Ταξίδι στο χρόνο με μυστικές
εξομολογήσεις ανάμεσα σε γυναίκες
και πεθαμένες γοργόνες
Η μοναξιά της θάλασσας επί μήνες
Νίκη Δελλή μόνη στο ελληνικό πέλαγος
Λία Σαρρή μόνη της για έξι μήνες στον ωκεανό
Μυρτώ Ντέλλη ειρηνικός ωκεανός
Αθηνά Γεωργίου ατλαντικός ωκεανός.
Xλωμά χείλια καπνίζουν
πίνουν αλκοόλ, βρίζουν
και φτύνουν ξημερώματα τον πόνο τους
επάνω σε ένα στοιχειωμένο κατάστρωμα.
Γάμπες χοντρές χορεύουν με ναύτες και πόρνες
σε μακρινά λιμάνια στην Ασία
Όμορφα πρόσωπα ζωγραφισμένα σε μυς
και άλλα τόσα πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας
τα σύννεφα γίνονται τοπία με σκηνές βίας
σε έναν κινηματογραφικό ουρανό
Δράκοι σκοτώνουν κορίτσια
τεράστια αιλουροειδή γευματίζουν
άντρες με πλούσιο στήθος κάνουν έρωτα σε αφέντρες
Τώρα
παχιά μπούτια λερωμένα με γράσο
αντέχουν τη βρώμικη γλώσσα
τις φαρδιές ζώνες γύρω από παντελόνια
τις γυρισμένες ωμοπλάτες
το ίδιο και ο καπνός – αγορασμένος από την Αφρική
ένας θησαυρός απών
Κάθε φορά μια καταιγίδα που δεν –
την περίμενε κανένας –
ειδικά αυτή – αυτή η μαύρη σκύλα –
η κοκκινομάλλα ιρλανδή
η ξανθιά αγγλίδα
αυτή που θέλουν όλοι οι άντρες και όλες οι υπόλοιπες γυναίκες
να γαμηθούνε μαζί της
αυτή που αντέχει κάτω από μαύρα σύννεφα
να στέκεται όρθια – ντυμένη όπως τότε –
Αυτή η βρωμιάρα με το άγριο βλέμμα
και τα σχιστά μάτια
κρυμμένα πίσω από το μελαχρινό δέρμα της
αυτή
με τα λερωμένα ρούχα από τη δουλειά
λάσπη, νερό, αλάτι, αίμα, λάδι
αυτή που σε κοιτάζει καθώς εσύ φεύγεις
σου τρώει τις τελευταίες σου λέξεις για να σε προειδοποιήσει
δεν σε αφήνει να την ξευτιλίσεις δημοσίως
αυτή που σου φέρνει μια φίλη της με λευκό δέρμα και μακριά μαλλιά
να ξαπλώσετε μαζί το βράδυ
η μεθυσμένη
η βωμολόχα
η άθρησκη
η ψεύτρα
Κάθε βυθισμένο καράβι
ρητορεύει με βραχνιασμένη φωνή
δεν υπάρχουν λένε πειρατές
δεν τους πιστεύει κανείς
δεν υπάρχουν
γυναίκες με μαχαίρια μέσα στα εσώρουχα τους
-λένε-
δεν ξέρουν
Αυτή είναι εδώ
με ουλές στα μπούτια της
σημάδια γύρω από τις ρόγες της
ξαπλώνει στο κρεβάτι της με όποιον θέλει και
όποια θέλει την γλύφει – της φιλάει το στόμα
και την δένει στην προβλήτα της
Αυτή έχει δικιά της σημαία
με το δικό της οικόσημο
μια μήτρα – έναν σκελετό μονάχα με μια μήτρα –
Αυτή η πρόστυχη
αυτό το ωραίο μουνί που τολμούσε
τολμούσε τόσο πολύ
που μπροστά της όλα τα θαρρετά του κόσμου
πολλαπλασιάζονταν
Αυτή η λευκή παχουλή κοιλιά
που χειροκροτούσε σε πρόστυχα σχόλια
με θράσος πολύ
μόνο και μόνο για να πιεί περισσότερο ρούμι και παλιό κρασί
Αψήφησε αγάπη και θάνατο μαζί
δεν κατάφερε να βρει ένα ταίρι
κάποια σώματα να μοιράζεται
