωφελές Ίδρυμα, το οποίο λειτουργεί με το 40% των ετήσιων κερδών του πρώτου.
Ας επικεντρωθούμε στον πρώτο τομέα. Ο Όμιλος Ωνάση κατέχει πολλές «εταιρείες περιορισμένης ευθύνης». Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του, η Olympic Shipping and Management S.A. (πρώην Olympic Maritime) είναι η εταιρεία που, κατά κάποιο τρόπο, εποπτεύει όλες τις άλλες (Springfield Shipping Co. Panama S.A, Olympic Vision Maritime Inc, Olympic Agencies LTD, Olympic Shipping και Management Singapore S.A PTE. LTD.). Αυτός ο όμιλος εταιρειών πραγματοποιεί κέρδη στη μεταφορά πετρελαίου (21 δεξαμενόπλοια), ξηρών εμπορευμάτων (10 πλοία μεταφοράς φορτίου) και προσφέρει υπηρεσίες ναύλωσης και λογιστικής πλοίων. Επομένως, ο όμιλος Ωνάσης είναι πρώτα και κύρια ένας από τους μεγαλύτερους μεταφορείς πετρελαίου και άλλων παράγωγων προϊόντων στον κόσμο. Ο όμιλος δραστηριοποιείται και στην παγκόσμια μεταφορά φυσικού αερίου, για παράδειγμα, μέσω των μετοχών της Olympic LNG Invests LTD στην εταιρεία Gaslog. Αυτή η εταιρεία (και οι πολλές θυγατρικές της), αν και προτιμά να προωθήσει στον Πειραιά (Ελλάδα), συνδέεται κυρίως με τις Βερμούδες και τα Νησιά Μάρσαλ. Στο πλαίσιο της Gaslog, ο Ωνάσης και ο Όμιλος Λιβανός συνεργάζονται επίσης με τον βραχίονα Global Energy & Power Infrastructure της BlackRock.
Πέρα από τον ενεργειακό τομέα, ο όμιλος Ωνάση έχει επεκτείνει το πεδίο κατακτήσεων του. Ήδη το 2009, ο Α. Σ. Παπαδημητρίου, πρόεδρος του ιδρύματος, ανακοίνωσε ότι «το ένα τρίτο των περιουσιακών στοιχείων επενδύεται σε πλοία, το ένα τρίτο σε ακίνητα και το ένα τρίτο σε χρηματοοικονομικό χαρτοφυλάκιο». Πράγματι, ο Όμιλος Ωνάση περιλαμβάνει στις τάξεις του την εταιρεία Ariona Hellas, εταιρεία που κατασκευάζει, αγοράζει και ενοικιάζει ακίνητα στην περιοχή της Αττικής. Υπάρχει επίσης η Asofin Management AG, η οποία ειδικεύεται στη «διαχείριση και χρηματοδότηση συνδεδεμένων εταιρειών μέσω της χορήγησης δανείων, εγγυήσεων και παρόμοια. Η εταιρεία δύναται να αποκτά, να κατέχει, να διαχειρίζεται, να υποθηκεύει και να πωλεί ακίνητα, άυλα περιουσιακά στοιχεία και άλλα δικαιώματα, καθώς και να ασκεί όλες τις δραστηριότητες που θεωρούνται προς το συμφέρον της εταιρείας».
Όσο για το Κοινωφελές Ίδρυμα, δεν μπορεί κανείς να το καταλάβει χωρίς να γνωρίζει τις εταιρείες του και να παρατηρήσει αυτό το δικέφαλο όργανο. Στην πραγματικότητα, αν ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος, μπορούμε να δούμε την ανάμειξη, ή τη διαπλοκή, ανάμεσα στο ίδρυμα που παρουσιάζεται ως «καλοπροαίρετο» και τις πολυεθνικές εταιρείες του ομίλου, καταστροφείς του περιβάλλοντος και της ζωής των εργαζομένων. Στην αρχή, ο Αριστοτέλης Ωνάσης συνέθεσε το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος με τους πιο στενούς «συνεργάτες» της ναυτιλιακής του εταιρείας. Σήμερα, το Διοικητικό Συμβούλιο εξακολουθεί να είναι ένα εξαιρετικό σύμβολο των ελληνικών κυρίαρχων τάξεων. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου από το 2005, δικηγόρος Αντώνης Σ. Παπαδημητρίου, είναι γιος του πρώην νομικού συμβούλου του Α. Ωνάση. Ή ο Παναγιώτης Τουλιάτος, επίσης μέλος του Δ.Σ., ήταν πρώην ιδιωτικός γραμματέας του Αριστοτέλη Ωνάση, πριν γίνει διευθυντής της Olympic Maritime S.A. και μετά της Olympic Shipping and Management S.A.
Το γρήγορο οργανόγραμμα του ΔΣ που έχουμε φτιάξει από την ιστοσελίδα του Ωνάση μας δείχνει ότι δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε αυτό το ίδρυμα και τις δραστηριότητές του χωρίς να μιλήσουμε για τις πολιτιστικές και οικονομικές ελίτ που συνθέτουν τον ίδιο τον κόσμο μας. Μιλάμε για μέλη που έχουν σπουδάσει ως επί το πλείστον στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Αγγλία ή στη Γαλλία σε τομείς εκπαίδευσης που περιλαμβάνουν το δίκαιο (ιδίως το επιχειρηματικό δίκαιο), οικονομικές επιστήμες, το ναυτικό εμπόριο, τη ναυσιπλοΐα, τη φυσική και τη χημεία, τη φιλοσοφία (συμπεριλαμβανομένης της φιλοσοφίας προς όφελος των χρηματοδοτήσεων και της «διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου»), σκηνογραφία ή λογοτεχνία. Πολλά από αυτά τα μέλη είναι επίσης παρόντα σε διοικητικά συμβούλια άλλων ιδρυμάτων, τραπεζών, εταιρειών και ομοσπονδιών επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελούν μέρος του ακαδημαϊκού κόσμου, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, ή ακόμη και να είναι πρόξενοι. Μερικά μέλη μάλιστα, στα βιογραφικά τους εμφανίζουν περήφανα τους δεσμούς τους με την Βρετανική βασιλική οικογένεια , τους βασιλείς του Μονακό ή με την Εκκλησιαστική εξουσία.
Αυτό το ίδρυμα, που ισχυρίζεται ότι είναι πολύ συνδεδεμένο με την τοπικότητα, έχει τοποθετήσει την έδρα του στο Λιχτενστάιν (Βαντούζ), την «πολιτιστική καρδιά» του στη Νέα Υόρκη και ένα νέο πολιτιστικό κέντρο, το Ola House στο Λος Άντζελες. Αν εστιάσουμε στις δράσεις του Ωνάση στην Αθήνα, υπάρχει η Βιβλιοθήκη Ωνάση, όπου βρίσκονται τα αρχεία του ποιητή Καβάφη, τα οποία αγόρασε το ίδρυμα. Λειτουργεί επίσης καρδιοχειρουργικό νοσοκομείο που χρηματοδοτείται από το ίδρυμα, καθώς και θέσεις διδασκαλίας νεοελληνικών σε διάφορα πανεπιστήμια, υποτροφίες, ελληνικά σχολεία, εκπαιδευτικά προγράμματα για άτομα με αυτισμό και αναπηρία.
