50 Χρόνια Deleuze & Guattari “Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια- Αντι-Οιδίπους”

October 27, 2023

Ομιλία του Χάρη Παπαχαραλάμπους στην εκδήλωση του «Κενού Δικτύου» για τα 50χρονα του Αντι-Οιδίποδα των Gille Deleuze & Felix Guattari (Θέατρο ‘Εμπρός’, Αθήνα, 22/10/2023 Underground Resistance Festival)

Επιλέγω, μιλώντας σε αυτήν την επετειακή εκδήλωση, να εστιάσω κυρίως σε τι μας διαφωτίζει σήμερα και μάλιστα στους δυστοπικούς -αλλά ίσως και γονιμοποιούς- καιρούς μας, ο Αντι-Οιδίπους. Πριν από αυτό ωστόσο θα δώσω μια συνοπτική εικόνα του νέου πνευματικού κλίματος στο οποίο μας εισάγουν οι Deleuze & Guattari (οι παραπομπές σε σελίδες αφορούν την ελληνική έκδοση των εκδόσεων Ράππα του ’77).

Στο 1ο Κεφάλαιο γίνεται λόγος για την επιθυμία. Η επιθυμία σηματοδοτεί δύο αντιδιαστολές. Η πρώτη αφορά το καντιανό υποκείμενο της βούλησης, η δεύτερη το φροϋδικό Εγώ. Οι D-G ορίζουν την επιθυμία ως μηχανή αφ’ ενός έξω και πέρα από υποκείμενα που ακολουθώντας τον πρακτικό Λόγο είναι κυρίαρχα των ορμών τους, αφ’ ετέρου έξω και πέρα από υποκείμενα που είναι αιχμάλωτα των ενορμήσεων, Εγώ-υπολείμματα των ορμών. Αν η αντίθεση προς τον καντιανό ιδεαλισμό είναι πρόδηλη, η αντίθεση προς τη φροϋδική φυσιοκρατία είναι πιο σύνθετη: οι D-G δεν οπισθοχωρούν στον ιδεαλισμό, οξύνουν τον υλισμό του Freud που κάμπτεται από την εκδραμάτιση του Ασυνειδήτου. Οι D-G θεωρούν το Ασυνείδητο ένα παραγωγικό Συνεχές. Είναι η οιδιπόδεια καθήλωση της ψυχανάλυσης που στα μάτια τους ανοίγει την πόρτα στον ιδεαλισμό και είναι η ολική έκθλιψη του παραδοσιακού υποκειμένου χάριν της επιθυμητικής μηχανής που κλείνει οριστικά αυτήν την πόρτα: από το αντικείμενο της επιθυμίας δεν λείπει τίποτε, έλλειμμα είναι το ίδιο το υποκείμενο, μια στρέβλωση της Επιθυμίας (εδώ αναγγέλλεται η μερική ρήξη με τον Lacan). Το ασυνείδητο είναι ένα παραγωγικό εργοστάσιο, δεν είναι θεατρική παράσταση. Θα γράψουν οι D-G: «Γιατί το ασυνείδητο είναι ορφανό και αυτοπαράγεται […]» (σελ. 57).