αυτή τη γνωστή αγκαλιά – αυτή την αγκαλιά που σε ζεσταίνει όταν
τα ρούχα σου είναι τόσο βαριά μουσκεμένα από την υγρασία
και δεν έχεις το κουράγιο να γδυθείς και να τα στύψεις –
αυτή την αγκαλιά που σου ρουφάει όλα τα περιττά υγρά από πάνω σου
Έζησε παρόλα αυτά πολλά χρόνια
όσο χτυπούσε η καρδιά της είχε τη φήμη της
γυναίκας
της γυναίκας που λατρεύει να ταξιδεύει
της γυναίκας που λατρεύει να βρίζει και να χουφτώνει σφιχτούς κώλους από νεαρές πόρνες
της γυναίκας που τα δάχτυλα της είναι χοντρά για να μπορεί να απολαμβάνει περισσότερο πόνο από τις άλλες όταν τα βάζει μέσα της
της γυναίκας που είναι όμορφη
της γυναίκας που είναι παχουλή με λευκή σάρκα και αντρικά ρούχα
της γυναίκας που της αρέσει να πηδιέται με πολλούς άντρες συγχρόνως
Είχε τη φήμη της αιώνιας καύλας
που προσπερνάει τους ωκεανούς μέσα σε ένα μήνα και διαλέγει
30 πολιτισμούς για να μεθύσει μαζί τους –
προσκυνάει σαμανικά ιερατεία
Βόρεια Αμερική, Σιβηρία, Ινδονησία, Ωκεανία
είχε τη φήμη ότι
λατρεύει ποιητές που περιφέρονται στον κόσμο των πνευμάτων
ότι αντέχει στον πόνο – έχει μέγιστη αντοχή στον πόνο –
και υφίσταται τραυματισμούς
Αυτή είναι
αυτή
η γυναίκα που
δεν διάβασε ποτέ της κανένα αλφάβητο
μόνο πρόφερε τις συλλαβές και τους φθόγγους
με ένα ψεύδισμα που ξεσήκωνε τους πάντες ακόμα και
τα ερμάρια στο δωμάτιο της
– τρίβονταν επάνω τους όταν δεν την έπαιρνε ο ύπνος
μέσα στο απόλυτο σκοτάδι –
γνώριζε όμως όλους τους δικαστές, τους εμπόρους, τους τοξικομανείς, τους καταδιωγμένους συγγραφείς
Ένα καινούργιο ποίημα οι συναντήσεις μαζί τους.
Όλες / Όλοι την θαύμαζαν
άφησε το σαρκίο της κρεμασμένο από ένα βαρύ μεθύσι
στο κατάρτι ενός ξένου πλοίου
της έφτιαξαν μια σχεδία από φτηνό ξύλο
έδεσαν μαζί πολλούς κορμούς
με χοντρά σχοινιά
την έβαλαν επάνω την έδεσαν
αυτή
αυτή που τώρα είναι με κλειστά τα μάτια της
με ξεραμένα δάκρυα
αυτή
τα στήθια της ήταν γεμάτα αγάπη για το ανεπάντεχο
αυτή
τα χέρια της είναι γεμάτα σημάδια από ελβετικούς σουγιάδες
τα εσώρουχα της δεν έχουνε καμιά σημασία
δεν έχει καμία σημασία τι χρώμα είναι
είναι φτηνιάρικα και πια πεθαμένα
κάψανε μαζί της όλα τα βρακιά της
δεν θέλανε να έχουνε τίποτε από δαύτη στο καράβι τους.
Αντίο επικηρυγμένη
διαβόητη
Πηνελόπη Ρις.
Θα γραφτούνε πολλά ποιήματα για εσένα.
Η Σίσσυ Δουτσίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980.Έχει σπουδάσει Αστροφυσική και Θέατρο. Είναι ηθοποιός και ποιήτρια. Είναι Ιδρυτικό μέλος του +Ινστιτούτου [Πειραματικών Τεχνών] και συμμετέχει στην πολιτιστική ομάδα Κενό Δίκτυο. [http://ecstaticpoetrysemeli.blogspot.com]