Το ίδρυμα με αυτούς τους τρόπους διεισδύει σε δημόσιους χώρους που μαστίζονται από πολιτικές λιτότητας ή/και υψηλή ανεργία. Αυτή είναι η περίπτωση των τεχνών στην Ελλάδα, όπου το Ίδρυμα Ωνάση φαίνεται να θέλει να είναι βασικός παράγοντας. Από το 2010, η Αθήνα έχει ένα νέο κτίριο με την ένδειξη Ωνάση: ΟΝΑSSIS STEGI. Αυτό το τεράστιο κτίριο 18.000 τετραγωνικών μέτρων (στο μέγεθος ενός οικοδομικού τετραγώνου) στη λεωφόρο Συγγρού χρησιμοποιείται για θέατρο, μουσική, χορό και εκθέσεις. Στην ταράτσα υπάρχει ένα γκουρμέ εστιατόριο για να φτιάξετε τη διάθεση σας.
Αυτό το πολιτιστικό κέντρο, μια βιτρίνα του Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα, ισχυρίζεται ότι αμφισβητεί «τα όρια μεταξύ τέχνης και επιστήμης, φύλου και τεχνολογίας». Διευθύντρια προγραμματισμού για τον πολιτιστικό κόμβο του ιδρύματος είναι η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, η οποία παντρεύτηκε τον πρόεδρο του Ιδρύματος Ωνάση λίγα χρόνια πριν, το 2014. Η Α. Παναγιωτάκου αποφασίζει για τις εκδηλώσεις που διοργανώνονται στη Στέγη και ευρύτερα στην Αθήνα, όπως η έκθεση Πλάσματα στο Πεδίο του Άρεως. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι χάραξε την πορεία της στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα και στη συνέχεια στο Λονδίνο.
Το ίδρυμα επεκτείνει επίσης την επιρροή του στο άυλο πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Χρηματοδοτεί, για παράδειγμα, το έργο “Κοινωνικός Άτλαντας Αθηνών” του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), αντικείμενο του οποίου είναι η κριτική- κοινωνική χαρτογράφηση της πόλης της Αθήνας. Μέσω αυτή της εγγύτητας με τις κοινωνικές επιστήμες, κατασκευάζει έναν νομιμοποιητικό μηχανισμό «κριτικής» θεωρίας για εκθέσεις όπως τα “Πλάσματα”, αφορμή για την πλήρη τρίμηνη κατάληψη του Πεδίου του Άρεως το καλοκαίρι του 2022.
ΜΕΡΟΣ 2ο
ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΩΝΑΣΗ
Nicolas Richen και Lola
Με την συνεργασία: Γεώργιος Βοντίτσος
Εκθέσεις φιλανθρωπικού καπιταλισμού και η ιδιωτικοποίηση της πόλης
Αφού σκιαγραφήσαμε τα χαρακτηριστικά του ιδρύματος και της Στέγης Ωνάση, θα εστιάσουμε στην παρουσία του ιδρύματος στο πάρκο όπου χρηματοδοτεί και διοργανώνει τις λεγόμενες «πολιτιστικές» και «δωρεάν» εκδηλώσεις του. Από το 2018 το Πεδίον του Άρεως έγινε η παιδική χαρά του Ωνάση. Ξεκινώντας το 2018, με το Park Fables, την πέμπτη έκδοση του Φεστιβάλ Fast Forward (χρηματοδοτούμενο από το Ίδρυμα Ωνάση), το Ίδρυμα ανέλαβε ως αντικείμενο του το ίδιο το Πεδίο του Άρεως. Μέσω συζητήσεων στη Στέγη ή ξεναγήσεων, ενός ραδιοφωνικού σταθμού, μιας μπάντας πνευστών και άλλων δραστηριοτήτων μέσα στο πάρκο, ο δηλωμένος τουλάχιστον στόχος ήταν εννοιολογικός: να δημιουργηθεί «ένα εφήμερο πεδίο προσχεδιασμένων συνδέσεων μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού, δημιουργώντας συναντήσεις μεταξύ ιστορίας και μνήμης, ανθρώπων, επιθυμιών και εμπειριών, μεταξύ διαφορετικών καταστάσεων και ταυτοτήτων που διαμορφώνονται στο Πεδίον του Άρεως». Μετάφραση: επενδύοντας στην ιστορία και τις αναμνήσεις όλων μας για το πάρκο, το Ίδρυμα καθορίζει τα πάντα, και ταυτόχρονα, εγκαθιδρύει τη δική του θέση στην πόλη ως ο νέος διαχειριστής του κεντρικού δημόσιου πάρκου της Αθήνας.
Η αφήγηση του ιδρύματος βασίζεται στη θέληση να «ενεργοποιηθεί» ένα πάρκο που αντιπροσωπεύει «πρόσφορο έδαφος». Ήδη εκείνη την εποχή, οι ιδεολογικοί τους στόχοι ήταν υπό διαμόρφωση: να γίνουν ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο o κύριος παράγοντας και “ευεργέτης” μιας «δίκαιης και συμμετοχικής δημόσιας σφαίρας». Όμως πίσω από αυτή την διακήρυξη, η δράση της Στέγης Ωνάση αποκρύπτει την ταξική βία. Η αφίσα του φεστιβάλ το καταδεικνύει αυτό χρησιμοποιώντας την εικόνα της Μαυρούλας, της αδέσποτης σκυλίτσας και συντρόφου της Μαρίας, μιας άστεγης για 40 χρόνια και γνωστού ατόμου στο πάρκο. Αυτός είναι ένας τρόπος για να μετατραπεί η καθημερινή πραγματικότητα της ζωής των εξαθλιωμένων σε ένα σίριαλ από διασκεδαστικά παραμύθια.
Η πρώτη έκθεση της Στέγης Ωνάση που οργανώθηκε εξ ολοκλήρου στο Πεδίον του Άρεως διοργανώθηκε το 2021, με το τίτλο You and AI: Through the Algorithmic Lens με την υποστήριξη της Περιφέρειας Αττικής και συγχρηματοδότηση από το πρόγραμμα της ΕΕ «Creative Europe». Αυτό το γεγονός σηματοδοτεί ένα περαιτέρω βήμα στην ιδιοποίηση του πάρκου. Για μια περίοδο που τελικά κράτησε συνολικά από τα μέσα Μάη μέχρι τα τέλη Ιουλίου, είδαμε να εγκαθίστανται γιγαντιαίες οθόνες υψηλής ευκρίνειας και τρισδιάστατα γλυπτά, τοποθετημένα πάνω και μέσα στη βλάστηση του πάρκου, πολλές φορές συνδεδεμένα με ηχητικά αποσπάσματα που αναπαρήγαγαν βρυχηθμούς λιονταριών ή ρινόκερων συνδεμένα με αισθητήρες ώστε να αντιδρούν σε κάθε πιθανή κίνηση που ανιχνεύεται.
