Στο πατρικό μου σπίτι, προς το τελος της ανοιξης, γέρνει μέσα από τον μαντρότοιχο του κήπου του Εζεκία Παπαϊωάννου μια ανθισμένη κερασιά, σαν μια αισθητική φιλανθρωπία που διαπερνά τους φράκτες της ιδιοκτησίας. Στην Ιαπωνία, οι ανθισμένες κερασιές έχουν υψηλή πολιτισμική
Κάποιος φτιάχνει με καρμπόν τις μέρες(όσο πάνε και ξεθωριάζουν) αποφεύγω τον αγέλαστο καθρέφτημε καφέ σκέτο τσιγάροετοιμάζω μπαγιάτικο πρωινόμε τα παράπονα του ταβανιούκαι τα βουρκωμένα
Με τον Βάλτερ γνωριστήκαμε τυχαία και έκτοτε κρατήσαμε επικοινωνία, που με τον καιρό έπαιρνε να πυκνώνει. Εκείνος, έμενε με την οικογένειά του σ’ένα όμορφο
Αγάπη είναι ο άδειος κάλυκας του περίστροφου το εκκρεμές που ψηλαφεί την πραγματικότητα η ιστορία ενός παροπλισμένου δεξαμενόπλοιου το πικρό χορτάρι που τρέφεται η
ΣΙΣΣΥ ΔΟΥΤΣΙΟΥ Ένδοξες μέρες εκδόσεις Κενότητα, Αθήνα 2018, σ. 80. ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα Αφιερωμένο στη γιαγιά και στη
“Σας βαρέθηκα όλους!” Σκέφτηκε αδύναμα αλλά είπε δυνατά, εις επήκοον όλων, ο διάβολος μελαγχολών, αποστρεφόμενος το παρελθόν, γυρίζοντας την πλάτη του στο μέλλον. (Σαν
Το κορίτσι που αγαπώ, Aλείφει μέ άχνη υδραργύρου τό αιδοίο της -απόψε την έχει καλέσει κάποιος τραπεζίτης Τυφλός ἀπό λαγνεία γλείφει το δηλητήριο Πεθαίνει