Στο 2ο Κεφάλαιο η επίθεση στο οιδιπόδειο παρουσιάζεται αναλυτικά για να δείξει την ψυχανάλυση ως επαναϊδιωτικοποιούσα την φυσική παραγωγή, ως υποτροπή της θεολογίας, ως απόπειρα σταματήματος των επιθυμητικών ροών που σχιζοφρενοποιούν. Η κριτική αυτή θα αποτελέσει τη βάση του πολιτικού προτάγματος του Αντι-Οιδίποδα. Γράφουν οι D-G: «Απαράμιλλο όργανο του αγελαίου, το οιδιπόδειο είναι η έσχατη εδαφικότητα, η καθυποταγμένη και ιδιωτική εδαφικότητα του Ευρωπαίου» (σελ. 120). Ο Αντι-Οιδίπους ανοίγεται έτσι στο κατ’ εξοχήν πολιτικό διακύβευμα βάθους: το δίλημμα ανάμεσα στη χωριστική μονο-σήμανση των επιθυμητικών ροών (φασισμός, ρατσισμός) και στη σχιζο-νομαδική τους πολυ-σήμανση (επανάσταση). Η επιθυμία απελευθερώνεται πλέον από την «έλλειψη», το νόμο και το σημαίνον, τους άξονες της απο-πολιτικοποίησης. Η οικογένεια γίνεται η συνεκδοχή της κοινωνικής καταστολής της επιθυμίας. Η επιθυμία θεωρείται εγγενώς επαναστατική σε αντίθεση με τα «γλεντάκια» (σελ. 136) που φτιασιδώνουν την καταστολή και γίνονται με τη σειρά τους -δευτερογενώς και έκπτωτα- επίσης επιθυμητά. Η υπόσκαψη της οιδιπόδειας λαβής πάνω στην επιθυμία, μας λένε οι D-G, πέρα από την καταφυγή στη νεύρωση και δια μέσου της διαστροφής, αλλά κυρίως η κατά μέτωπο σφοδρή επίθεση εναντίον της που οδηγεί στην αναδίπλωση στο δίχως όργανα σώμα του ψυχωσικού είναι τρόποι που παρασιτούν πάνω στην καθολικότητα της σχίσης που εκρήγνυται χωρίς να μπορεί ποτέ να «σημανθεί» (σελ. 157-9).

Στο 3ο Κεφάλαιο εισαγόμαστε στο πολιτικό μέρος του έργου, όπου θα ήθελα, όπως προείπα, να εστιάσω περισσότερο. Μέσα από τη μετατοπισμένη αντίληψη της πρωτογενούς αιμομικτικής επιθυμίας που ανάγεται στην ένταση και τη γη, μέσα από την οιδιπόδεια κωδίκωση αυτής της τελευταίας ως απαγορευμένης/απωθημένης/σεξουαλικής, η αποικιοποίηση της πρωτόγονης εμπειρίας στοιχειοθετεί τη βιοϋλιστική/φυλετική βάση του ντελεζιανο-γκαταρικού Πολιτικού. Ο καπιταλισμός είναι η πιο αναβαθμισμένη μορφή αυτής της αποικιοποίησης. Με την ελεγχόμενη ελευθέρωση των επιθυμητικών ροών αφομοιώνει όλες τις αντίθετες προς αυτόν εδαφικοποιήσεις και μεταθέτει τη συνάντηση με την ολική αποκωδίκωση των ροών αυτών με τον ευνουχισμό της επιθυμίας που όλα τα μη καπιταλιστικά συστήματα απαγορευτικής σκληρότητας δεν μπορούσαν να πετύχουν.

Αλλά και η εμφάνιση του βαρβαρικού τυραννικού κράτους είναι δεμένη με τη βιοφυλετική έδρα του ντελεζιανο-γκατταρικού Πολιτικού, όσο και αν μετουσιώνει και συμβολοποιεί προϊόντως, ιδίως ως αυτοκρατορικός σχηματισμός («Το σημείο που έγινε τώρα γράμμα. Η επιθυμία […] έγινε επιθυμία της επιθυμίας […]. Το στόμα δεν μιλάει πιά, πίνει το γράμμα. Το μάτι δεν βλέπει πιά, διαβάζει.» [σελ. 240]). Και ιδού η προκλητική κατάληξη της σκέψης των D-G: σε τόνο που θυμίζει όχι μόνο Nietzsche, αλλά και Bataille, ο Αντι-Οιδίπους κατανοεί το νόμο, που έτσι γεννιέται, ως αντικατάσταση των συστημάτων σκληρότητας με την τρομοκρατία, την επιβολή δικαιικής κύρωσης ως υποκατάσταση της εκδίκησης στη γιορτή που ήταν άλλοτε η τιμωρία, τη νομική υποχρέωση ως ατέρμονη οφειλή. Ο νόμος είναι έκφραση του «ιμπεριαλισμού του σημαίνοντος» (σελ. 247). Τίποτε δεν επισημαίνεται, τίποτε δεν άπτεται ενός βιωμένου σημαινόμενου, όλα μέσα στο νόμο είναι σημεία, σημειοδοτήσεις που ολοποιούν αφηρημένα.