Ο σκοπός αυτής της έκθεσης; Επίσημα, να συζητήσουμε για την τεχνητή νοημοσύνη μέσα από το πρίσμα του «ελέγχου», της «δημοκρατίας» και (πάντα) του «δημόσιου χώρου». Με το “You and AI”, η Στέγη Ωνάση υπερασπίζεται το όραμά του για το πάρκο: «Αλλά πάνω απ ‘όλα, το πάρκο Πεδίον του Άρεως αποτελεί την καρδιά μιας νέας Αθήνας – μιας πολυπολιτισμικής Αθήνας γεμάτη διαφορετικές κοινότητες – αλλά και ενός τόπου όπου ανακαλύπτεται εκ νέου ο δημόσιος χώρος, όπου οι νέοι συναντιούνται με τους ηλικιωμένους πολίτες και όπου το ψηφιακό συναντά το φυσικό, το δημόσιο συναντά το ιδιωτικό και η τεχνητή νοημοσύνη συνδέεται με τον καθένα μας». Αυτός είναι ένας υπέροχος κόσμος, χωρίς ανταγωνισμούς, όπου ανθίζουν οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Στον λόγο που χρησιμοποιεί η έκθεση You and AI, η ομάδα Ωνάση εκμεταλλεύεται το Queer κίνημα και τις τεχνικές του drag show. Οικειοποιείται τον κριτικό λόγο των κοινωνικών επιστημών, των ριζοσπαστικών κύκλων και των καταπιεσμένων κοινοτήτων: «Πώς εντείνονται τα στερεότυπα του φύλου, της φυλής, του σώματος, της αναπηρίας, των ταξικών στερεότυπων μέσω της λήψης αποφάσεων από μηχανές, οδηγώντας σε μια τυποποιημένη, ομοιογενή και μονοπολιτισμική άποψη του κόσμου;»
Το 2021 η παρουσία της Στέγης Ωνάση παίρνει άλλη διάσταση στο πάρκο και αυτό γίνεται πάντα με την υποστήριξη της Περιφέρειας Αττικής. Η έκθεση Plasmata: Bodies, Dreams and Data (Πλάσματα: Σώματα, Όνειρα και Αρχειοθετημένη Πληροφορία) διαρκεί αυτή τη φορά σχεδόν πάνω από 2 μήνες και καταλαμβάνει ολόκληρο τον φυσικό χώρο, το ηχητικό πεδίο και την επικράτεια του πάρκου (από το έδαφος ως τον ουρανό). Το Euronews δημοσιεύει τίτλους σχετικά με «τη μεγαλύτερη υπαίθρια έκθεση ψηφιακής τέχνης στην Ευρώπη». Εικοσιπέντε τεράστιες οθόνες ή κατασκευές καταλαμβάνουν όλο το πάρκο. Κάποιες προβάλλουν μια ταινία, άλλες μένουν σε μια ακίνητη εικόνα όλη μέρα. Η ανθρωποειδής εγκατάσταση που ονομάζεται «Happiness» μας μιλάει και μιμείται τη λήψη ναρκωτικών. Οι οθόνες LED αναπαράγουν τις κινήσεις του σώματος των περαστικών, ενώ μια άλλη αναπαριστά ένα μεγάλο δέντρο σε φυσικό μέγεθος με έναν ήχο που δονεί το έδαφος για αρκετά μέτρα γύρω. Τα έργα αποτελούνται από μικρές κατασκευές μέχρι τη μεγαλοδομή των 22 μέτρων, με τον τίτλο «Κόκκινος Πλανήτης». Το τελευταίο, μαζί με ένα σετ μπλε προβολείς, φαίνεται από ένα μεγάλο μέρος της πόλης τη νύχτα από τα υψώματα της Αθήνας. Το ίδρυμα επεκτείνεται επίσης σε αυτό που αποκαλεί «τμήματα του πάρκου που δεν είναι, ως επί το πλείστον, γνωστά στο ευρύ κοινό». Η ομάδα της Στέγης Ωνάση προχωρά παραπέρα και μας λέει τι είναι και τι δεν είναι το πάρκο. Το ίδρυμα κάνει ακόμη και τους κατοίκους του, ή μάλλον τα «πλάσματα» του να μιλούν: «Το Πεδίον του Άρεως παραμένει πολιτικό, συλλογικό, ανεξάντλητο. Τα Πλάσματα του σε προσκαλούν να το ανακαλύψεις». Στόχος αυτής της έκθεσης είναι να εξερευνήσει το σώμα «ατομικό ή συλλογικό, ανθρώπινο ή μη ανθρώπινο, ή – τελικά – πλανητικό σε μια «μετατεχνολογική» κοινωνία μέσα από μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα όπως «Ξέρεις ποιος είσαι; Μπορείς να ονειρευτείς; Μπορείς να αναπνεύσεις;». Αλλά όλα τελικά είναι διασκέδαση: «Το Plasmata υπόσχεται να μας διασκεδάσει αλλά και να μας δώσει μια ευκαιρία για σκέψη στο αθηναϊκό καλοκαίρι».
Αυτές οι τρεις εκθέσεις έχουν το όμορφο πρόσωπο του προοδευτισμού και της έκφρασης ενδιαφέροντος για το κοινό καλό. Σχεδόν μας κάνουν να ξεχνάμε ότι κάθε δομή, κάθε εργαζόμενος, κάθε εκδήλωση της Στέγης Ωνάση εξαρτάται (από χρήματα και αποφάσεις) που λαμβάνονται από μια εξορυκτική αυτοκρατορία που βασίζεται στη μεταφορά ρυπογόνων μορφών ενέργειας. Και πίσω από αυτή την αυτοκρατορία βρίσκεται μια ελίτ ή και μια ολιγαρχία ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών που αναπαράγονται σε κλειστό κύκλο. Μπορούμε να πάρουμε το παράδειγμα των τριών σπουδαίων οικογενειών Λιβανού, Νιάρχου και Ωνάση, των οποίων οι αντίστοιχες εταιρείες ανταγωνίζονται σε συγκεκριμένες αγορές, και όμως, δρουν με τρόπους που υπερβαίνουν την απλή συνεργασία, αφού όλοι έχουν παντρευτεί μεταξύ τους.
Πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε, λοιπόν αυτή τη φαινομενική αντίφαση μεταξύ του λόγου του Ιδρύματος Ωνάση και του ίδιου του DNA των εταιρειών συμφερόντων Ωνάση; Που βρίσκεται η αλήθεια ανάμεσα σε έναν φαινομενικά κριτικό λόγο ενάντια στις καταπιέσεις και μια καπιταλιστική οικογενειακή αυτοκρατορία; Και οι τρεις εκθέσεις μπορούν να αναλυθούν μέσα από το πρίσμα του φιλανθρωπικού καπιταλισμού. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια στρατηγική διακυβέρνησης που βασίζεται στην συνεργασία μεταξύ του κράτους και της αγοράς. Αυτός ο μηχανισμός δεν είναι καινούργιος, αλλά για τους κοινωνιολόγους Linsey McGoey, Darren Thiel και Robin West (2018), «αυτό που είναι πραγματικά νέο είναι το γεγονός ότι οι ιδέες πίσω από τον φιλανθρωπικό καπιταλισμό έχουν αποκτήσει στην εποχή μας τόσο μεγάλη επιρροή, ενώ παλιότερα μεγάλο μέρος των κοινωνιών στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, περιφρονούσε και θεωρούσε γελοίες παρόμοιες πλευρές της θεωρίας του οικονομικού φιλελευθερισμού. Αυτές αντιμετωπίζονταν ως μορφές ιδεολογικής επιβολής που χρησιμοποιούνται για να ενισχύσουν την εξουσία των πλουτοκρατικών ελίτ που βασίζεται στην ανισότητα και την αδικία».
Ο φιλανθρωπικός καπιταλισμός είναι η καπιταλιστική τάξη που σφυρηλατεί στο μυαλό των ανθρώπων τη δυνατότητα συμφιλίωσης τους με την πράξη της «αρπαγής», της εκμετάλλευσης, της ιδιωτικοποίησης και του ανάλογου «συμφέροντος». Έτσι, σύμφωνα με αυτή τη λογική, η κοινωνική τάξη που λεηλατεί τα πάντα δεν είναι πλέον αυτή που δημιουργεί τις κοινωνικές ανισότητες αλλά μάλλον αυτή που πολεμά ενάντια σε ένα φυσικοποιημένο κακό. Ο καπιταλισμός εμφανίζεται να περιέχει στην ουσία του «ανθρώπινη καλοσύνη» και φροντίδα για τον άλλον. Αντιστροφή ευθυνών, ρόλων και πραγματικότητας. Αυτή η κοινωνική τάξη, που ευδοκιμεί επιβάλλοντας και αναπαράγοντας τις κοινωνικές ανισότητες, θα αναλάβει συγχρόνως τον ρόλο του σωτήρα όλων μας εκπροσωπώντας το «δημόσιο» καλό. Η πεποίθηση αυτή έχει ως συνέπεια να διαστρεβλώνεται η ανάγνωση της πραγματικότητας και κυρίως ο προσδιορισμός της εκμεταλλευτικής σχέσης. Παράγει επίσης μια κατάσταση ετερονομίας, εξάρτησης των περισσότερων από εμάς από την καλή θέληση του κυρίαρχου. Ο φιλανθρωπικός καπιταλισμός απηχεί σε μεγάλο βαθμό αυτό που συνήθως αποκαλείται ευεργετισμός στην Ελλάδα, με την έννοια της πατρωνίας ή της «δημόσιας φιλανθρωπίας».
