Σίμωσαν τα γουρούνια Με μύρισαν μα δεν με θέλανε Ήμουν κι άσχημη και φτωχή Πέρασαν από πάνω μου Άδειος Επιτάφιος Κι ήταν βαρύ το Έαρ Σπασμένη σηκώθηκα Σπασμένα χορεύω Με πόδια αιώνια που τρίζουν φωνές Κι αν ποτέ δεν έλθετε
Όταν η νύχτα μεγαλώνει κρυώνω εδώ, στο σβέρκο. Από τις πέντε και μετά έχω 20 γραμμάρια περισσότερο βάρος είναι το ψύχος εδώ πίσω. Να πάρετε ό,τι μπορείτε από μένα. Θέλω να μην αρέσκεται κανείς σε κάτι δικό μου. Να ηρεμήσουμε.