Πίσω από όλα αυτά όμως παραμονεύει η κρατική μηχανή, το ‘Ur-Staat’. Οι D-G θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι σε όλες τις μορφές κοινωνικών μηχανών υφέρπει «ο ασιατικός δεσποτικός σχηματισμός» (σελ. 302). Ο καπιταλισμός δεν είναι παρά η εσωτερίκευση, κανονικοποίηση και πνευματοποίηση της αρχι-κρατικής μηχανής, είναι η μήτρα του κυνικού ατομικιστή που αποζητά την ασφάλειά του και πουλά τη ζωτικότητά του. Ο νόμος της αξίας και όλοι οι μαρξισμοί παρασιτούν πάνω σε αυτό. Οι περιοδικές-κυκλικές κρίσεις του Marx είναι η εκλογίκευση της παράδοξης λειτουργικότητας του κεφαλαίου, ενός σακάτη που συνεχίζει να περπατά οργώνοντας σώματα και ψυχές. Σώματα και ψυχές ηλίθιων (οι D-G μιλούν ευθέως για τη μαζική ροή ηλιθιότητας, που εισάγει, όπως λένε, την «έλλειψη» στην κοινωνία, την ανάγκη της για εξημέρωση και υποταγή [σελ. 273]).

Ο «εργάτης/εργαζόμενος» στηλιτεύεται, παύει να απενοχοποιείται, όπως το κάνει μια λεγόμενη «Αριστερά» που έχει ενδοβάλει όλη την λογική του ελλιπούς συστήματος (σελ. 274-5). Οι D-G βρίσκουν τη διέξοδο στην περαιτέρω σχιζοποίηση των ροών αποκωδίκωσης, στην υπέρβαση και του καπιταλιστικού μοντέλου μετάθεσης των ορίων και ελέγχου της αποκωδικοποίησης/απεδαφικοποίησης μέσω μιας αξιωματικής που προφυλάσσει το σακάτικο σύστημα από την κατάρρευση (βλ. σελ. 285) καθολικοποιώντας το ζώο-δούλο ως διαταξικό ανθρώπινο τύπο. Τύπο, που προδίδει ακόμη και το υλικό-ταξικό του συμφέρον για να απολαύσει τη συστημικά διεστραμμένη επιθυμία του, για να δοθεί στο φασισμό, αποδεικνύοντας και πάλι ότι ο τόπος του Πολιτικού είναι η επιθυμία και όχι τα έλλογα συμφέροντα που κατασκευάζει η διανοητική ορθοπεδική του Διαφωτισμού (σελ. 298). Το οιδιπόδειο υποβαστάζει φαντασιακά το καπιταλιστικό άτομο, που είναι ένα ασήμαντο, περιχαρές στην αθλιότητά του ναρκισσικό εξάμβλωμα, ταυτόχρονα μνησίκακο και ασκητικό -οι D-G κάνουν λόγο εδώ για την «ψυχολογία του παπά» (σελ. 312)- τελικά, ένας ευνούχος.

Στο 4ο Κεφάλαιο του Αντι-Οιδίποδα για τη σχιζοανάλυση η πολιτική μετάπλαση της λογικής της επιθυμίας και έτσι και της υπέρβασης της ψυχανάλυσης αναπτύσσεται αναλυτικά. Συγκρατώ για τη θεματική που ανέπτυξα εδώ τη βαθιά ριζοσπαστικοποίηση της κίνησης των ροών επιθυμίας, που επιτρέπει στους D-G να δηλώσουν ρητά την κατάφασή τους στην αποκαθήλωση του ταμπού της βίας για την επαναστατική μηχανή: «Μια επαναστατική μηχανή δεν είναι τίποτε, αν δεν αποκτήσει τουλάχιστον τόση δύναμη τομής και ροής όσην έχουν και αυτές οι μηχανές καταναγκασμού» (σελ. 337). Η ντελεζο-γκατταριανή στάση εισηγείται μια καταστροφολογία parexcellence (βλ. π.χ. το κείμενο της σελ. 358) που εν ταυτώ συνοδεύεται από μια φαντασμαγορία θετικού έργου, μοριακού, εναρμονισμένου με γραμμές φυγής, αποκωδικοποιητικού/απο-σημαίνοντος, έργου, στο πλαίσιο του οποίου ακόμη και ο θάνατος «σχιζοφρενείται», όπως δείχνουν οι αναλύσεις του Κεφ. αυτού ειδικά για το Δίχως Όργανα Σώμα (σελ. 379-81).