Η φιγούρα του ευεργέτη, μια πολιτική παράδοση στην εποχή μας
Πίσω από τους «ευεργέτες» και τις «χορηγίες» υπάρχει μια μακρά ιστορία που μας υπενθυμίζει ότι αυτοί οι μηχανισμοί εξουσίας και ο συγκεκριμένος τρόπος διακυβέρνησης δεν χρονολογούνται από την «κρίση» του 2008 ούτε καν από τον αιώνα μας, όπως επισημαίνει σε ένα επιστημονικό άρθρο του ο Αναστάσιος Αναστασιάδης (2011) και στο οποία βασίζουμε και την δικιάς μας μελέτη. Οι όροι αυτοί εννοιολογήθηκαν τον 19ο αιώνα στην Ελλάδα, ώστε να αναφερθούν τόσο στις σύγχρονες πρακτικές εκείνης της εποχής όσο και για να μελετήσουν αυτές της αρχαιότητας (περιλαμβάνοντας ωστόσο πραγματικότητες που αναφερόντουσαν σε πολύ διαφορετικές εποχές μέσα σε ένα αχανές μεσογειακό περιβάλλον).
Ήταν γύρω στον 19ο αιώνα που εμφανίστηκαν οι πρόγονοι των πρακτικών του ιδρύματος Ωνάση, με τη μορφή του εθνικού ευεργέτη. Αυτός ο «νέος» ευεργετισμός διαμορφώνεται σε ένα πλαίσιο μετασχηματισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και λαμβάνει χώρα σε ένα τεράστιο δίκτυο αναπτυσσόμενου, παγκόσμιου εμπορίου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα, ένας αυξανόμενος αριθμός Ρουμ (Ορθόδοξων Χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) μετανάστευσαν προς διάφορες κατευθύνσεις για να εισχωρήσουν στον επιχειρηματικό κόσμο. Όταν δημιουργούσαν με διάφορους τρόπους πλέον την περιουσία τους, έστελναν δωρεές πίσω στις περιοχές καταγωγής τους. Με την ανεξαρτησία της Ελλάδας το 1821, οι δωρεές έρεαν επίσης στην Αθήνα ως εθνική πρωτεύουσα και «σύμβολο στα μάτια των ανθρώπων της εποχής του ανανεωμένου δεσμού ανάμεσα στο “αναγεννημένο” ελληνικό έθνος και το ένδοξο παρελθόν του».
Στη συνέχεια το εμπόριο εντάθηκε και αναπτύχθηκε το σύστημα των έντοκων δανείων. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, βασικός παράγοντας σε αυτό το εμπορικό δίκτυο, ενώ στην αρχή καταδίκαζε ως ανήθικους τους κλέφτες και τους κερδοσκόπους, άλλαξε στη συνέχεια τη στάση της εκφράζοντας την αποδοχή της ακόμη και δικαιολογώντας το σύστημα τοκισμού. Με την τροποποίηση του πλαισίου για τον ορισμό της αμαρτίας, η εκκλησία νομιμοποίησε την ιδέα και έτσι «η συσσώρευση κεφαλαίου έγινε αποδεκτή, στο βαθμό που συνοδευόταν από αναδιανομή μέσω της διαθήκης», που περιλάμβανε συχνά δωρεές σε νοσοκομεία, ορφανοτροφεία, ξενώνες κ.λπ. Κατά τον 19ο αιώνα, σύμφωνα με τον Α. Αναστασιάδη, η Ορθόδοξη Εκκλησία «ανέδειξε την δωρεά ακόμη και ως πρότυπο χριστιανικής δράσης και παράδοσης». Αυτή η «εμφάνιση μιας ορθόδοξης ηθικής στον μεσογειακό καπιταλισμό» σηματοδοτεί επίσης το σημείο καμπής όπου ο ευεργετισμός γίνεται στρατηγικό εργαλείο για την αναπαραγωγή της αστικής τάξης. Οι ακαδημαϊκές, λογοτεχνικές, εμπορικές και τραπεζικές ελίτ, μέλη των οποίων ήταν μέρος της ελληνικής διασποράς, άδραξαν τότε αυτή την ηθική της «αποζημίωσης προς την κοινωνία». Οι φιλανθρωπικές πρακτικές γίνονται, σύμφωνα με τον Αναστασιάδη, «τεχνολογίες διακυβέρνησης» επειδή χρησιμεύουν ως τρόπος διατήρησης της κοινωνικής ειρήνης σε αυτό το πλαίσιο ανοίγματος προς το παγκόσμιο εμπόριο, ενίσχυσης των κοινωνικών ανισοτήτων και συγκέντρωσης κερδών. Επίσης τον 19ο αιώνα, ο ευεργετισμός γίνεται στοιχείο του εθνικιστικού λόγου χρησιμεύοντας ως «απόδειξη» της ιστορικής συνέχειας και της ενότητας του λεγόμενου «ελληνικού έθνους», και κατ’ επέκταση, λειτουργώντας ως κάλυμμα για τις αυξανόμενες ανισότητες του πλούτου εντός της επικράτειας του : «Πολιτικοί, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι επαναλάμβαναν περήφανα, σαν να προσπαθούσαν να ξορκίσουν ένα φάντασμα που πλησιάζει γρήγορα, ότι το κοινωνικό ζήτημα δεν υπήρχε στην Ελλάδα: όσο υπάρχαν εθνικοί ευεργέτες, δεν υπάρχει ταξική πάλη».
Στη συνέχεια, ο 20ός αιώνας και οι απαρχές του κράτους πρόνοιας προκαλούν την κατάρρευση, αφενός, της σημασίας του έθνους-κράτους στις καθημερινές κοινωνικές σχέσεις και, αφετέρου, της φιγούρας του εθνικού ήρωα- ευεργέτη. Ωστόσο, από την κρίση του 2008 βλέπουμε μια αναζωπύρωση της φιγούρας του εθνικού ευεργέτη σε Ελλάδα και Ευρώπη, όπως θα θέλαμε να δείξουμε με το παράδειγμα του Ιδρύματος Ωνάση. Σύμφωνα με τους McGoey, Darren Thiel και Robin West, στις μέρες μας, οι αυθόρμητοι ή «φιλάνθρωποι καπιταλιστές αντλούν μέρος της δύναμης και της αίγλης τους από τη γενικευμένη άγνοια των στενών δεσμών μεταξύ του κράτους και της αγοράς, μια άγνοια που εδώ νοείται ως μια μορφή κοινωνικής τύφλωσης». Μια δεύτερη δύναμη, σύμφωνα με τους McGoey, Darren Thiel και Robin West, είναι ότι ο φιλάνθρωπος-καπιταλιστής παρουσιάζεται ως «μια καλοπροαίρετη φιγούρα με ένα ευγενικό χαμόγελο της οποίας η έκκληση βασίζεται στη δύναμη μιας “ιδεολογίας της αρμονίας” που σκοπεύει να συμβιβάσει την πράξη της προσφοράς και την πράξη της συσσώρευσης. Ως σαγηνευτής, και όχι ως κακοποιός, [αυτός] παρουσιάζεται, με ένα μπουκέτο λουλούδια στο χέρι, για να υποστηρίξει ότι είναι δυνατόν να ωφελείς ενώ βγάζεις κέρδος».
Αυτό το όμορφο πρόσωπο της φιλανθρωπίας είναι επίσης ένας τρόπος για αυτούς τους νέους παράγοντες της παγκοσμιοποίησης να αφομοιώνουν τα κοινωνικά κινήματα με τα οποία ήρθαν αντιμέτωποι από τη δεκαετία του ’90 και μέχρι σήμερα. Μια νέα αναδιάρθρωση του καπιταλισμού επιτυγχάνεται επομένως, στην εποχή μας, μέσω της υποτιθέμενης «ηθικοποίησης» του και μέσω μιας στρατηγικής απόκρυψης του κοινωνικού ανταγωνισμού (και ιδιαίτερα των ταξικών αντιθέσεων). Αυτή η τελευταία πτυχή μας επιτρέπει να επιμείνουμε στην εδαφική αλλά και συμβολική διάσταση της μονοπώλησης των τόπων μας και των αγώνων μας από τον φιλανθρωπικό καπιταλισμό.
Εδαφική κατάκτηση, αστικός καπιταλισμός, συμβολική εκκένωση: «Το ίδρυμα δημιουργεί έναν νέο κόσμο».
Το αστικό όραμα για το πολιτισμό: Το ξέπλυμα ως διαδικασία!
Ο πολιτιστικός προγραμματισμός και ο λόγος του Ιδρύματος Ωνάση δεν εμπνέεται από τους χειραφετητικούς αγώνες των προσφύγων, των μειονοτήτων, των έμφυλων ταυτοτήτων, των queer κοινοτήτων – αλλά για χάρη τους. Αυτόνομες συλλογικότητες ή χώροι queer, trans ή/και καλλιτεχνών επισημαίνουν τον κυνισμό πίσω από την «προοδευτική βιτρίνα» και τις βίαιες συνέπειες που προκύπτουν από αυτές τις πρακτικές:
« Ο τίτλος της έκθεσης “Πλάσματα” οικειοποιείται την queer αργκό, ενώ δεν κάνει τίποτα για να υποστηρίξει τους ντόπιους και τρανς καλλιτέχνες και τις διαθεματικές κοινότητες μας. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης έχει ενταθεί η τοπική αστυνόμευση. Το κοινό της μεσαίας τάξης που φτάνει στο πάρκο μπορεί να απολαύσει μια queer υπερβολή, ενώ οι άνθρωποι σε αυτό το χώρο βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση, ανάμεσά τους άστεγοι, queer, έγχρωμοι και εργαζόμενα του σεξ. Τα “Πλάσματα” του Ωνάση οικειοποιούνται και φετιχοποιούν την υποπολιτισμική ιστορία του πάρκου, συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων και των μεταναστών, ομοφυλόφιλων ανδρών που κάνουν ψωνιστήρι, χρηστών ναρκωτικών και αστέγων που αναζητούν καταφύγιο σε μια πόλη ολοένα και πιο εχθρική προς την παρουσία τους. Μετά από αυτή την παρέμβαση, στο όνομα της queer τέχνης, το πάρκο δεν θα είναι ποτέ το ίδιο». (Απόσπασμα από κείμενο που διαβάστηκε στην εκδήλωση: “Ροζ Ξέπλυμα, Ομοεθνικισμός και Queer Θεσμοποίηση” που διοργανώθηκε στην Αθήνα από τους ΛΑΛΑ, Sub Rosa Space και Fac_research, Σεπτέμβριος 2022)
Υπό το πρόσχημα της υπεράσπισης της ρευστότητας των φύλων και των queer κινημάτων, αυτός ο λόγος χρησιμοποιείται για να διαγράψει ένα άλλο «δίπολο», αυτό των κοινωνικών τάξεων και των πολιτικών αγώνων. Για τη θεατρική συλλογικότητα ΦΥΤΑ, αυτό μπορεί να ονομαστεί ροζ-ξέπλυμα: «Με τις πολιτικές ταυτότητας, αν αφαιρέσεις όλη την πολιτική κριτική που μιλάει για ταξικά ζητήματα, εργασιακά δικαιώματα, ρατσισμό και κρατήσεις μόνο την ταυτότητα, τότε κρατάς το glitter και πετάς στον υπόνομο τη ζωντανή εμπειρία των υποκειμένων».
«Αρμονία, συνύπαρξη, πολυπολιτισμικότητα, αλληλοκατανόηση, συνέργεια, συνεργασία, ενεργός πολίτης», το λεκτικό πεδίο του Ιδρύματος διαγράφει όλες τις συγκρούσεις και τη βία που συναντάμε στην κοινωνική πραγματικότητα. Ο τελευταίος όρος, «ενεργός πολίτης», συσκοτίζει ιδιαίτερα οποιαδήποτε διάσταση αγώνα, αμφισβήτησης, κυριαρχίας ή εξουσίας. Μιλάμε μόνο για κάθε τι ενεργό, δηλαδή παραγωγικό, κάθε τι μαχητικό ή συγκρουσιακό απαλείφεται. Επιπλέον, ο όρος υπονοεί ότι υπάρχουν «ανενεργά» άτομα, τα οποία το Ίδρυμα σύντομα θα τα «διαλύσει», όπως μπορούμε να διαβάσουμε στον ιστότοπο. Ο Ωνάσης τελικά αναλαμβάνει με αυτούς τους τρόπους τον ρόλο του ουδέτερου διαιτητή στα δημόσια πράγματα. Η προσταγή για συναίνεση και για “συμβίωση στη φαντασία” είναι σημάδι ενός φαινομένου που διαπερνά και υπερβαίνει το Ίδρυμα Ωνάση: αυτή είναι η διευθυντική σκέψη. Έτσι, κάθε συζήτηση, διαφωνία, πάνελ ομιλητών και κάθε αποκαλούμενο αντικαθεστωτικό, αφοσιωμένο ή ριζοσπαστικό μήνυμα μετατρέπεται σε προϊόν της αστικής αγοράς τέχνης με τη σφραγίδα του Ιδρύματος Ωνάση. Πράγματι, όπως υποστηρίζει ο Seumboy στο Instagram του, «το αστικό βλέμμα είναι μέρος μιας κουλτούρας τόσο προσαρμοστικής όσο ο ίδιος ο καπιταλισμός».
Με άλλα λόγια, αυτή η οπτική για την τέχνη τρέφεται με στοιχεία της λαϊκής καθημερινότητας. Τα εξορυγνύει, τα μετατρέπει σε υλικά που αντιστοιχούν στους δικούς της κώδικές και στη συνέχεια τα χρησιμοποιεί ενάντια σε αυτές τις ίδιες λαϊκές καθημερινές εμπειρίες ζωής, επιβάλλοντας πολιτισμικό πατερναλισμό ή διώχνοντάς τα υποκείμενα σταδιακά από τις ίδιες τις συνοικίες τους. Αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε εκκαθάριση, στρατηγική μάρκετινγκ με σκοπό το κέρδος και την άντληση κοινωνικού κεφαλαίου για έναν κεντρικό παράγοντα του καπιταλισμού στην Ελλάδα.
Η λατρεία της προσωπικότητας, το κουστούμι του σωτήρα και ο επεκτατισμός στην πόλη
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του φιλανθρωπικού καπιταλιστικού ιδρύματος είναι η λατρεία που περιβάλλει την προσωπικότητα της φιγούρας του Αριστοτέλη Ωνάση. Αρκεί να περιηγηθείτε στον ιστότοπο του ιδρύματος για να το δείτε αυτό. Η αφήγηση που συναντάμε περιγράφει έναν αυτοδημιούργητο πατριώτη ευεργέτη, ο οποίος, όπως μας λέει ο πρόεδρος του ιδρύματος: « Ήταν ένας οραματιστής επιχειρηματίας, αλλά και άνθρωπος με κουλτούρα και γνώση. Πολίτης του κόσμου και Έλληνας στην καρδιά. Για όλους αυτούς τους λόγους τον θυμούνται με θέρμη και αγάπη μέχρι και σήμερα, 45 χρόνια μετά τον θάνατό του. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, ο Αριστοτέλης Ωνάσης αποτελεί πρότυπο».