Η επαναστατική διαδικασία είναι έργο ομάδων-υποκειμένων που θραύουν την υποταγή ελευθερώνοντας την επιθυμία και την παραγωγή της (σελ. 402). Η ελευθέρωση αυτή είναι το ξήλωμα του ιατρείου και της οικογένειας, η συνεπαφή με το κοινωνικό «έξω» (σελ. 411-2). Είναι ρήξη με την αιτιότητα και τα εξηγητικά μοντέλα που στηρίζονται σε αυτήν (σελ. 434). Γράφουν οι D-G: «[Μ]όνο αυτό που ανήκει στην κατηγορία της επιθυμίας και της εισβολής της μπορεί να εξηγήσει ότι η ρήξη αυτή πραγματοποιείται σε μιάν ορισμένη στιγμή, σ’ έναν ορισμένο τόπο» (σελ. 435). Παρόλο το βάρος της αιτιότητας, των «μεγάλων αριθμών», των συμφερόντων κλπ. «[π]αραμένει γεγονός», γράφουν οι D-G, «ότι η σχίση γεννήθηκε μονάχα από μιάν επιθυμία, άσκοπη και αναίτια που τη χαράζει και την ενστερνίζεται. Αδύνατη χωρίς τη σειρά των αιτίων, γίνεται πραγματική μόνο με κάτι που ανήκει σε μιάν άλλη σειρά: την Επιθυμία, την επιθυμία-έρημο, την επένδυση επαναστατικής επιθυμίας» (σελ. 436).

Και η έρημος αρχίζει να κατονομάζεται, για να χαθεί στη συνέχεια, να εμφανιστεί αλλιώς μετά: «Ένας Φιδέλ Κάστρο, ένας Άραβας, ένας Μαύρος Πάνθηρας, ένας Κινέζος; Ένας γαλλικός Μάης ’68[;] (ibid). Το παλινδρομικό κύμα των ονομάτων αντανακλά -κι αυτό είναι ίσως το μεγάλο ολιστικό μάθημα του έργου- τη διασπορά του Πολιτικού παντού. Κλείνοντας το Παράρτημα-Σχόλιο για τις επιθυμητικές μηχανές στο βιβλίο, οι D-G θα ανιχνεύσουν πτυχές της επιθυμίας ως όψεις του Πολιτικού στα καλλιτεχνικά ρεύματα του πρώτου μισού του περασμένου αι., το φασιστικό ιταλικό φουτουρισμό, τη ρωσική φουτουριστική και κονστρουκτιβιστική πρωτοπορία, που μοσχεύει αναρχισμό στη σταλινική πολιτική μηχανή, τους Dada που απελευθερώνουν απολίτικα και το σουρρεαλισμό που επαναπειθαρχεί την επιθυμία ανθρωπιστικά (σελ. 463 κ. επ.). Τέλος, τη μορφή του αγώνα των ομάδων-υποκειμένων θα αναλύσουν οι συγγραφείς στα MillePlateaux αργότερα, μιλώντας για τις μηχανές πολέμου στη νομαδολογία τους, που παρεντίθεται σε ένα έργο αφιερωμένο στο ρίζωμα και τη διάσωση των ενικοτήτων.