Αυτό το “πρότυπο” ήταν ένας δισεκατομμυριούχος που σύχναζε στην πολιτική και πολιτιστική ελίτ της δεκαετίας του 1960 και τους προσκαλούσε στο γιοτ του, το οποίο ήταν συχνά ελλιμενισμένο στο ιδιωτικό του νησί, τον Σκορπιό. Η Lyndsy Spence, συγγραφέας μιας βιογραφίας για τη Μαρία Κάλλας, είχε πρόσβαση στην αλληλογραφία μεταξύ της τραγουδίστριας και του Αριστοτέλη Ωνάση. Στην εφημερίδα Guardian, λέει ότι «υπάρχουν ανησυχητικές πληροφορίες από το ημερολόγιο μιας από τις καλύτερες της φίλες που περιγράφουν λεπτομερώς πώς ο Ωνάσης υπνώτιζε τη Μαρία Κάλλας με ναρκωτικά, ειδικά για σεξουαλικούς λόγους. Σήμερα, αυτή τη συνεύρεση θα την ονομάζαμε βιασμό».
Πρέπει να συντρίψουμε τον μύθο για να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ της αυτοκρατορίας Ωνάση και του έργου του Ιδρύματος στις μέρες μας. Γιατί δεν πρέπει να πιστεύουμε ότι η παρουσία του Ωνάση περιορίζεται στο Πεδίον του Άρεως. Το ίδρυμα αφήνει το στίγμα του σε πολλές περιοχές της Αθήνας: Πάρκο Λογγίνου, το σιντριβάνι και μια τοιχογραφία στην Ομόνοια, 4 αθλητικά γήπεδα στο Μοσχάτο, τοιχογραφίες στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, την πλατεία Μαβίλη και την πλατεία Αυδή. Η γειτονιά του Νέου Κόσμου, όπου βρίσκεται το πολιτιστικό κέντρο Στέγη Ωνάση, φαίνεται να είναι η κύρια παιδική χαρά του ιδρύματος – «η γειτονιά της Στέγης » όπως λέει το ίδιο το ίδρυμα σε μια αφίσα που προωθεί την εκδήλωση «Block Party». Παίζει επίσης με το όνομα της περιοχής Νέος Κόσμος, ο “νέος κόσμος” στον οποίο η Στέγη τοποθετείται ως ιεραπόστολος που «διεγείρει τις σχέσεις που έχουν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες με το περιβάλλον τους και την αίσθηση του τόπου τους». Το Ίδρυμα Ωνάση μιλάει για το πάρκο ΤΟΥ και τον (νέο) κόσμο ΤΟΥ. Και το ίδρυμα μας προειδοποιεί «αυτή είναι μόνο η αρχή μιας νέας αρχής». Πρόκειται για μια σαφή επεκτατική φιλοδοξία. Ο Ωνάσης σχεδιάζει να επεκταθεί στην πόλη, όπως λέει στους Financial Times η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, πολιτιστική διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση: «Τον επόμενο χρόνο θα ανοίξει ένας νέος πολιτιστικός χώρος Ωνάση, σχεδιασμένος από τη Yinka Ilori, για να συνδυάσει τη μόδα και τη χειροτεχνία, τη βιοτεχνολογία και το design. Θα είναι ένα μέρος για τα πράγματα που κάνουν την καθημερινότητα πιο ανθρώπινη: φαγητό, ποτό, μουσική, τέχνη. Η Αθήνα θα είναι πιο ενδιαφέρουσα από ποτέ».
Με αυτόν τον τρόπο, μια οντότητα όπως ο Ωνάσης τοποθετείται ως σωτήρας των κοινών μας χώρων και γίνεται όλο και πιο κεντρικός παράγοντας στην κοινωνία. Όπου το ίδρυμα μιλά για «δημιουργική, οικολογική, δωρεάν, δημόσια» παρέμβαση, το βλέπουμε να διαμορφώνει την πόλη στη δική του εικόνα με ένα ομοιογενές και εξυγιαντικό στυλ. Αυτή η εδαφική κατάκτηση δεν είναι απλώς έργο του Ιδρύματος Ωνάση, αλλά μια συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων και την Περιφέρεια Αττικής. Πράγματι, μέρος των ανακαινίσεων και της κατασκευής αθλητικών και άλλων εγκαταστάσεων στα πάρκα της Αθήνας γίνονται στο πλαίσιο συμμετοχής σε δημοτικά προγράμματα ή ακόμη και κοινών σχεδιασμών του Ιδρύματος Ωνάση και του Δήμου Αθηναίων όπως το OnAthens. Το όραμα της τέχνης που κουβαλά το Ωνάσειο όπου «το τοπικό γίνεται παγκόσμιο και το παγκόσμιο γίνεται τοπικό» ταιριάζει πολύ με τα έργα του Δημάρχου Αθηναίων. Αυτό το στυλ τέχνης με το οποίο οι ελίτ του κόσμου, που μετακινούνται από πρωτεύουσα σε πρωτεύουσα, νιώθουν καλά, νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Σύμφωνα με τη δημοτική πολιτική του Κώστα Μπακογιάννη, η Αθήνα πρέπει να γίνει ελκυστική πόλη για τουρίστες, επενδυτές και τους περίφημους «ψηφιακούς νομάδες». Σε αυτή την ιδέα, το δημαρχείο τροφοδοτεί τακτικά την εκστρατεία μαζικής προώθησης του τουρισμού «This is Athens». Ο δήμος εγκαινιάζει επίσης, το 2020, στα πλαίσια του προγράμματος «Υιοθετήστε την πόλη σας», την καμπάνια που ονομάζεται «κοινωνική αλληλεγγύη». Αυτό το πρόγραμμα προτείνει με υποκριτικά ευγενικό τρόπο το άνοιγμα στον ιδιωτικό τομέα όλων των λειτουργιών διαχείρισης των υπηρεσιών της πόλης. Αυτό αφορά την αναβάθμιση αστικών εγκαταστάσεων, τη δημιουργία νέων υποδομών ή τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό υφιστάμενων υποδομών όπως τα σχολεία, ο καθαρισμός, η ανανέωση και «βελτίωση» των πάρκων και του δημόσιου φωτισμού, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών εορτών όπως τα Χριστούγεννα, τη συντήρηση και “βιώσιμη” διαχείριση των δημόσιων χώρων σε όλη την πόλη προτείνοντας, για παράδειγμα, “κάθε πολίτης να φροντίζει ένα δέντρο”. Υπό το πρόσχημα της “δημοκρατίας”, στην πραγματικότητα παίρνουν μέρος πολυεθνικές και μεγάλες εταιρείες (Coca-Cola, Karcher, Fix Hellas κ.λπ.).
Έτσι, το δημαρχείο, αφενός, συνάπτει συνεργασίες με εταιρείες όπως η Karcher για τον καθαρισμό «συνθημάτων, γκράφιτι, παράνομων αφισών, αυτοκόλλητων» που νοούνται ως «οπτική ρύπανση» του δημόσιου χώρου και, από την άλλη πλευρά, παραχωρεί τους ίδιους τοίχους στο Ίδρυμα Ωνάση για να τους ξαναζωγραφίζει. Και στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ο Ωνάσης ανακαινίζει το πάρκο Λογγίνου συμβάλλοντας, παράλληλα, στην ενίσχυση της εικόνας του Μπακογιάννη για τις επόμενες εκλογές. Το Ίδρυμα Ωνάση και οι κυβερνήτες του Δήμου Αθηναίων υπερασπίζονται ένα συγκεκριμένο όραμα για την πόλη και κυρίως διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για να το πραγματοποιήσουν. Αυτός ο πολεοδομικός σχεδιασμός συνεπάγεται την εξαφάνιση λαϊκών πρακτικών και οραμάτων. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για χωροταξικό και κοινωνικό πόλεμο στην Αθήνα στον οποίο συμμετέχει το Ίδρυμα Ωνάση.
Ο βολικός μύθος ενός «κενού και υποβαθμισμένου χώρου»
Πώς ξεκινά αυτός ο πόλεμος για τον χώρο; Στην περίπτωσή μας, και όπως σε κάθε ειδική διαδικασία που αφορά τον αστικό καπιταλισμό, ξεκινά με το επιχείρημα ενός λεγόμενου «κενού, παραμελημένου και υποβαθμισμένου» χώρου. Αυτός ο μύθος ενός κοινωνικού χώρου που πεθαίνει όταν το κράτος και οι τοπικές αρχές έχουν αποσυρθεί, ισοδυναμεί με το να λέμε, αφ’ υψηλού, ότι χωρίς τη θεσμοθέτηση, την εξυγίανση, την τυποποίηση ενός τόπου, ο τόπος αυτός δεν υπάρχει. Η συλλογικότητα ΦΥΤΑ κοροϊδεύει τη συγκεκριμένη λογική σε ένα βίντεο όπου σατιρίζει την έκθεση Πλάσματα ενσαρκώνοντας το ίδιο του Ίδρυμα Ωνάση που μας απευθύνεται με τους εξής όρους: « Έχουμε περάσει από το χάος στην τάξη. Τελικά τι ήταν το Πεδίον του Άρεως πριν από εμάς; Μια χαοτική ερημιά, ένα μέρος που χαρακτηριζόταν από προβλήματα, βρωμιά, έλλειψη επικοινωνίας. Και τι είναι τώρα; Ένα κέντρο ζωής».
Διαγράφοντας την άτυπη ιστορία του πάρκου, δημιουργώντας μια «ανάγκη» για διάσωση και παρουσιάζοντας τις δημόσιες αρχές ως αβοήθητα θύματα, η Περιφέρεια Αττικής και ο Δήμος Αθηναίων ενισχύουν από την αρχή τη «ζωτική» προσφυγή σε ιδιωτικές εταιρείες και ιδρύματα. Πρόκειται για μια σχολικού επιπέδου περίπτωση νομιμοποίησης μιας σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που βρίσκεται στα γονίδια του φιλανθρωπικού καπιταλισμού. Είναι μια διαδικασία μεταβίβασης της κοινωνικής ευθύνης από τη δημόσια υπηρεσία στον τομέα της κερδοσκοπίας. Το Ίδρυμα Ωνάση προφανώς ταιριάζει σε αυτήν την περίπτωση μέσω των «πολιτιστικών» εκδηλώσεών του και των έργων ανακαίνισης. Το πιο πρόσφατο ανάλογο έργο είναι για το Πεδίο του Άρεως. Το έργο πρόκειται να γίνει ως «δωρεά» του ιδρύματος προς την Περιφέρεια Αττικής έναντι ποσού 373.241,59 ευρώ χωρίς ΦΠΑ και μέσω της κατασκευαστικής εταιρείας τους ARIONA HELLAS S.A. Η ανάπλαση που θα πραγματοποιήσει στο πάρκο το Ίδρυμα Ωνάση επαινείται από τον “σύλλογο Αθηνά”, που κοροϊδεύει όσους φοβούνται την ιδιωτικοποίηση.
Ο Καπιταλισμός της ασφάλειας
Η παρουσία του ιδρύματος θα πρέπει επίσης να γίνει κατανοητή ως εργαλείο πολιτικών ασφάλειας. Το 2016, η πρώην αντιπεριφερειάρχης Αττικής, Ερμίνα Κυπριανίδου, πρότεινε ήδη τρόπους για να προσελκύσει περισσότερο κόσμο στο Πεδίον του Άρεως και να εκδιώξει τους «ανεπιθύμητους» πληθυσμούς (φτωχούς, πρόσφυγες ή διαμαρτυρόμενους). «Το ζήτημα δεν θα λυθεί με το να βάλουμε τανκς στο Πεδίο του Άρεως. Με τη βοήθεια εξακολουθητικής αστυνόμευσης και εκδηλώσεων που θα φέρνουν τον κόσμο στο πάρκο, μπορούμε να του ξαναδώσουμε ζωή και να περιορίσουμε τις “γκρίζες περιοχές”», επισημαίνει η αντιπεριφερειάρχης κα Κυπριανίδου. «Το πρόβλημα ξεκινά όταν δεν υπάρχει κόσμος στο πάρκο. Όσο περισσότεροι πολίτες το επισκέπτονται, τόσο περισσότερο θα περιορίζεται το πρόβλημα». Με τα χρόνια, αυτά τα λόγια έχουν μετατραπεί σε πράξεις, καθώς όλο και περισσότερες θεσμικές εκδηλώσεις καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο και χρόνο στο πάρκο. Οι εκθέσεις You and AI και Plasmata ή η επαναλειτουργία του πανάκριβου εστιατορίου Green Park – και η διαφημιστική εκστρατεία που σημάδεψε αυτά τα γεγονότα – συμμετείχαν στην ομαλοποίηση της αίσθησης ασφαλείας (με την παρουσία της αστυνομίας αλλά και κυρίως μιας ιδιωτικής εταιρίας security) στο Πεδίον του Άρεως. Ο Σύλλογος Αθηνά- Πεδίον του Άρεως υπερασπίζεται αυτό το όραμα για το πάρκο. Έχει επαινέσει δημόσια την επανέναρξη των περιπολίων της εταιρείας Falcon Security τον Μάιο του 2022, ενώ από την πλευρά του το Ίδρυμα Ωνάση έστησε περιπολίες με ηλεκτρικά ποδήλατα. Έτσι, η έκθεση Plasmata γίνεται συνώνυμη και με την επιτήρηση.
Μπορούμε να μιλήσουμε εδώ για μια ιδεολογία ασφάλειας που ενεργοποιείται τακτικά από την άρχουσα τάξη για εκλογικούς σκοπούς. Βασίζεται σε μια απαξιωτική και υποτιμητική αναπαράσταση της πόλης, συστηματικά συνδεδεμένη με το έγκλημα, την ασέβεια, την ανασφάλεια και την φανταστική εικόνα ενός ανεξέλεγκτου «μεταναστευτικού κύματος». Τέτοιες αναπαραστάσεις μαρτυρούν τη διείσδυση του ρατσιστικού και ξενοφοβικού φαντασιακού σε συγκεκριμένες συζητήσεις που αφορούν την πόλη, μια τάση εθνικοποίησης και παθολογίας του «κοινωνικού κινδύνου». Ο δήμαρχος Μπακογιάννης δεν κρύβεται από αυτό. Από τη μια δείχνει με το δάχτυλο όσους, σύμφωνα με τον ίδιο, «υποβαθμίζουν» την πόλη: ανθρώπους που κάνουν γκράφιτι στους τοίχους της Αθήνας ή καταλαμβάνουν άδεια κτίρια. Από την άλλη, επικοινωνεί διαρκώς την πολιτική του δράση υπέρ μιας «καθαρής Αθήνας» και δημοσιεύει πολυάριθμες φωτογραφίες εργαζομένων που απολυμαίνουν τους τοίχους, όπως στις 25 Φεβρουαρίου 2020 στη σελίδα του στο Instagram: «Αυτή είναι μια σκόπιμη επιλογή για να τερματιστεί κάθε ίχνος μιζέριας στους δημόσιους χώρους. Αυτή τη φορά έγινε μεγάλη προσπάθεια για τον καθαρισμό της περίφραξης 400 μέτρων του Πεδίον του Άρεως στην Αλεξάνδρας. Χρειάστηκαν 260 κιλά ειδικού και οικολογικού υλικού για να αφαιρεθούν τα γκράφιτι και να διασφαλιστεί ότι η πέτρα δεν θα καταστραφεί. Ας επαναφέρουμε την αισθητική και την καθαριότητα στην πόλη, η ρύπανση δεν είναι τέχνη».