Πώς εμπλουτίζει την κατανόησή μας του Πολιτικού γενικά και ειδικά σήμερα ο Αντι-Οιδίπους; Το βιβλίο απηχεί το πνεύμα του Μάη, αλλά σήμερα ο φαινότυπος εκείνης της εμπειρίας έχει αλλάξει. Τα σπουδαστήρια που ανάσαιναν μαζικά, η πολιτισμική εξέγερση, η συμπλοκή έρωτα και πολιτικής, η παράκαμψη των κομμάτων έχουν αφομοιωθεί στα νεολίμπεραλ αγοραία πανεπιστήμια, στη φασίζουσα μαζική κουλτούρα, στις έκ-κεντρες απολίτικες ταυτότητες, στο μείγμα υστερικο-εμμονικού δικαιωματισμού και βιοπολιτικού μετανθρωπισμού. Η βιοϋλιστική έδραση του Πολιτικού του Αντι-Οιδίποδα εμβολίζεται έτσι εγκάρσια ή, πράγμα που είναι το ίδιο, ο Αντι-Οιδίπους επιβεβαιώνεται- φεύ!- ως η αλήθεια του ύστερου καπιταλισμού. Άρα, το στοίχημα του βιβλίου, της αθανασίας ή της συνθηκολόγησής του, είναι το εάν μπορεί να ανοσοποιηθεί από αυτή τη διεμβόλιση.

Θα το διατυπώσω υπό μορφή ερωτημάτων κλείνοντας. Αίφνης: οι γεωπολιτικοί σεισμοί που αρχίζουν τι σημαίνουν; Πόσο μπορεί η στέπα και η έρημος, τόποι της ντελεζο-γκαταρριανής πολεμικής μηχανής, να γίνουν τόποι της σύγχρονης επαναστατικής εμπειρίας; Πόσο βεβαρημένος είναι ο όρος «ασιατική δεσποτεία» με υποδόριο δυτικό ρατσισμό, πόσο δηλαδή γίνεται σύμπτωμα ασύνειδου φιλελεύθερου υπολείμματος στη σκέψη των D-G;

Μπορεί ο αντι-ιδεαλισμός του Αντι-Οιδίποδα να αναστοχαστεί την αναγέννηση της σκέψης για την έν-τοπη εμπειρία συλλογικών σωμάτων που φέρονται από «εθνο-λαούς»; Μπορεί η ριζωματική νομαδικότητα να λειτουργήσει όχι μόνο μοριακά αλλά και εδαφοποιητικά, διαπλάθοντας μια νέα παγκόσμια πολυ- πολικότητα με συνείδηση, πια, της ριζικής μας, όλων, περατότητας; Επιτρέπει το βιοϋλιστικό-μηχανικό σύμπαν του Αντι-Οιδίποδα χώρο για μια συλλογική τελετουργία με την οποία εκδηλώνεται μια ιδιότυπη «πνευματικότητα» του Πολιτικού πέρα από τα δυτικά του αφηγήματα, μια πνευματικότητα σαν αυτή που διέγνωσε ο Foucault στην Ιρανική Επανάσταση;

Τέλος, τα ονόματα: ποιες άραγε «ομάδες-υποκείμενα» εκφράζουν σήμερα διαχρονικές ιστορικές φιγούρες όπως ο Ernst Niekisch, ο Ernst Jünger ή η Ulrike Meinhof ή τύποι όπως ο Τζερζίνσκι ή ο στρατιώτης/παρτιζάνος του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου; Πώς συνδέεται η Μυστική Γερμανία και η ρωσική Ευρασία;

Εν ολίγοις, πώς να ξανασκεφτούμε μέσα από τον Αντι-Οιδίποδα το Συμβάν που έρχεται;

Αν ο Αντι-Οιδίπους άνοιξε το παράθυρο του ιατρείου για να δεί τη δημοσιά και τους γκρεμούς του «έξω», το ερώτημα που τού τίθεται πλέον είναι αν μπορεί να βγεί από το ιατρείο και να χαθεί στα μονοπάτια που ανοίγονται εκεί έξω, και είναι άγνωστο αν οδηγούν στη σωτηρία ή στην άβυσσο… 

_________

Χάρη Παπαχαραλάμπους, Αναπληρωτής Καθηγητής Ποινικού Δικαίου (Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου), διδάκτωρ ποινικού δικαίου και θεωρίας δικαίου του Πανεπιστημίου Goethe της Φρανκφούρτης, δικηγόρος στον Άρειο Πάγο.

Previous Story

Underground Resistance | 4 days festival | Poetry- Hip Hop- Psy Trance-Techno- Talks.

Next Story

2μερο στα Καλάβρυτα: Αυτοοργάνωση και συλλογική δράση σε μικρούς τόπους 4-5/11/23


Latest from Theory

Go toTop