Αυτή η ιδεολογία της ασφάλειας είναι επίσης μια βιομηχανία που βασίζεται στην εικόνα μιας «πόλης από καρτ ποστάλ», απόλυτα ασφαλούς, «εξορθολογισμένης», που ευνοεί τις χρηματοοικονομικές ροές και τη συσσώρευση κεφαλαίου. Αυτός ο κλάδος παράγει αυξανόμενα κέρδη και τροφοδοτεί πολλούς φόβους: αυτόν του «ξένου», του «μετανάστη», του «νεαρού περιθωριακού», των «εργατικών τάξεων», των «επικίνδυνων ατόμων» ή του «επικίνδυνου διαδηλωτή». Αυτή η ρητορική διαμορφώνει τις φιγούρες του «εχθρού εντός» και του «εχθρού χωρίς», ο χαρακτηρισμός των οποίων οδηγεί σε έναν ορισμό των κοινωνικών ανισοτήτων που είναι εξαρχής προσανατολισμένος στην ασφάλεια. Για τον Philippe Mary, ο κυρίαρχος λόγος για τις αστικές ταραχές, την άτυπη οικονομία, τη σεξουαλική παραβατικότητα, την τρομοκρατία κ.λπ., οδηγεί σε ένα νέο μοντέλο «διαχείρισης κινδύνου». Επομένως, δεν πρόκειται τόσο για την αντιμετώπιση των αιτιών των κοινωνικών ανισοτήτων, αλλά για τον εντοπισμό των λεγόμενων «επικίνδυνων» ομάδων και την ενίσχυση του ελέγχου τους μέσω αστυνομικών μέτρων επιτήρησης. Με την αυξημένη παρουσία της ιδιωτικής ασφάλειας, μπορεί κανείς να φανταστεί ότι όσοι επιβιώνουν στο πάρκο ξέρουν πλέον ότι τους παρακολουθούν, ακόμη και στα αλσύλλια όταν εκεί εγκαθίστανται πανάκριβες εκθεσιακές εγκαταστάσεις. Η αστυνομική, ιδιωτική ή κρατική παρακολούθηση, έχει ως αποτέλεσμα την εκδίωξη εκείνων των ομάδων ή ατόμων που θεωρούνται «ανεπιθύμητα» και την απαγόρευση των πιθανών μορφών οργάνωσης της ζωής του πάρκου από τα κάτω.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ – ΟΝΤΑΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΑΘΑΡΙΣΗ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΑΣΙΣΤΟΥΜΕ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΜΑΣ
«Σκοπός ύπαρξης της Τέχνης δεν είναι να είναι όμορφη. Αυτό κυρίως το αναλαμβάνει η διακόσμηση και οι καλλιτέχνες που υπηρετούν τις εταιρίες και τους βασιλιάδες. Σκοπός της Τέχνης είναι να μας ανοίγει νέους δρόμους για να σκεφτούμε και να νιώσουμε τον φρικτό κόσμο στον οποίο μας έτυχε να ζούμε. Σκοπός της Τέχνης είναι η παρέμβαση, η διαμαρτυρία, το αναπάντεχο, ο θόρυβος, ο αναστοχασμός, η έκπληξη, το σαμποτάζ, η συνομωσία των αδυνάτων. Πολλές φορές χρειάζονται πολύ τρομακτικοί και πολύ κακόφωνοι τρόποι έκφρασης. Το ουρλιαχτό δεν είναι μελωδικό, δεν είναι ευχάριστο, είναι παραφωνία, είναι τρομακτικό – αλλά υπάρχει για να σώσει την ζωή μας. Μερικές φορές η Τέχνη είναι ένα ουρλιαχτό και για αυτό έχει τη δύναμη να σώσει τη ζωή μας. »
Κάποιοι ζούμε μερικές μέρες, κάποιοι μερικούς μήνες και άλλοι πολλά χρόνια κοντά στο Πεδίο του Άρεως. Όπως και σε άλλα σημεία της ελληνικής πρωτεύουσας, είμαστε μάρτυρες της κρατικής βίας και της ζημιάς που δημιουργεί ο αστικός καπιταλισμός: γενικευμένη επιτήρηση και καταστολή, μαζικός τουρισμός, αποκλεισμός των «ανεπιθύμητων» (συχνά μεταναστευτικών) εργατικών τάξεων, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου. Μέσα από αυτό το άρθρο, θέλαμε να ανακαλέσουμε ένα μέρος της μνήμης των αγώνων και της άτυπης ιστορίας του Πεδίου του Άρεως: αυτή η άτυπη ιστορία είναι ένα ισχυρό όπλο για να έρθουμε αντιμέτωποι με τον λόγο της κυριαρχίας που διαποτίζει τα ΜΜΕ, την πολιτική και μερικές φορές ακόμη και τον ακαδημαϊκό χώρο. Ο προβληματισμός μας αντιπροσωπεύει μόνο ένα σημείο εκκίνησης μιας ευρύτερης ερευνητικής εργασίας. Αυτό το κείμενο ήθελε να αποτρέψει την κοινωνική εκκαθάριση, μια τεχνική πολιτικού μάρκετινγκ που βασίζεται στην αφομοίωση των ανατρεπτικών λόγων, την αποδυνάμωση του νοήματος τους και την χρήση τους από την άρχουσα τάξη σαν βιτρίνα για να οργανώσουν την διαπλοκή τους. Αυτή η κοινωνική εκκαθάριση περιλαμβάνει πολλές παραλλαγές του πράσινου, της αλληλεγγύης, του φεμινισμού ή του ροζ- ξεπλύματος. Αυτή η «τέχνη του ασβεστώματος» είναι στενά συνδεδεμένη με τον φιλανθρωπικό καπιταλισμό, ο οποίος υπήρξε ένα πολιτικό όπλο για τη διαιώνιση συστημάτων κυριαρχίας για αρκετούς αιώνες. Αυτό το φαινόμενο απαλλοτρίωσης των πρακτικών μας είναι ταυτόχρονα ένας συμβολικός, ταξικός και χωροταξικός πόλεμος που απαιτεί καλύτερη γνώση των εχθρών μας που κρύβονται πίσω από τον μύθο που τους περιβάλλει. Όπως υποστηρίζουν οι McGoey, Darren Thiel και Robin West, «η αυξανόμενη πολιτιστική ευλάβεια για τον φιλανθρωπικό καπιταλισμό έχει βοηθήσει στην ανανέωση της εμπιστοσύνης του κοινού στους λόγους του “συμπαθητικού εμπορίου” (Hirshman, 1982) και της καπιταλιστικής ανάπτυξης».
____________
Έρευνα: Nicolas Richen & Lola
Με τη συμμετοχή: Georgios Vontitsos
Διερμηνεία συνέντευξης από Ελληνικά στα Γαλλικά: Elisabetta Garieri
Μετάφραση / Επιμέλεια: Τάσος Σαγρής / Κενό Δίκτυο